ΘΗΒΑ – ΔΙΟΝΥΣΟΣ – ΗΡΑΚΛΗΣ
'
'Εύάρματε χρυσοχίτων ίερώτατον άγαλμα Θήβα.'' Ο σημαντικός αυτός απο άδηλη πηγή στίχος του Διρκαίου Κύκνου, είναι και ενδεικτικός της ποίησης του ''πομπώδους και ακατάληπτου Θηβαίου'' όπως σε στιγμές παραδοχής αποκάλεσε τον Πίνδαρο, ο Βολταίρος. Το άμεσο ενδιαφέρον επικεντρώνεται στον σπάνιο για την αρχαιότητα όρο: Θήβα. Και βεβαίως σε συνάρτηση με τον προσδιορισμό ''ίερώτατον άγαλμα'' που δεν είναι τόσο τυχαία ποιητικός.
Με την χρήση των συγκεκριμένων αυτών όρων, ο Πινδαρος μεταφέρει την ιδεατή εικόνα της αρχικής Θήβας. Στην αναζήτηση λοιπόν γνωριμίας και κατανόησης της αρχικής ιδεατής εικόνας, το κύριο βάρος της έρευνας συνοψίζεται στον άγνωστο όρο ''Θήβα'' με την προϋπόθεση ότι το ''ιερώτατον άγαλμα'' είναι αρκούντως κατανοητό, ως προς την αντικειμενική έννοια.
Η Θήβα ή Θήβη λοιπόν φαίνεται ότι αρχικά ήταν κάτι εξαιρετικά μοναδικό, και περιγραφικά αναφερόμενο, αφού ο τύπος ''Θήβαι'' ασφαλώς παρουσιάζεται ύστερος, και υπαινίσσεται έναν σωρευόμενο συν – οικισμό κλιμακωτών εγκαταστάσεων. Η σημασία κατα συνέπειαν του όρου: ''Θήβα'' θα πρέπει ν' αναζητηθεί, και λόγω της παράδοσης, ως πιθανής πρώτης, ή αρχαιότερης των Ελληνικών Πόλεων, αλλά και στην παρατηρούμενη απο την κλασσική αρχαιότητα, αδυναμία παραγωγής νέων λέξεων και περιγραφικών εννοιών – πολύ πίσω, στην Μυκηναϊκή λεγόμενη εποχή, και ίσως και παλαιότερα. Αν λοιπόν επιχειρηθεί κάποια ερμηνευτική προσέγγιση στον όρο ΘΗ-ΒΑ, και με την εκδοχή ότι η συλλαβική κατάτμηση ακολουθεί πρότυπα αναγόμενα στην φιλοσοφία της Γραμμικής Β΄ή Α΄ Γραφής, τότε προκύπτει το εξής ενδιαφέρον.
Η συλλαβή ΒΑ είναι κιόλαςς γνωστή και περιγράφει, σύμφωνα και με τα κλασσικά δεδομένα, τον Ανώτατον Βασιλέα. Έναν θεϊκό βασιλέα του παντός. ''Ώ Βά, γάς παί Ζεύ'' λέει κάπου ο Αισχύλος. Απομένει το ΘΗ. Είχα την ευκαιρία επίσημα να προτείνω, ότι το Θ είναι ανάμεσα στα Ελληνικά γράμματα, μια κατανοητή περίπτωση ιδεογράμματος. Ο κύκλος και η στιγμή.
Η ιδεογραφική δηλ. απεικόνιση του Κόσμου, και του Δημιουργού. Ο χωρίς τέλος αναπαραγόμενος Κύκλος, και στη μέση η Τελεία. Η Αρχή και το Τέλος. Ο Μεγάλος Δημιουργός.
Πάνω στο ίδιο ιδεόγραμμα μία εναργέστερα κατανοητή μορφή του θεού.. Έτσι είναι δυνατό να αποδοθεί γραμμικά και το αρχαιότερο κυκλικό Τέμενος με τον Βωμό του θεού στο κέντρο.
Μ' αυτόν τον χαρακτήρα το Θ είναι η σχηματική απεικόνιση του Θεού.
