2013



ΔΕΛΦΟΙ


Τόπος και Λειτουργία



ΦΑΙΔΡΙΑΔΕΣ

ΑΣΚΛΗΠΙΕΙΟΝ

ΟΙ ΘΥΣΙΕΣ

ΑΝΑΘΗΜΑΤA

ΟΙ 4 ΠΡΩΤΟΙ ΝΑΟΙ

ΕI

ΠΡΟΝΑΙΑ ΑΘΗΝΑ

Ο, Η, ΘΟΛΟΣ







Άετούς τινάς ή κύκνους μυθολογούσιν άπό τών

άκρων τής γής έπί τό μέσον φερομένους είς ταυτό

συμπεσείν Πυθοί περί τόν καλούμενον όμφαλόν.

τόν Έπιμενίδην ύστερον έλέγχοντα τόν μύθον καί

λαβόντα χρησμόν άσαφή και άμφίβολον είπείν :


ούκ έστι γαίης μέσος όμφαλός ούδέ θαλάσσης,

εί δέ τις έστι θεοίς δήλος, θνητοίσι δ’ άφαντος.

Πλούτ.409,Ε,1


ΠΡΟΜΥΘΙΟΝ


Ένα καταυγαστικό, και άρα άξιο συμπυκνωμένης σπουδής Επιμύθιο κλείνει, την αξιέπαινη μετάφραση και έκδοση στα Ελληνικά, των βιβλίων του Βιτρούβιου. Προς το τέλος αποκτάει κάποιος την εξής μαθησιακή εμπειρία.

« Τον 5ο αι. π.Χ., όταν οι μεγάλοι κλασσικοί συνθέτουν και διδάσκουν τα σπουδαία έργα των, θέατρα με μόνιμη θέση ή μορφή ακόμη δεν υπάρχουν. Μιά στοιχειώδης ορχήστρα, από ξύλινα έδρανα, και στην άλλη άκρη ένα ξύλινο σκηνικό κατάσκεύασμα είναι, στις ύψιστες στιγμές της ιστορίας του θεάτρου,τα μόνα υλικά συστατικά του. Τον επόμενο αιώνα ο θεατρικός θεσμός εμπεδώνεται, και τα πριν πρόχειρα κατασκευάσματα αντικαθίστανται από μόνιμα λίθινα κτίσματα….» 1

Αυτός ωστόσο ο θεατρικός πολιτισμός, και η ραγδαία αρχιτεκτονική πρόοδος, χωρίς να είναι και τά αποκλειστικά αίτια, είχαν και μιάν αναπόφευκτη αρνητική επίδραση. Σταδιακά συνέτειναν, στον οριστικό θάνατο της θρησκευτικής τελετουργίας. Αυτό γιατί, ο αρχικός χαρακτήρας του θεάτρου ήταν αποκλειστικά θρησκευτικός. Με την προσδοκία λοιπόν κάποιας ευκρινέστερης κατανόησης των αρχικών καταβολών αυτού του θρησκευτικού θεσμού, επιβεβλημένη γίνεται μια υπενθύμηση, και του αρχικού βασικού χαρακτήρα, αλλά και θεατρικού σκηνικού διάκοσμου.

Στο κέντρο της Ορχήστρας βρισκόταν τοποθετημένο το ξόανο της θεότητας. Ένα ειδωλικό πρόσωπο επώνυμου θεού. Συνηθέστατα του Διόνυσου. Γύρω από το ξόανο γινόταν η Όρχησις. Δεν ήταν ακριβώς ένας χορός. Η όρχηση ήταν ένα τελετουργικό είδος χ- ορεύματος, και προ-ερχόταν από τα αρχικά όρούματα, που σύμφωνα με το Ησύχιο, σήμαιναν ορμήματα, πηδήματα.

Προτάθηκε ήδη2 ότι μ’ αυτόν τον χαρακτήρα και μ’ αυτήν τέλεση στον συγκε-κριμμένο χώρο της ειδικής θεατρικής Ορχήστρας, η όρχησις ήταν πάνω απ’ όλα, μιά κυριολεκτικά τελετουργική σείσις τών όρχεων. όρχις σείσις

Το συμπέρασμα προκύπτει από τον απαραγνώριστο κόσμο των στοιχείων που πλαισιώνουν τον χώρο της ορχήστρας. Και πάνω απ’ όλα το ξόανο της θεότητας. Ορθώνεται στο κέντρο της, τοπο-θετημένο πάνω στην Θυμέλη. Πάνω δηλ. σ’ ένα είδος παραδοσιακού Βωμού. Αυτό το προϊόν, που κατά την κλασσική εποχή έχει αντικαταστήσει τα αρχαιότερα άμορφα ξύλινα αλλά και λίθινα είδωλα, είναι κατα-σκευασμένο από ξύλο ερινεού. Απο ξύλο άγριας συκιάς. έρινεός, και έρινεώς στην αρχαία Ελλάδα σήμαινε ό θεός. Το άγριο σύκο είναι ο φορέας που γονιμοποιεί την κάθε ήμερη Συκιά. Το (άγριο) σύκο μοιαζει οντολογικά, αλλά και ανατομικά με τον ανθρώπινο όρχι. Γυναικείο και ανδρικό. Επιγραμματικά, αποτελείται από μια μεμβράνη που στάζει γαλακτερό χυμό, και περικλείνει αμέτρητο αριθμό μικρόκοκκων μικροσπερμάτων…. Από ξύλο ερινεού ήταν φτειαγμένοι οι Διονυσιακοί Φαλλοί, σε Τελετές ή Πομπές.

Σε αντίθεση με την Όρχηση, ο Κύκλιος λεγόμενος Χορός ήταν κάτι τελείως διαφορετικό. Ήταν μια καθαρή κοινωνική εκδήλωση, αφού δεν χορευόταν μπροστά και γύρω από το ξόανο της θεότητας, ή μέσα στο παραδοσιακό θρησκευτικό Θέατρο. Η όλη συμπερασματολογία είναι καρπός και πιστοποίηση από τις παραστάσεις όρχησης της μινω-μυκηναϊκής σφραγιδογλυφίας.3

Στο Πολιτειακό λοιπόν θέατρο, η αλλοτινή Επιφάνεια του θεού, κυρίως του Διόνυσου, του κοινότερου, του καθημερινού θεού στην αρχαία Ελλάδα, με το φυτολογικό του προσ-ωπο, συμμορφούμενη στην καινοτόμο οικονομία μιάς νέας Θεατρικής Παράστασης, αντικατασταθηκε, από τον περιβόητο άπό μηχανής θεόν. Ένα ομοίωμα θεότητας, κρεμμάμενο από κράδης συκής, που φερόταν ως έτοιμος και παντοδύναμος κριτής, στο να περατώσει, την όποιων παθημάτων κάθαρσιν.

Ο κληροδοτημένος αρχικός επώνυμος ήρως, του Επικού Κύκλου, που μέχρι τότε επιλεγόταν ως κεντρικό πρόσωπο της όποιας Τραγωδίας, ή Κωμωδίας, αντικατα-στάθηκε κι αυτός με ένα μιμητικό υποκατάστατο. Πήρε την προσηγορία πρωταγωνιστής. Ήταν ωστόσο, από του συγκεκριμένου σημείου εμφάνισης και καταβολής, απλούστατα ένας δεσπόζων ηθοποιός. Ένας καθόλα θεατράνθρωπος που αναλόγως της ικανότητος του, ποιούσε το ήθος του αρχικού ήρωα. Και στα δύο σύμφοιτα μέρη του Μεγάλου Επικού Κύκλου. Τόσο στην προπορευόμενη οδυνηρή Τραγωδία, όσο και στην συνεχόμενη χαρίεσα Κωμωδία, στο τέλος της οποίας, επι-συνέβαινε κι ένας απαραίτητος Γάμος.



Προτάθηκε ήδη ότι το αρχικό Θέατρο, ως Τ-όπος και και Πράξη, λειτουργούσε στην υπερκείμενη κορυφή της κάθε πλαγιάς, στην οποία βρίσκεται σήμερα το όποιο μεταφερμένο εκεί, λίθινο θέατρο.4 Η παρατηρούμενη Ακολουθία επιβεβαιώνεται ως απλή φυσική Συνέχεια. Η αιτία που υπαγόρευσε την «μεταφορά» από το αρχικό πρότυπο τέμενος της κορυφής, σε κατάλληλα διαμορφωμένο χώρο της υποκείμενης πλαγιάς, σε κοινή πλέον θέαση, είναι εύλογη. Αυτό το ύστερο λίθινο θέατρο προήλθε, και προέκυψε αφ’ ενός από την πολιτειακή ανάγκη, και αφ’ ετέρου από τις υποχρεώσεις μιας αρτιώτερης σκηνικής παρουσίας. Μα πάνω απ’ όλα το πρώτιστο μέλημα, και η σκηνοθετική φροντίδα, ήταν το εκτυλισσόμενο δράμα, να γίνεται άμεσα ορατό και αντιληπτό, απ’ όλους τους κατοίκους της κάθε Κοινότητας.



Στην περίπτωση των Δελφών, ο αρχικός βωμός όρυμβος,5 όπως η παράδοση δείχνει βρισ-κόταν πάνω στην δικόρυφη Πλάκα, όπου κατά την κλασσικούς χρόνους,ο Ευριπίδης περι-γράφει μαιναδικές δραστηριότητες.6

Στην Αθήνα, το θέατρο του Διονύσου στην μεσημβρινή κλιτύ του αποκαλούμενου Ιερού Βράχου, αποτελεί μεταφορά προσιτής στους αστούς πρόσβασης και λειτουργίας, ώστε αναγκαστικά πλέον, να συμμορφώνεται στις νέες πολιτειακές επιταγές. Έτσι ώστε να είναι εύβατο στο αστικό κοινό των Αθηνών. Μ’ αυτήν την συνέπεια οι πολίτες είχαν την ευχέρεια να παρακολουθούν και μάλιστα δωρεάν, την όποια Πράξη του Επικού Κύκλου. Το όποιο επώνυμο Δράμα, ή Κωμωδία. Δεν θα πρέπει να διαφεύγει ότι τα όσα διαδραματίζονταν σ’ αυτό το νεωτερίστικο θέατρο, διατηρούσαν πάντα τον αρχικό θρησκευτικό χαρακτήρα, και βεβαίως το ανάλογο περιεχόμενο. Έτσι δικαιολογείται το γιατί σε κάθε νεωτερισμό, ή επεξεργασία μύθου, π.χ. αυθαίρετη εισαγωγή προσώπων ή σκηνοθετικών προσθηκών, ήταν πολλές οι φορές, που καταξιωμένοι Ποιητές, χλευάστηκαν, λοιδορήθηκαν, και αρκετοί απ’ αυτούς αποδοκιμάσθηκαν.



Το γεγονός παρ’ ότι ενοχλητικό, από την άλλη γινόταν αναπόφευκτο. Τα απoτέλεσματα αυτής της αλληλουχίας, κατέληξαν περίπου οδυνηρά. Στον υποκατάστατο βωμό και την παραδοσι-ακή ορχήστρα, σταδιακά, έπαψε να διαδραματίζεται ένα γνήσιο απλό τελετουργικό δρώμενο. Στην ουσία όλος ο Κόσμος του Θεάτρου, ήταν η συμβολική μεταφορά του αρχικού Βωμού και του Ιερού Δέντρου είς έπίβλεψιν πάντων. Σε κοινή θέα από όλους. Κάτω από το γνήσιο Ιερό Δέντρο, και γύρω από τον πρότυπο Βωμό, όπως έδειξαν οι μινω-μυκηναϊκές παραστά-σεις των χρυσών δαχτυλιδιών, γινόταν η πρότυπη Όρχηση. Αυτόν λοιπόν τον επιμερισμένο, αλλά και περιορισμένο Χώρο, ήταν που φιλόδοξα «μετέφεραν» και σταδιακά τροποποίησαν, έτσι ώστε σε μια περιορισμένη Ορχήστρα, προορισμένη μόνον και μόνον για το ειδικό δρώ-μενο της όρχησης, να είναι δυνατή η θεαματική «εξιστόρηση» ολοκληρωμένων επι μέρους Θεμάτων, που μετέφερε σε συμβολική κατά το πλείστον διήγηση ο Μεγάλος Επικός Κύκλος. Η μεταφορά μιάς απλής μυθικής παράδοσης, προϊόντος του χρόνου, εμπλουτιζόταν και με πρόσθετα πρόσωπα, αλλά και με υποκειμενικά επεισόδια. Κανείς δεν είχε δεί ποτέ, ούτε τον Κύκλωπα, ούτε την Μήδεια να σκοτώνει τα παιδιά της. Όλοι γνώριζαν ότι ο Κύκλωπας ήταν απλά ένα μυθικό όν. Όσο για τον Ιάσονα, όλοι διαισθά-νονταν ότι εκείνος που στάθηκε μέσα στο τέμενος της Κολχίδας, πάνω από την απλή ανθρώπινη συνθήκη, ήταν αδύνατον να άγεται και να φέρεται από ελεγχόμενες αδυναμίες, όπως ήταν η εγκατάλειψη της Μήδειας και των παιδιών του. Ο παραδοσιακός μύθος λειτουργούσε ως απλό ποιητικόν αίτιον, και ήταν έρ-μαιο στην ευχέρεια της διάφορης διαχείρησης, μεταξύ του κωμικού και του τραγικού, ακόμα και ενός ενδιάμεσου, που το απεκάλεσαν Σατυρικό Δράμα.



Το αυθαίρετο, και σε αρκετές περιπτώσεις αθυρόστομο Θέατρο, είχε ζωηρή παρουσία στην ανάπτυξη του θλιβερού τρίπτυχου Πόλις, Πολίτης, Πολιτισμός. Αυτού του είδους ο πολιτισμός ήταν που ήρθε σε καθοριστική αντιδιαστολή με την αρχική Θρησκεία, ήδη από την πρώιμη εποχή εμφάνισης του πολιτειακού Θεάτρου.Η περιγραφή και ενατένιση των θεών σταδιακά εκφυλλίστηκε τόσο, ώστε έφτασε να γίνεται με πολιτειακά μέ-τρα και σταθμά. Μεσούσης της αρχαιότητας, όχι το αρχικό καθαρό θρησκευτικό δρώμενο της Κωμωδίας, αλλά μια σταδιακά καθιστάμενη, τόσο αρρωστημένη διακωμώδηση, όσο και υποκειμενική απομυθοποίηση, επέτρεψε να ακούγονται κείμενα έξω από κάθε έννοια θεϊκής ευσέβειας.

‘’τούτον τον ισχυρόν θεόν εγώ ποιήσω τήμερον δούναι δίκην, ότι καταλύει περιφανώς είς μόνος την δημοκρατίαν, ούτε την βουλήν πιθών τήν τών πολιτών ούτε τήν έκκλησίαν. Αριστφν.Πλ.946-950


‘’ άκουσον-άκουσον,ο θεός θα καθόταν στο έδώλιο του πολιτειακού δικαστήριου, ως υπόλογος όχι μόνον κατάλυσης της δημοκρατίας, αλλά πρωτίστως ως αίτιος απείθιας προς τους βουλευτές, όσο και του κοινού όχλου. (εκκλησίας)’’


Αφού λοιπόν οι πολιτειακές και πολιτισμικές, στην συνέχεια ανάγκες, υπέβαλλαν ένα νέο τρόπο δημοκρατικά εύρρυθμης λειτουργίας του φαινόμενου Πόλις, γίνεται κατανοητό ότι παράλληλες πρακτικές συνέτειναν σε μια καθοριστική αλλοίωση της αληθινής ιδιοσυστασίας που επαγγελλόταν η πάτρια Θρησκεία. Αυτή η αρχική ιδιοσυστασία, και θα πρέπει να συνει-δητοποιηθεί, συνοπτικά δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μια διαχρονική αγαστή διαβίωση του ανθρώπου, με τον όμαιμο Κόσμο της Φύσης, μέσα στον οποίο ζεί, και από τον οποίο περιβάλλεται.

Αυτή ακριβώς ήταν η αρχική ανάγκη, και το Τυπικό, της αρχέγονης Θρησκείας. Όλο το Τυ-πικό, απέβλεπε στην εφαρμογή της Φυσικής Επιστήμης. Θρησκεία ήταν η αρμονική διαβί-ωση του Ανθρώπου στον περιβάλλοντα Χώρο.

Όμως δεν ήταν μόνον το πολιτειακό Θέατρο που ως τ-όπος και πράξη, αποκόπηκε από το αρ-χέγονο Τέμενος της Ιερής Κορυφής, και σταδιακά απέβαλε κάθε είδους θρησκευτική Συνέπ-εια. Με την ίδια φυγόκεντρη ροπή, μεταποιήθηκε και ο χθεσινός ευδαίμων άνθρωπος. Αναγ-κασμένος να ζεί, μέσα στο πνιγηρό πολιτειακό περιβάλ-λον, μεταμορφώθηκε οσημέραι, σ’ έναν θλιβερό και ελεεινό « δημοκρατικό πολίτη» με υπέρμετρες υποχρεώσεις, και συγκριτι-κώς, σχεδόν μηδαμινά δικαιώματα. Σε μια τέτοια Κοινωνία όλα υπάγονταν σε συμμόρφωση. Σε νέες επιταγές.Νέες πολιτισμικές αξίες έρχονταν στο προσκήνιο, ενώ παλαιότερες ανθρώ-πινες εμπειρίες, αν και δεδοκιμασμένες, εύκολα παραγκωνίζονταν, οδηγώντας τον πολίτη στην θρησκευτική κατάπτωση και παρακμή. Δίκαια λοιπόν αναφαίνεται κάτι που βρίσκεται ήδη αιωρούμενο.




Η παντοειδής Άνθηση της κλασσικής εποχής, σηματοδοτεί συγχρόνως και την αρχή του Μεγάλου Κατήφορου. Του μεγάλου ξεπεσμού.


Η λίθινη αρχιτεκτονική του θεατρικού χώρου, που αντικαθιστά τα ξύλινα έδρανα της ύψιστης στιγμής της ιστορίας του θεάτρου, συγχρόνως αποτελεί και την αρχή των δεινών, του μέχρις εκείνης της στιγμής ευδαίμονος ανθρώπου. Είναι το σημείο εκκίνησης της ανθρώπινης παρακμής. Οι σημερινές παντοειδείς δραστηριότητες οπωσδήποτε θαυμαστές, δεν παύουν να λειτουργούν παρά μόνον ως προϊόντα της πόλης, του πολίτη, του πολιτισμού. Είναι έργα της Πολιτικής Επιστήμης.

Είναι καρποί μιάς επισφραγισμένης χείμα κακής, θέρει αργαλέης,ούδέποτ’ εσθλής, 7πολιτικής έκφρασης. Απέχουν τόσο πολύ από τον αρχικό ευδαίμονα άνθρωπο, όσο αυτός απέχει από τον δύσμοιρο σύγχρονο θλιβερό πολίτη. Ένα μεταποιημένο όν, που σε τελευταία ανάλυση, έχει επιδοθεί στο να φορτώνει τον εαυτό του, και το περιβάλ-λον με Ύβρη. Η Εικόνα της σύγχρονης πραγματικότητας είναι μιά επιβεβαίωση.


Ακολουθούν, με υποκειμενική πάντα θεώρηση, δύο επιλεκτικές περιπτώσεις που χαρακτηρίζουν την αλλοίωση που υπέστη, και ο Ευδαίμων, αλλά και η Θρησκεία.




Ο ΚΟΥΡΟΣ


Το εγγενέστερο σημείο στο οποίο είναι δυνατόν να διακριθεί η αλλοίωση του μέχρι χθές ευδαίμονος ανθρώπου, είναι ένα γλυπτό προϊόν της λεγόμενης αρχαϊκής εποχής. Ο περίφημος Κούρος. Πολλά και διάφορα έχουν γραφτεί γι’αυτά τα έργα, αλλά οι Κούροι όπως τελικά αναφαίνονται ως επακόλουθο της συμπερασματολογίας των μινω-μυκηναϊκών παραστάσεων, αποκτούν ένα καινούργιο νόημα, γνώρισμα και διάσταση. Ίσως το πραγματικό νόημα. Ο Κούρος είναι άνθρωπος, που αποδόθηκε σε μεγάλη διάσταση, ακριβώς γιατί φαίνεται, δείχνει, θέλει ή πρέπει να ελέγχει πάντα όλες τις καταστάσεις. ( πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος ) Είναι σημείον μιας χρονικής αλλαγής, της σημαντικότερης με τέλος απρόβλεπτο. Ο ευδαίμων γυμνός άνθρωπος μετασχηματίζεται σε πολίτη. Μια τέτοια αλλαγή δεν γίνεται παρά να φορτίζει τον Κούρο με διάφορα αιθήματα .Δείχνει αποφασισμένος να σταθεί όρθιος στην πρόκληση να κάνει το πρώτο βήμα σταθερό και αποφασιστικό, αλλά μ’ένα ίχνος αβεβαιότητας. Μειδιά όχι από χαρά, αλλά από το συναίσθημα που του γεννάει η αποφασιστικότητα, ώστε να διανύσει το νέο δρόμο με ελπίδα νίκης. Στην έκφρασή του διακρίνεται η αγωνία, το πάθος, η απόφαση, ο σκεπτικισμός του δισταγμού, αλλά και το ψυχικό σθένος. Ξεκινάει τη μεγάλη ανθρώπινη περιπέτεια σε πολιτικό σε πολεμικό και προπάντων σε ανταγωνιστικό γή-πεδο με σφιγμένες γροθιές, γνωρίζοντας, διαβλέποντας ή έστω διασθανόμενος τους μελλοντικούς κινδύνους . Ο Κούρος φαίνεται να βλέπει τόσο μακρυά από την εποχή του, όση είναι και η απόσταση που τον χωρίζει απ’τον αρχάνθρωπο. Όντας ο ίδιος το μεταβατικό στίγμα του ανθρώπου που περνάει στο κατώφλι της πόλης «μεταμορφωμένος» σε πολίτη, είναι βέβαιο ότι με τα πέτρινα μάτια του κοιτάζει παράλληλα και προς το μέλλον. Ίσως όχι τόσο θαμπά ώστε να μην διακρίνει τον επιγενόμενο άνθρωπο ακόμη και μελλοντικό ταξιδευτή στο Σύμπαν.


***



Ένα από τα εγγενέστερα παραδείγματα, που αφορά και τους Δελφούς αμεσώτερα,είναι η χρηστι-κή αλλοίωση, στην οποία εξέπεσε ο παραδοσιακός ναός. Η αρχική Καλύβη, κατοικία μιας έννοιας του θεού, από ζωντανό, εν δυνάμει και ενεργεία Πρότυπο, κατέληξε μέσα από αρχιτεκτονικές πολυρρυθμίες, ένα απλό Σύμβολο. Ένα από τα μορφοποιημένα αυτά σύμβολα, είναι και ο αρχαίος Ελληνικός ναός. Θα ήταν δυνατόν στο προσεγγιστικό ακόμη στάδιο γνωριμίας του, να περιγραφεί ως υπερφίαλος, τουλάχιστον σε ανάστημα. Καμιά απολύτως σχέση με τον μικρό, ζωντανό και εν δυνάμει πρότυπο ναό, νηό ,νεώ ,του ένδοξου και ηρωικού παρελθόντος. Της μινω-μυκηναϊκής εποχής. Οι σφραγιστικές παραστάσεις των μ-μ.δαχτυλιδιών έδειξαν ότι μέσα σ’ ένα είδος σηκού, υπήρχε και ένα ζωντανό πρόσωπο του θεού στην φυτολογική του υπόσταση.



Στον συνεχόμενο λίθινο, συμβολικό πια ναό, ήδη από την αρχαϊκή εποχή μέσα στο άδυτο, δέσποζε ένα συμβολικό άγαλμα του θεού, που ακολουθώντας την εξέλιξη, μεταστρεφόταν κι αυτό σε σύμβολο... Ακόμη σπουδαιότερος νεωτερισμός ‘’ πρός τή πειθώ τών πολλών’’ ήταν το γεγονός, ότι αυτό το άψυχο Σύμβολο, πλασμένο με υστεροβουλία του κλήρου κατ’ εικόνα και όμοίωσιν ανθρώπου, βρισκόταν εκεί με μορφή ανθρώπινη. Το κυριότερο αρχικό χαρακτηριστικό ιδίωμα του θεού, όπως διαπιστώθηκε στις παραστάσεις των χρυσών μινω-μυκηναϊκών δαχτυλιδιών, ήταν ο έντονος ερωτικός χαρακτήρας του. Στη νέα μορφή και στο νέο άδυτο ευτυχώς τα πάτρια δεν άλλαξαν. Ο θεός ως μετοχική μέριμνα της αείζωης Δημιουργίας, έπρεπε να κοσμείται και εμφανώς από μιάν απαραγνώριστη και σταθερή ιδιότητα. Από ένα σταθερό Κατηγόρημα. Όλη η Δημιου-ργία διαιωνίζεται με την ερωτική Πράξη. Είναι καρπός ερωτικός. Τόσο στον Φυτικό, όσο και στον Ζωικό Κόσμο, το αείζωον στηρίζεται στην ερωτική Πράξη. Ο Θεός κατά συνέπεια πάνω απ’ όλα, φέρει ζωηρά και εμφανή ερωτικά χαρακτηριστικά. Μερικές φορές εικονίζεται και αρρενό-θηλυς. Ο Διόνυσος, εκτός από Φαλός ονομάζεται και γύνης. Ο παραδοσιακός Φαλλός της κάθε Διονυσιακής Πομπής ήταν κατασκευασμένος από ξύλο ερινεού. Αγριοσυκιάς. Στην Διονυσιακή Πομπή των Πτολεμαίων στην Αίγυπτο, έπί πάντων ήρχε Φαλλός.


(Το φαινόμενο διαιωνίζεται έως σήμερα. Ο Χριστός σε ορθόδοξη εκκλησία της Συρίας εικονίζεται με γυναικεία ενδύματα. Παράλληλα, (πολύ εύστοχα περιγράφεται ως άρσεν πέφυνεν Χριστός ινα γονημεύση την παρθενεύουσαν νυδήν), θεώνεται πάνω στον Σταυρό που δεν είναι παρά το υποκατάστατο του συμβολικού Ιερού Δέντρου της χριστιανικής ανθρωπογονίας. Το περιβόητο ξύλον, του οποίου το είδος, δεν αναφέρεται ποτέ, δεν είναι άλλο από τον ερινεό. Τα περιζώματα εκ φύλλων συκής, της χριστιανικής ανθρωπογονίας, ως δηλωτικά είδους, φανερώνουν το μυ-στηριακό δέντρο της Ζωής και του Θανάτου, του Καλού και του Κακού.) Ήταν ήδη γνωστό ότι ερινεός, σήμαινε, ειδικά στους Αττικούς, θεός ή σύκον άρρεν.

Ο αρχαίος Ελληνικός Ναός ιδρύεται με ένα εξεζητημένο, πληθωρικό σε ιχνοστοιχεία, όπως είναι το μάρμαρο, υλικό, που ωστόσο ουσιαστικά είναι ένα άψυχο σώρρευμα.


Κάτω από τέτοια αβελτηρία, αναδείχτηκε μιά ευφυής συμπλήρωση των όποιων ελλείψεων. Κατα-βλήθηκε ιδιαίτερη προσπάθεια ώστε η ίδρυση να γίνεται πιστότερη στις συντεταγμένες με τις οποίες εκδηλωνόταν, και λειτουργούσε το Ιερόν. Η ανέγερση του κάθε ναού, εναρμονιζόταν ως υποπολλαπλάσιο της Κοσμικής και Χρονικής Αρμονίας. Ο κάθε ναός, όντας ένας κυριολεκτικά μικρόκοσμος του Χώρου, κατά την Τελετή, συνδεόταν με τον Χρόνο και ασφαλώς παρείχε έργο τέλειον. Ασφαλέστατα η Ακολουθία του Τυπικού παρείχε Τελετ-ουργία.


Ο Βωμός π.χ. που βρίσκεται σε αρμονία μετρικού Κανόνος από τον ναό, συναρμολογείται από 365 στοιχεία, όσες είναι οι μέρες και οι εορτές του χρόνου. Ο ίδιος ο ναός, έχει δικά του υποπολλαπλά-σια Κοσμικά αλλά και Γήινα μεγέθη. Στὴν ἀρχιτεκτονική του Παρθενώνα ἐμπεριέχονται μεταξὺ ἄλλων, α] τὸ γραμμικὸ μῆκος ἐνὸς πρώτου λεπτοῦ τοῦ μεσημβρινοῦ της Γῆς, β]τὸ γραμμικὸ μῆκος ἐνὸς δευτερολέπτου τοῦ Ἰσημερινοῦ. Ένας επίσης αυστηρός ίερός κανόνας, με επαχθείς όρους για τον εργώνη, χρησιμοποιήθηκε κατά την ίδρυση του ναού του Διός Βασιλέως στην Λειβαδιά.

Ωστόσο ο έσχατος συμβολικός ναός, εν πολλοίς ήταν αδύναμος στην θεραπεία του θρησκευτικού συναισθήματος. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις εκτός από αρχιτεκτονική τελειότητα, αποτελούσε απλά πολιτισμική αναγκαιότητα, συνηθέστατα πολιτική αυθάδεια, αλλά και έκφραση θρησκευ-τικής ματαιοδοξίας. Ο Παρθενώνας λ.χ. είχε μια μοναδικότητα μεταξύ των Ελληνικών Ναών. Ήταν διακοσμημένος με « σκηνές του καθημερινού δημοκρατικού βίου » της εποχής του Περικλή.

Μετά από χίλια χρόνια ένα παράλληλο σύμβολο, προσωποποίηση της αλλαζονείας των βυζαντινών αυτοκρατόρων, η Αγία Σοφία, θα γίνει το γόητρο μιας παντελώς απροσμάχητης Βασιλεύσας. Η επίσκεψη, μια απλή επίσκεψη στους Αγίους Τόπους του Λέοντος ΣΤ απεικονίστηκε μέσα στην Αγία Σοφία σε ψιφηδωτό !!


Με τέτοια, ίσως υπερβολικά κρινόμενα, αλλά σταθερά δεδομένα η όποια προσέγγιση ερμηνείας των αρχικών δρώμενων στο χώρο των Δελφών, έτσι όπως θα είχαν τροποποιηθεί κατά την Ιστο-ρική Περίοδο αποβαίνει προσπάθεια με προδικασμένα και αρνητικά και ελεγχόμενα αποτελέσμα-τα. Η εικόνα που μέλλει να προκύψει με κάθε βεβαιότητα είναι ένας κατοπτρισμός σε διάθλαση.


Ήδη σε μερικές περιπτώσεις αξιόλογοι επιστήμονες ακολουθώντας έναν διαφορετικό δρόμο προσ-έγγισης της αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας, καταλήγουν σε συμπεράσματα και εκτιμήσεις που προκαλούν τουλάχιστον απορίες.** Ο σεβαστός καθηγητής Walter Burkert ερμηνεύοντας τις Θυ-σίες, στο κεφάλαιο της προσφοράς των πρώτων καρπών, ‘’διηγήσατο ήμίν πολλά και παράδοξα’’ { ο ανθρωπος δίνει κάτι σ’ ένα άλλο πρόσωπο, αναμένοντας να πάρει κάτι σε αντάλλαγμα μέσα στο προβλεπόμενο μέλλον, ή ανταποδίδει επειδή έχει λάβει κάτι στο παρελθόν. Στις παλιότερες προκαπιταλιστικές κοινωνίες το να δίνει κανείς και να ανταποδίδει αναπτύχθηκε σ’ ένα πολύ σημαντικό και σύνθετο σύστημα επικοινωνίας, μετα-βάλλοντας σχεδόν κάθε ανθρώπινη σχέση σε ανταλλαγή δώρων. Το να δίνει λοιπόν κανείς είναι ισοδύναμο με τη «στρατηγική ενός τσιγκούνη» (με όρους της βιοκοινωνιολογίας)( !!), που έχει την τάση να είναι «εξελικτικά σταθερή». Οπωσδήποτε είναι μια πολύ αποτελεσματική μέθοδος για την οργάνωση κοινωνικής συνεργασίας, και για την αντιμετώπιση του μέλλοντος }. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΑ σελ.95 εκδ.Μ.Ι.Ε.Τ.


Ο πολυγραφότατος καθηγητής της Θρησκειολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης, έχει την τάση να εξετάζει το Θέμα από την στρουκτουραλιστική, όπως ονομάζεται σκοπιά. Απλοποιεί και μετα-φέρει τις θυσίες από τις απαρχές τέλεσής τους, σε επίπεδο πρακτικής, ως προϊόντα μιας βιοκοινω-νιολογικής και μόνον αντίληψης. Θα υπήρχε ίσως ένα μέρισμα δίκαίωσης αυτών των απόψεων, που μάλιστα υποστηρίζονται και από το εύλογο συμπέρασμα ότι ποτέ κανείς θεός σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης, δεν ζήτησε όποιουδήποτε είδους Θυσία, και πολύ περισσότερο αν-θρώπινη.


Αλλά. Υπάρχει και το Αλλά.


Αν πράγματι κατά την θυσιαστική προσφορά γίνει αποδεκτή μια αντίληψη και πράξη της «στρα-τηγικής ενός τσιγκούνη», τότε δεν θα ήταν ανάγκη αυτή η κοινωνία ιδιοτέλειας να θυσιάσει τον ίδιο τον βασιληά, αλλά θα θανάτωνε έναν ήδη καταδικασμένο. Κατά την θυσία πάντοτε προσφέρονται τα καλλίτερα και πιο εύρωστα ζώα. Για να αποφευχθούν μάλιστα συμπεριφορές «τσιγκούνη» ο Αριστοτέλης, στην Θεολογία του υπογραμμίζει ‘’ ούδέν κολοβόν προσφέρομεν πρός τούς θεούς’’ (fr,108,1495,b8) και‘’τάς θυσίας προς τους θεούς αίσίως κατά τά πάτρια έξωμεν.’’ r. 1446,39,a. Στην παράγραφο ‘’ περί Θυσιών’’ εκτίθεται ένας λεπτομερέστερος λόγος που δικαιολογεί την Αιτία τέλεσης των Θυσιών, που ασφαλώς σε καμία περίπτωση, δεν δικαιολογεί ένα φειδωλό δούναι και λαβείν μεταξύ θεού και ανθρώπου. Ο απλός πρώτος κυνηγός παρατηρεί έκπληκτος ότι όταν το αίμα πέφτει πάνω στον πυριτόλιθο τότε παράγεται και εκδηλώνεται φωταύγεια. Παρατηρεί ότι το νερό που πηγάζει μέσα από πυριτολιθικό πέτρωμα, έχει ταχύτερες εγκεφαλικές εγρηγόρσεις. Ήδη σε πηγή εποχής Κρό – Μανιόν βρέθηκε σκόπιμα σπασμένος πυριτόλιθος. Οι πρώτες αυτές μηχανικές, παρατηρήσεις σταδιακά βελτιούμενες οδήγησαν σε μεγαλύτερης εμβέλειας προσφο-ρές. Στους Δελφούς για παράδειγμα μια Εκατόμβη γινόταν όχι για το θεαθήναι, αλλά όπως προ-κύπτει και από φιλολογικές μαρτυρίες, ‘’ίερεύσιν ένορχα τοίς ποταμοίς και Ποσειδώνι δε, διά τό έκ τού ύγρού τήν γένεσιν, Ωκεανού καί θεών.’’ για το βέβαιο και φυσικό ενδυνάμωμα του Μεγάλου Ωκεανού.)


Σύγχρονες επήρρειες του Ιερού Τόπου


Η περίπτωση του να στέκεται κάποιος, σε στάση προσοχής μπροστά στον Ηνίοχο, επειδή κάπου διάβασε ότι : «με το στιβαρό χέρι του κρατάει τα Ήνία του άρματος της ανθρωπότητας» ή κάτι τέτοιο, είναι και πρέπει να θεωρείται υπερβολή. Υπέρβαση που δικαιολογεί απόλυτα εκείνο το έπεί δέ ήνθισεν ή τέχνη ηύξησεν ή πλάνη. Βέβαια ο καθένας έχει δικαίωμα στον ελεύθερο διαλογισμό, στην παρόρμηση, στο υπολανθάνον έστω και ατταβιστικά κραταιό κλέος της προ-γονικής κληρονομιάς, ομολογουμένως δίκαια και άριστα πράττων. Είναι τόσο γοητευτική η προσ-έγγιση, η επαφή με τα αρχαία Ελληνικά μνημεία, με αυτά τα «άνθη του έαρος της ανθρωπότητας» όπως τα περιέγραψε ο Χαϊνε, που τα συναισθήματα κατά το ταξίδι στην αχλύ του χρόνου, άγονται και φέρονται σαν μέσα σε παραλήρημα. Όμως σε μια ψύχραιμη αναζήτηση Στοιχείων της Αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας εκείνο που έχει πρωτεύουσα αξία είναι η θέση θεώρησης. Οι εμπειρίες και οι καταστάσεις γίνονται ρευστές. Για παράδειγμα άλλη εικόνα και αποτέλεσμα έχει ένα ταξίδι προς το παρελθόν, ωσπού δηλαδή να φτάσει κάποιος νοερά στους Δελφούς της αμφικτυονικής περιόδου ή στην Αθηναϊκή Ακρόπολη των κλασσικών χρόνων, και τελείως διαφορετική γνώση και συναισ-θήματα αποκτάει εκείνος που κάνει ένα ταξίδι από την Αρχή, κινούμενος δηλ. με φορά προς το μέλλον. Κι όσον αφορά τον πρώτο δρόμο, αυτός είναι ο συνήθης. Ο δοκιμασμένος και ο μοναδικά γνωστός . Όμως υπάρχει και ο άλλος. Αυτός ο άλλος, ο δεύτερος δρόμος, αποφέρει έστω και με θεωρητική επαγωγή εμπειρίες εκπληκτικές.



Πολύ διδακτική γίνεται η εξής ανασύνθεση. Ας φανταστούμε το εξής «γεγονός».

Μια ομάδα κυνηγών, των πρώτων κυνηγών, ανεβαίνει για πρώτη φορά στον επονομαζόμενο αρ-γότερα Ιερό Βράχο. Στην Αθηναϊκή Ακρόπολη. Ασφαλώς η εδαφομορφία δεν θα ήταν όπως η ση-μερινή. Το πέτρινο όρος στη μέση του αχανούς Αττικού πεδίου, ασφαλώς θα είχε άλλη μορφή. Πιθανότατα θα ήταν οξύκορφο. Ζωηρό όμως ενδιαφέρον παρουσιάζει η θρησκευτικής σημασίας Αποκάλυψη στην ομάδα των πρώτων κυνηγών, των λογής Επιφανειών που υπήρχαν πάνω σ’ αυτήν την δυσπρόσιτη κορυφή. Επιφάνειες, που πάντοτε αποκαλύπτονται στον άνθρωπο, και δεν ανακαλύπτονται απ’ αυτόν, όπως διδάσκει η Θρησκειολογία. Επιφάνειες που με σαφήνεια αναγνωρίστηκαν, και στη συνέχεια έγιναν αποδεκτές από την ανθρώπινη κοινότητα. Μια πρώτη εντύπωση Επιφάνειας, έδινε το ίδιο το υψίπεδο του πετρόλοφου, έτσι όπως ορθωνόταν μέσα στην καταχνιά της πλούσιας βλάστησης, τριγυρισμένο από τέσσερα τουλάχιστον ποτάμια και μια μικρή λίμνη, ή έναν εκτεταμένο βαλτότοπο, πριν από την θάλασσα.


Στην κορυφή η αποδεικτική Επιφάνεια της πέτρας γινόταν μια απτή απόδειξη του ισχυρού, και της διάρκειας. Η πέτρα χρησιμοποιήθηκε ως όπλο, εργαλαίο,έμβλημα, ταφικός συμβολισμός, κ.α. Έτσι η αρχική Επιφάνεια υποκατηγορήθηκε σε Ισχυοφάνεια. Ένα Ιερό Δέντρο προσαρτήθηκε ή βρισκόταν γενεσιουργά συν-δεμένο με τον Βράχο. Αναγνωριζόταν και γινόταν αποδεκτό, ως το πρότυπο της αιωνιότητας. Το δέντρο χάνει και ξαναποκτά τα φύλλα του, «πεθαίνει και ανασταί-νεται».Το Δέντρο ορθωνόταν πάνω έναν Βράχο, που βρισκόταν στη ρίζα του, ή ήταν φυτρωμένο εκεί γεννεσιουργά, και Φαινόταν καθαρά ότι τον προστάτευε από τα καιρικά φαινόμενα, ενώ με τη σειρά του ο βράχος εξασφάλιζε το αείζωον του δεντρου, παρέχοντας την απαραίτητη και ζωηφόρα υγρασία. Το δυώνυμο Βράχος – Δέντρο,για τον Πρώτο Κυνηγό αποκαλυπτόταν έτσι από μόνο του, ως μια βέβαιη ΕπιΦάνεια.


Κάτι συνέβαινε εκεί. Κάτι ΕπιΦαινόταν. Έχει ήδη παρατηρηθεί και καταγραφεί 8 ότι οι ρίζες του αποδεκτού πλέον Ιερού Δέντρου, πάνω στην κορυφή του λόφου, όπου συνηθέστατα υπάρχει ο Τάφος του Αρχηγέτη και Σωσίπολι, ότι υγραίνονται από το νερό κάποιας Πηγής, η οποία βρίσκεται στη βάση του αποκαλούμενου Ιερού Όρους. Ωστόσο όλα δείχνουν ότι στην συγκεκριμένη Αθηναϊκή Ακρόπολη, ένα ήμερο - και όχι άγριο αρσενικό δέντρο όπως κατά κανόνα συμβαίνει – δέντρο, η περίφημη ελαία, δεν φύτρωσε από μόνο του, αλλά προφανώς φυτεύτηκε από τους Αθηναίους. Αυτή η ήμερη και πολιτισμένη Εληά,για να διαιωνιστεί ως αείζωον Ιερόν Δένδρον, χρειαζόταν και την ορατή συνύπαρξη νερού. Μυθολογικά το νερό προστέθηκε από τον Ποσειδώνα, αλλά οι Αθηναίοι πάντα έδειχναν με υπερηφάνεια ένα Ιερόν Φρέαρ, πάνω στην Ακρόπολή τους. Έτσι, η ομόδρομη ομάδα σε λειτουργική σύνοδο στον Χώρο, έγινε αληθινή Ιεροφάνεια.

Αργότερα αυτή η ανεικονική Ιεροφάνεια, θα μεταστραφεί σε Θεοφάνεια. Πολύ πιο αργότερα, η Θεοφάνεια θα πάρει ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Θα γίνει ένας ανθρωπό-μορφος θεός. Ένας επώνυμος ανθρωπόμορφος θεός.


Στην εν λόγω περίπτωση η γλαυκώπις Άθήνη, θα λατρευτεί εκεί πάνω, σε δικό της επώνυμο ναό. Στους Δελφούς θα διαδραματιστεί ένα ίδιο Φαινόμενο. Οι τοπικές φυτικές Επιφάνειες της Δάφνης και του Κισσού, σταδιακά θα αναδείξουν εκεί τους δύο επώνυμους πλέον εκφραστές της Εμπειρίας του Τοπίου, τον Απόλλωνα και τον Διόνυσο.


Ωστόσο αν στο ταξίδι από την αφετηρία προς το μέλλον, αφεθεί κάποιος χαλαρός στην επιρρέπεια κινδυνέυει να πέσει στη δίνη κάποιου «ξέτραχου απόγιορτου». Το ερώτημα κατά συνέπειαν είναι: Υπάρχει ασφαλής τρόπος προστασίας και αποφυγής, παρορμητικών εντυπώσεων; Η απάντηση είναι ασφαλώς ναι. Η φανταστική λοιπόν αυτή περιπέτεια για να αποφέρει εναργέστερες εικόνες και ευστοχότερες εκτιμήσεις χρειάζεται να κινηθεί πάνω σε κάποιες συντεταγμένες. Ακριβέστερες γνώσεις θα προκύψουν από την αμφιδρομία του ταξιδιού.


Και από την σημερινή εποχή προς το παρελθόν, αλλά και από την αρχή προς το μέλλον. Δηλαδή αν θελησει κάποιος να έχει επαρκέστερη γνώση του χώρου των Δελφών ,κατά την περίοδο των Αμφικτυωνιών, ή της Αθηναϊκής Ακρόπολης κατά την κλασσική εποχή, οι γνωστικοί δρόμοι είναι δύο. Ένας από δω προς τα εκεί και ο άλλος από την αρχή προς τα εδώ.

Αναμφίλεκτα μια καθοριστική διαφορά αναγνωρίζεται στο εξής συλλογιστικό σχήμα. Τα έργα και οι ημέρες των Αθηναίων της εποχής του Περικλή όσον αφορά την Ακρόπολη, και τα αντίστοιχα του Δελφικού χώρου, κατά την εποχή των Αμφικτυωνιών, είναι σήμερα θαυμαστά και αποδεκτά. Το εντελώς αντίθετο συμβαίνει αν η θέση θεώρησης αντιστραφεί πλήρως. Άραγε πως «θα κοίτα-ζε» τους Αθηναίους ο πρώιμος κυνηγός που πρωτοανέβηκε σ΄αυτόν τον δεδομένο Ιερό Βράχο. Τον χώρο που αβίαστα του αποκαλύφθηκε ως έδρα των απλούστερων αρχικά Επιφανειών .

Αύτός ο πρώτος κυνηγός με την Αποκάλυψη των λογής γήινων και ατμοσφαιρικών Ιεροφανειών, του εξαιρετικου Υψίπεδου, ασφαλώς «θα έβλεπε» την αντικατάσταση των πρότυπων φυσικών στοιχείων, με συμβολικές κατασκεύες, όπως οι ναοί, και τα συναφή ιερά καθιδρύματα, προορισμένα για «λατρεία» επώνυμων ανθρωπόμορφων θεων, ως αληθινή ιεροσυλία.





Ο Πρωτόγονος δεν «λάτρευε» με τη σημερινή αντίληψη που εκφράζει ο όρος, έναν αρχικό «θεό», αλλά κατά πάσα πιθανότητα χρησιμοποιούσε αυτόν τον «αρχικό θεό» στην φυσική μορφή των Πρότυπων Ειδών. Πρόκειται για τα συγκεκριμένα Πρότυπα, που σήμερα έχουν γίνει Σύμβολα. Βεβαίως κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει μια ιδεατή επικοινωνία, έναν θαυμασμό και μια απορία του Πρωτόγονου προς έναν Δημιουργό. Κάτι τέτοιο θα πρέπει να θεωρείται περίπου δεδομένο.

Η επισημαινόμενη διαφορά, που συγχρόνως αποτελεί και απόδειξη, διαφαίνεται στο ότι ο Πρωτό-γονος λ.χ. δεν θυσιάζει σ’ έναν αόρατο, και παντελώς αφηρημένης έννοιας θεό, αλλά το πράττει κινούμενος πάνω σε συγκεκριμένα απτά Στοιχεία, τα οποία ανταποκρίνονται άμεσα στην προσ-φυγή. Εδώ λοιπόν τονίζεται η στρέβλωση που υπέστησαν τα ζωτικής σημασίας Πρότυπα, που από αρρωγά εύρρυθμης λειτουργίας στην ανθρώπινη ευζωϊα, μεταποιήθηκαν σε αληθινά όπλα τόσο της Πολιτικής, όσο και της Θρησκευτικής Εξουσίας.


Στους Δελφούς που είναι και το Σημείο αναφοράς,η εντύπωση δε θα ήταν διαφορετική. Σ’αυτήν την «γυρτή πλαγιά, όπου και τα δέντρα γέρνουν» οι πρώτοι άνθρωποι που παρατήρησαν τις εξαι-ρετικές ιδιότητες του χώρου, θα «έβλεπαν», τις ύστερες κατασκευές ασφαλώς ανώφελες και βε-βαίως περιττές. Ο ναός, το θέατρο, το στάδιο και όλος ο κόσμος των θησαυρών και αναθημάτων ως μελλοντικά προϊόντα του φαινόμενου «Πόλις» είναι προκαταβολικά απορριπτέα από τον αρχέ-γονο άνθρωπο. Από την αρχαιότερη θρησκευτική συνείδηση, θεωρούνται το λιγότερο, ως έργα λατρειακής παρακμής. Αν η απλή Επανάληψη του αρχικού σφριγηλού Τυπικού, είχε τέτοιας ποιότητας, και τέτοιου εκπληκτικού κάλλους έργα, ώστε σοφοί όπως ο Θαλής και ο Αριστοτέλης να τους χαρακτηρίσουν ως πλήρεις θεού και θειότητος, είναι αρκετά εύκολο να υποτεθούν τα αποτελέσματα που προέκυπταν από τις πρώτες πληρέστερες, υγιείς, και ανυστερόβουλες ιεροπραξίες, με την συμετοχή όλων των στοιχείων του μοναδικού Δελφικού του Τόπου.



1/ ΒΙΤΡΟΥΒΙΟΥ ‘’Περί Αρχιτεκτονικής’’ (Επίμετρο Μανώλης Κορρές σελ.389) Εκδόσεις ΠΛΕΘΡΟΝ 1998 2/ Μίνω-Μυκηναϊκός Διόνυσος.( Εκδ.Λιβάνη 1993)

3/ ο.α. σελ.99 κ.ε.

4/ Από τη στιγμή που είναι δυνατόν να αποδειχτούν, ακριβώς βάσει των αρχαιολογικών ερευνών τα χρονικά πλαίσια αυτού του μεταχηματισμού, μπορεί κάποιος να παρακολουθήσει την αλλοίωση που υπέστησαν ο χώρος και η λειτουργία. Το αρχαιότερο τέμενος, ένας πραγματικός τ-όπος θέατρον του Αγώνος της Θυσίας, του Συμποσίου, του Κώμου, του Γάμου, μ ε τ α β λ ή θ η κ ε σε

θέατρο-θέατρο. Αρχικά μιάς κατά συνέπειαν μυθοπλασίας, - κυρίως κατά την κλασσική εποχή – και σταδιακά εκτροχιαζόμενο, περιέλαβε «έργα» διαπαιδαγώγησης, μάθησης, συμπερι-φοράς, και γενικά «μίμηση χαρακτήρων, που είχαν να άνουν με τις σχέσεις της ολοένα νεωτερίζουσας κοινωνίας. Τελικά το Θέατρο υπερβαίνοντας όλα τα πολι-τισμικά προϊόντα, κατρακύλησε στο έσχατο σημείο εξαθλίωσης. Έγινε χώρος πολιτικής προπαγάνδας.

Τι απέμεινε από το αρχαίο θέατρο ; Μόνον ο τ-όπος, ο χώρος. Αλλά και αυτό το στοιχείο λόγω του ελλειπούς αντικειμένου, και της έλλειψης συναφών εμπειριών, παραμένει σκοτεινό και αδιευκρίνιστο. Σαν ξηρός και βουβός χώρος. Η μόνη αξία που του απομένει είναι εκείνη που θα του δώσει η αρχαιολογική σκαπάνη. Πώς όμως είναι δυνατόν να αποκαλυφθούν τέτοιοι χώροι ;


Προκαταβολικά πρέπει να τονιστεί πως τα αρχαία τεμένη υπάρχουν όλα. Ο Τ-όπος δεν εξαφανίζεται. Η δυσκολία είναι στα εφόδια πρόσβασης προς τα εκεί. Παράδειγμα είναι δύο άγνωστα μέχρι σήμερα τεμένη…… …..Υπάρχει κάποια μέθοδός, που προέκυψε από την ίδια τη μεταφορά του θεάτρου, αλλά θα ήταν σφάλμα να ονομαστεί : «τεχνική μέθοδος πρόσβασης», παρά το ότι μοιάζει με τέτοια. Το γεγονός της μεταφοράς και μεταμόρφωσης του θεάτρου της αλληλουχίας των μυητικών τελετών, στο πολιτειακό περιβάλλον είχε και κάποια συνέπεια στη θρησ-κευτική δεοντολογία. Τουλάχιστον κατά την κλασσική εποχή. Το θέατρο μεταφέρθηκε, αλλά δεν απομακρύνθηκε από την ιερή χωροταξία, και τους γαιωδαιτικούς κανόνες των Ισχυοφανειών, ή των Θεοφανειακών δεδομένων. Από τον ιερό δηλ χώρο που περιέχει αντιπροσωπευτικά στοιχεία πανίδας και χλωρίδας της ευρύτερης περιοχής, και βεβαίως τα τέσσερα κοσμογονικά είδη. Τη Γή, Νερό, Φωτιά, και Αέρα, ως Επιφανειακών παρουσιών μιάς αέναης δυναμικής, με την οποία φόρτιζαν τον αποκομμένο Ιερό Χώρο, και τον καθαγίαζαν. Όπου ιδρύθηκε Θέατρο, ως παράγωγο της Πόλης, έγινε στην κορυφή του λοφου ή βουνού, όπου άλλοτε στην κορυφή υπήρχε τέμενος, ή έστω κάτι ακόμη αρχαιότερο. ένας απλός βωμός. Μ’ αυτήν την παρατήρηση διατυπώνεται το εξής : Όπου υπάρχει αρχαίο θέατρο, στην υπερκείμενη κορυφή θα πρέπει να αναζητηθούν τέμενος και ίχνη βωμού. Ίχνη βωμού γιατί όπως προειπώθηκε ένας χώρος τέμενος δεν υπόκειται σε καταστροφή. Αλλοιώνεται αλλά δεν «χάνεται». Θεωρητικά όλα τα τεμένη που αναφέρονται στα φιλολογικά κείμενα, επιζούν περισσότερο ήλιγότερο αλλοιωμένα, και το μόνο που χρειάζεται συμπερασματικά είναι η αποκαλυπτική ερμηνεία τους… Μινω-Μυκηναϊκός Διόνυσος, σελ.146-8.

5/ «βωμός, οί δε όρυμβος».Ησ.

6/ Ευριπ. Βάκχ. Το απόσπασμα: βότρυν μέγαν..

7/ Άσκρη, χείμα κακή,θέρει άργαλέη, ούδέποτ’ έσθλή. Ησίοδ. Έρ. κ. Ημ.

8/ Μ.Ελιάντε: ‘’Πραγματεία στην Ιστορία των Θρησκειών’’



Κ2


Εκεί όπου ναίει ο Απόλλων


Πυθίαν ίερόκτιστον

ναίων Δελφίδ’ άμφί πέτραν

άεί θεσπιόμαντιν έ-

δραν, ίη ίέ Παιάν,

Άπολλον…..

[Άρ]ριστόνοος Νικοσθένους Κορίνθιος [Α]πόλλωνι


ΦΑΙΔΡΙΑΔΕΣ






Φαιδριάς. Φασί τόν Αίσωπον έν Δελφοίς άδίκως άπολέσθαι ύπ’ αύτών, κατακρημνισθέντα άπό τών Φαιδριάδων καλουμένων πετρών

Suda


οί πρός τό ίερόν τό έν Δελφοίς άμαρτάνον- τες κατά Φαιδριάδων πετρών ώθούντο

Scholia in Aeschinem 2,142,5




Ο ευρύτερος Χώρος των Δελφών και εξ αιτίας σταθερών φαινομένων, αλλά και λόγω μαρτυρημένης παράδοσης, αποτελεί πάνω απ’ όλα έναν αναμφισβήτητο Τόπο Ιεροφανειών.

Θα ήταν μάλιστα δυνατόν να αποτελέσει σημείο αναφοράς, αφού τέτοιοι ακριβώς ιδιαίτεροι χώροι περιγράφτηκαν με φθέγματα βαρύνουσας σημασίας : ‘’πεπλήσθαι πάντα θειότητος ‘’ (Αριστλ. Ρητ.1411β ) και ‘’πάντα πλήρη θεών’’ (Θαλής) Ο Χώρος όπως στην συνέχεια θα διαπιστωθεί άλλωστε, κατά την τέλεση των όποιων δή ποτε άγιστειών αποδεικνυόταν ως όντως ών, πλήρης θεού και θειότητος. Από τα πρώτα και κύρια στοιχεία οι περίφημες πιά Φαιδριάδες.

Αποτελούν το εντυπωσιακότερο Στοιχείο, και κατά κάποιο τρόπο την ταυτότητα του Δελφικού χώρου. Χωρίς τις Φαιδριάδες, οι Δελφοί δεν θα διέφεραν από έναν συνήθη χώρο.

Τα σταθερά αρχικά Στοιχεία εκεί είναι οι δίδυμοι βράχοι, το νερό, η δάφνη, και ο κισσός,

Τα δύο τελευταία ως αρχικές Ιεροφάνειες, είναι που προσέδωσαν σταδιακά στον Χώρο, την αδιάψευστη απόδειξη, της αληθινής συνύπαρξης εδώ, τόσο του Απόλλωνα με το φυτολογικό πρότυπο της Δάφνης, όσο και του Διόνυσου, με το αντίστοιχο του κισσού.

Βεβαίως δεν παραγνωρίζεται η καθοριστική σύνοδος του νερού. Η Ψυχή του Τόπου, η Κασταλία Πηγή. Αν ανάμεσα στους περίφημους βράχους δεν έρρε το θεσπέσιον ύδωρ, τα υδρόφιλα φυτά που προαναφέρθηκαν, θα ήταν αδύνατο να που ευδοκιμήσουν κάτω από την κοίλη πέτρα. Είναι η ανάβλυση και συνύπαρξη του Νερού εκεί, που προσδιορίζει όχι μόνον το εν δυνάμει, αλλά προσδίδει και το εν ενεργεία στο επιφανέστερο αρχαιοελληνικό Ιερό. *


Ως παράθεση ατελούς λόγου ωστόσο θα έμοιαζε, αν παραλειπόταν εδώ η πληροφορία, πως ένα πανομοιότυπο παράλληλο, σε ελάσσονα γεωμετρική κλίμακα, επαναλαμβάνεται τόσο στην Δήλο, όσο και στην Μύκονο. Η λειτουργικότητα και στις τρείς περιπτώσεις είναι η ίδια. Εκείνο όμως που τις διαφοροποιεί είναι η Λειτουργία, που πραγματοποιείται στους Δελφούς. Λειτουργία, με την συνέργεια και την εξεζητημένη διαμεσολάβηση του ανθρώπινου παράγοντα.

Αυτό σημαίνει ότι οι όποιες φυσικές διεργασίες επισυμβαίνουν εκεί, κατά ένα τρόπο έντεχνα μεταβάλλονται, και μετατρέπονται σε μέγιστο όφελος της ανθρώπινης κοινότητας.



Ένα από τα πρώτα σημειούμενα μέσα στον χώρο των Φαιδριάδων είναι και οι μετεωρολογικές συνθήκες, από τις οποίες συνηθέστατα εκδηλώνονται, παρατηρούνται, και στη συνέχεια προ-λέγονται οι καιρικές προγνώσεις. Όπως ακριβώς και στην περίφημη Δωδώνη, έτσι και στους Δελφούς, ο αρχικός μαντειακός χαρακτήρας, ήταν αποκλειστικά, ο προσπορισμός της πρόγνωσης του καιρού. Ο πρώτος μάντης - μετεωρολόγος εκεί σύμφωνα με την Παράδοση ονομαζόταν Παρνασσός.

‘’Παρνασού τώ τέ όρει τό όνομα τεθήναι λέγουσι καί

(άπό τούτου) Παρνασσίαν όνομασθήναι νάπην τών

πετομένων όρνίθων τήν άπ’ αύτών μαντείαν

γενέσθαι Παρνασσού το εύρημα. (Παυσ.10,6,1)’’


«Από τον Παρνασσό πήρε το όνομα και το βουνό,και

η Παρνάσσια φάραγγα. Ο Παρνασσός επινόησε τα μαντεία,

Από τα πουλιά που πετούν. (μετ.Ν.Παπαχατζή)»


Το διάφορο κατά τις καιρικές συνθήκες πέταγμα των πτηνών, προμήνυε τις επερχόμενες κλιματολογικές αλλαγές. Στην συνέχεια αυτό θα γίνει περισσότερο κατανοητό. Αργότερα ανάμεσα στις Φαιδριάδες συνέβαιναν και άλλες δραστηριότητες. Πολλές από αυτές θα παραμείνουν άγνωστες, ακριβώς επειδή δεν υπάρχουν γραπτές, ή αρχαιολογικές μαρτυρίες. Από τα πλέον άγνωστα δρώμενα, είναι και οι αιματηρές Θυσίες. Εξετάζονται λίγο αργότερα. Μερικές όμως σύγχρονες παρατηρήσεις που απορρέουν από την απόδειξη της καθόλου Φυσικής Επιστήμης, γίνονται άκρως ενδιαφέρουσες.


Ο χαρακτηρισμός του συγκεκριμένου χώρου ως : ‘’κοίλη… βήσσα τρηχεία’’ (Ομ.Υμν.Απόλλ.284)

προτρέπει ήδη σε αναζητήσεις λειτουργιών, που ασφαλώς ήταν εκμεταλλεύσιμες από τον άνθρωπινο παράγοντα, και βέβαια ενσωματωμένες σε Ιερή Ακολουθία. Σε άγιστεία. Η εδώ περιγραφόμενη βήσσα, όπως άλλωστε επιεβαιώνεται και από την σημερινή παρατήρηση, δηλώνει με σαφήνεια ένα σχήμα πλατύ στο κατώτερο τμήμα, και στενούμενο κατά την ανωφέρεια. Οι Αλεξανδρινοί είχαν σε χρήση ένα σκεύος με τέτοιο σχήμα. ( βήσσα. ποτήριον παρ’ Άλεξανδρεύσι πλατύτερον έκ τών κάτω μερών, έστενωμένον άνωθεν. Αθήν.ΙΙ, 784, Β)


Σ’ έναν τέτοιο γαιωδαιτικό χώρο, ο οποίος βρίσκεται αναπτυγμένος σε ικανό ύψος πλαγιάς βουνού, και μάλιστα υπερκείμενος αναπεπταμένης πεδιάδας, παρατηρουνται σπουδαία φαινόμενα. Όταν μάλιστα η ορεινή βήσσα, όπως η συγκεκριμένη των Δελφών είναι και χαρισματικός χώρος ανάβλυσης νερού, τότε τα Φαινόμενα αναδεικνύονται σε πολλά και ποικίλλα. Έχει παρατηρηθεί, αλλά και περιγραφεί ότι σ’ ένα τέτοιο ποτηροειδές σχήμα, όταν συγκεντρωθεί μεγάλη ποσότητα μάζας, εξ αιτίας χαμηλών βαρομετρικών πιέσεων, η πυκνότητα γίνεται τόσο ισχυρή ώστε « αγγίζει » καταστάσεις και ιδιότητες κινούμενης άμμου. Ειδικά στους Δελφούς, και ανάμεσα στις Φαιδριάδες, στη διάρκεια τέτοιων καταστάσεων, παρα-τηρείται ένα σπάνιο φαινόμενο. Πολλά πτηνά αιωρούνται εκεί με χαρακτηριστικό πέταγμα. Πτηνά, όχι βέβαια του γένους των γερακιών που έχουν κατηγορηματικά αυτήν την ικανότητα, αλλά κοινά πουλιά που διαγράφουν κύκλους και βυθίσεις με άνεση και χάρη. Με κύκλους, βυθίσεις, και σχηματισμούς, που μόνον μέσα στον χώρο των Φαιδριάδων είναι δυνατόν, και μάλιστα σε ειδικές συγκυρίες, να πραγματοποιήσουν.


Το διαφορετικό πέταγμα, και η ποικίλλη αιώρηση των πτηνών, γινόταν παράγοντας παρατήρησης και πρόγνωσης των ακόλουθων μετεωρολογικών συνθηκών. Η διαφορετικη κατεύθυνση πετάγματος, πρέλεγε τον αέρα της επομένης ημέρας,και σε περιπτώσεις τον αέρα μεγαλύτερης χρονικής διάρκειας. το κυμαινόμενο ύψος πετάγματος και αιώρησης, έδειχνε με σαφήνεια το βαρομετρικό χαμηλό ή υψηλό της κάθε άμεσα ερχόμενης χρονικής περιόδου.


Το Φαινόμενο, και ειδικά στους Δελφούς, στηρίζει την ερμηνεία του στην προϋπόθεση της αποδεικτικής διαδικασίας. Στην πολύ πλατειά βάση, που υπάρχει στο κατώτερο τμήμα, και βεβαίως στον πολύ στενό «λαιμό» που σχηματίζουν οι δίδυμοι βράχοι στην κορυφή. Αυτή η «καμινάδα» γίνεται και το γενεσιουργό αίτιο μιάς πάντα δυναμικής εκτόνωσης αέριων μαζών. Η Μετεωρολογία διδάσκει τον τρόπο. Λίγη παρατηρητικότητα χρειάζεται για να γίνει αντιληπτός, και εδώ ένας καταγεγραμμένος ήδη, και λεγόμενος Μηχανισμός Ανόρθωσης Νεφών. Η χαράδρα ανοιχτή προς τον Νοτιά είναι βέβαιο ότι συγκεντρώνει ‘’ασταθείς έρπουσες αέρειες μάζες’’ οι οποίες περιφέρονται στην πεδιάδα με τα 500.000 ελαιόδεντρα της Άμφισσας, και στην συνέχεια τις αναδίδει οδηγώντας τες σε κίνηση και πορεία ανοδική. Στον μηχανισμό αυτόν την κύρια συμβολή έχουν οι δίδυμοι βράχοι, οι οποίοι καθώς θερμαίνονται ταχύτερα από το όμορο περιβάλλον μετατρέπουν τις υγρές μάζες της πεδιάδας σε αέρα ελαφρύτερο και άρα συνεχώς εξατμιζόμενο. Μια αληθινή έγερση νεφών σημειώνεται εκεί.





Έτσι ακριβώς είναι γνωστή η λειτουργία, του μετεωρολογικού Μηχανισμού Ανόρθωσης Νεφών.


Απομένει ένα ακόμη Στάδιο, για την πρόκληση του υετού, της βροχής.Όση υγρασία κι αν σωρ-ρευθεί από τις νοτερές συνθήκες, η αναμενόμενη βροχόπτωση δεν επιτυγ-χάνεται, αν δεν μεσολαβήσει πνοή αντίθετη, και αέρας Βόρειος. Η πρόκληση της βροχής είναι αποκλειστική συνέργεια του Βοριά. Ακολουθεί η παράθεση των δύο αντίστοιχων Ύμνων, όχι τόσο από ποιητική διάθεση ή ευκαιριακή θεματική παρόρμηση, όσο από την πεποιήθηση ότι οι αρχαίοι αυτοί Ύμνοι γράφτηκαν όχι προς απλή γνωστοποίηση των μεταγενέστερων, όσο από την απαραίτητη χρήση τους, στην επίτευξη συνθηκών μιάς αρμονικής διαβίωσης, με τις εκάστοτε χρονικές συγκυρίες.

Θεωρείται, έστω περίπου βέβαιο, ότι εψάλλισαν κάποτε στους Δελφούς, όντας ένα είδος προ-ηγούμενου, εκείνου του σημερινού : ‘’ ύπέρ εύκρασίας άέρων…..’’


Βορέου,θυμίαμα λίβανον

Χειμερίοις αύραισι δονών βαθύν ήέρα κόσμου,

Κρυμοπαγής Βορέα,χιονώδεος έλθ’ άπό Θράικης

λύέ τε παννέφελον στάσιν ήέρος ύγροκελεύθου

ριπίζων ικμάσιν νοτεραίς όμβριγενές ύδωρ,

αίθρια πάντα τιθείς, θαλερόμματον αίθέρα τεύχων

άκτίνες ώς λάμπουσιν έπί χθονός ήελίοιο.

Ορφ.‘Υμν. 80,1


(Με χειμέρια φυσήματα δονώντας του κόσμου τον πυκνό αέρα,

σύ ο παγερός Βοριάς, έλα απ’ τη χιονισμένη Θράκη,

και διέλυε το βαρυσύννεφο σταμάτημα του υγροπέραστου αέρα

φυσώντας με νοτερές δροσιές το βροχογένητο ύδωρ,

κάμνοντας αίθρια τα πάντα, φτιάχνοντας τον αιθέρα ωραιόφθαλμον

καθώς οι αχτίδες του ήλιου λάμπουν πάνω στη γή.

μετ. Δ.Π.Παπαδίτας, Ε.Λαδιά.)


Νότου, θυμίαμα λίβανον

Λαιψηρόν πήδημα δι’ ήέρος ύγροπόρευτον,

Ωκείαις πτερύγεσσι δονούμενον ένθα και ένθα,

Έλθοις σύν νεφέλαις νοτίαις,’ομβροιο γενάρχα.

Τούτο γάρ έκ Διός΄ςστι σέθεν γέρας ήερόφοιτον,

ομροτόκους νεφέλας έη ήέρος είς χθόνα πέμπειν’

τοιγάρ τοι λιτόμεσθα, μάκαρ, ίερπίσι χαρέντα

πέμπειν καρποτρόφους όμβρους έπί μητέρα γαίαν.

Ορφ.Υμν.82,1


( Ω ευκίνητο πήδημα υγροπέραστο μέσα απ’ τον αέρα,

δονούμενο με γοργοκίνητα φτερά εδώ κι εκεί,

έλα με νοτερές νεφέλες, γενάρχη όμβρου.

γιατί απ’ το Δία σου δόθηκε τούτο το αεροπλάνητο δώρο,

να στέλνεις νεφέλες ομβροτόκες απ’ τον αέρα στη γή.

γι’ αυτό και σε ικετεύουμε μακάριε, αφού χαρείς με τις θυσίες

στέλνε βροχές καρποτρόφες στη γαία μητέρα.

μετ. Δ.Π.Παπαδίτας, Ε.Λαδιά.)



Ο Πλούταρχος τέλος, σημειώνει μια