Εκείνο λοιπόν που δηλώνει ο όρος ΘΗΒΑ, είναι κατά την γνώμη μου, μία περιγραφική απόδοση της αμφίπολης ερμηνείας έννοια: '' Η Βάση του Θεού.'' Αυτό σημαίνει ΘΗΒΑ. Έτσι ίσως θα πρέπει να εννοηθεί ως ''ιερώτατον άγαλμα.'' Η υπόθεση επιβεβαιώνεται απο την Παράδοση της Γέννησης εδώ στην Θήβα, ενός θεού του Διόνυσου.
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ο αποσυμβολισμός της γέννησης του Διόνυσου, κατά την Θηβαϊκή εκδοχή του μύθου, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ο Διόνυσος, που σημαίνει :'' ο διανύσσων,'' ( οπός, χυμός, αίμα, σπέρμα, του κάθε έμβιου οργανισμού ) και ασφαλώς δεν πήρε το όνομά του απο ένα παντού και πουθενά υπάρχον Νυσσαίον όρος, αλλά αντίθετα ήταν αυτός που εξ αιτίας των συχνών Επιφανειών προσέδωσε το όνομα σε διάφορα Ιερά Όρη, έχει κοινά χαρακτηριστικά με ένα παράλληλο θεϊκό πρόσωπο της Ινδικής θρησκείας, τον περίφημο Σόμα. Με το όνομα Σόμα είναι γνωστό το αντίστοιχο του Κισσού ιερό φυτό, που συνοδεύει τον Ασιατικό θεό.
Οι ομοιότητες μεταξύ των δύο θεών είναι τόσο ζωηρές, ώστε μερικά κενά που αφήνει η Ακολουθία του ενός, να συμπληρώνονται με ασφάλεια απο τον άλλο. Για τον Σόμα αναφέρεται ότι ''γεννιέται απο την φωτιά με την τριβή των ξύλων.'' Τέτοια μαρτυρία σχετική με τον Διόνυσο δεν υπάρχει.
Η συγγενέστερη μαρτυρία γέννησης του Διόνυσου απο την φωτιά, εντοπίζεται στο περιστατικό του Θηβαϊκού μύθου. Όπως είναι γνωστό ο Δίας υποχρεώθηκε να εμφανισθεί στην Σεμέλη, που κυοφορούσε τον Διόνυσο, με μια εκτυφλωτική παρουσία.
''άστραπαίς όμού και βρονταίς καί κεραυνόν ίησιν, Σεμέλης δέ διά τόν φόβον εκλιπούσης εξαμηνιαίον τό βρέφος Έξαμβλωθέν έκ τού Πυρός.''
Είναι το καθοριστικότερο σημείο γέννησης του Διόνυσου απο την φωτιά. Ο Δίας και η Σεμέλη σ' αυτήν την περίπτωση είναι τα υποκατάστατα θεϊκά ονόματα του ''Μανθάμι.''
Μ' αυτό το όνομα ήταν γνωστή η πράξη παραγωγής της φωτιάς απο τα δύο ξύλα το αρσενικό Πράμανθα, και το θηλυκό Αρανί. Στον αρσενικό τύπο σαφώς διακρίνεται το όνομα Προμηθεύς, που όχι μόνον έχει στενή σχέση με μεταφορά φωτιάς μέσα σε νάρθηκα, αλλά επίσης θεωρείται πρόσωπο που σε πολλά ταυτίζεται με τον Δία. Ο Διόνυσος γεννήθηκε έτσι, και απο την μητέρα του Σεμέλη, και απο τον πατέρα του Δία. Είναι Διμήτωρ, όπως ο Σόμα Δινζαμάν, που μόλις γεννήθηκε μπήκε στον μηρό του πατέρα του θεού Ίντρα.
Αυτή είναι λοιπόν η αποσυμβολική πράξη, που προτείνεται ότι έγινε στον Θάλαμο του εύιου θεού της Καδμείας. Ο Διόνυσος Περικιόνιος που αναφέρεται επίσης στο ίδιο περιστατικό, έχει ισχυρή παρουσία στον μινω-μυκηναϊκό κόσμο, που όμως δυστυχώς ακόμη υπολανθάνει.
Ένας μεγάλος αριθμός λύχνων απο διάφορα μέρη της Χώρας, είναι διακοσμημένοι με φύλλα κισσού. Τα μεγάλα ημικιόνια των παραστάδων απο τους επιβλητικούς θολωτούς τάφους των Μυκηνών φέρουν αυλακώσεις που κάλλιστα μπορούν ν'αποδοθούν ως εκδοχή Διόνυσου Περικιόνιου, ομόδρομα και σύμφωνα με τον δυνατό σε αξία Θηβαϊκό μύθο.
ΗΡΑΚΛΗΣ
Σε αντίθετη αναλογικά θέση βρίσκεται ο μεγαλύτερος απο τους Έλληνες ήρωες, ο Ηρακλής.
Ένας ηλιακός πυρφόρος, και φωσφόρος ήρωας. Ιδιότητες που αναφαίνονται ζωηρά κατά την στιγμή του θανάτου του. Ο Σοφοκλής στις Τραχίνιες δίνει μια διδακτική σε συμπεράσματα περιγραφή.
Η σκηνή που εκτυλίσσεται το δραματικό τέλος του ήρωα, είναι ο Ζηνός ύψιστος πάγος της Οίτης. Του Δία η πιό ψηλή κορυφή της Οίτης. Εκεί πρόκειται να ''πεθάνει'' ο Ηρακλής. Λίγο πριν την υστάτη τελευτή ( που σημαίνει ότι κι άλλες φορές είχε την εμπειρία ενός μυητικού θάνατου ) ζητάει να κόψουν άφθονα ξύλα βελανιδιάς και άγριας ελιάς - κότινος – που ήταν το Ιερό Δέντρο του ήρωα, και αφού τοπθετήσουν πάνω το σώμα του, ν' ανάψουν την φωτιά με δάδα πεύκου.
Η περιγραφή είναι βέβαια γνωστή. Άγνωστα όμως παραμένουν ακόμη, μερικά εύλογα συμπεράσματα. Το δρώμενο εκεί σε μια τέτοια θέση, μοιάζει με σωστή εικόνα και πράξη ανάληψης. Άραγε το όνομα Ηρακλής αυτό υπαινίσσεται; Δηλώνει μιάν Ανάληψη;
Έχει προταθεί πως Ηρακλής ετυμολογικά σημαίνει ''το κλέος της Ήρας, ήρας κλέος''
Αλλά η Ήρα ως αιτία προκλήσεως, έχει αρνητική θέση. Απο την άλλη, ένα τέτοιο προσηγορικό ταιριάζει μόνον στην Ήρα. Με κανέναν τρόπο δεν περιγράφει τον ήρωα, ή κάποια απο τιςς ιδιότητέςς του, όπως λογικά έπρεπε να συμβαίνει. Πόσο λοιπόν παρακινδυνευμένο θα ήταν να προταθεί ότι το όνομα Ηρακλής, σχηματίζεται ετυμολογικά απο την μοναδική στην αρχαιότητα Πράξη Ανάληψης, της οποίας άκρως τιμητικά αξιώθηκε και έτυχε ο μεγάλος ήρωας;
Ήρ(α)κλής. Ήρ: άνω, κλής, κληθείς. (καλώ).
Σ' αυτήν την περίπτωση ο ονομαστικός τύπος μπορεί να αποδοθεί περιφραστικά: '' Εκείνος που κλήθηκε, καλέστηκε στον Ουρανό. Ο Άνω Κληθείς'' Κάτι τέτοιο είναι εύλογο αφού αργότερα ο Ηρακλής εικονίζεται ανάμεσα στους θεούς του Ολύμπου. Υποθέτω ότι αυτός, ο απο την μητέρα του Αλκείδης (Αλκμήνη) , θα ήταν σφάλμα να γίνει δεκτό πως γνωστοποιείται διαιωνιζόμενος, μ' ένα ετερόφωτο προσωνύμιο, που απο μιάν άλλη άποψη δεν εκφράζει το ''κλέος της Ήρας'' αλλά την Ουσιαστική Οργή της Ήρας.
Σ.Β.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου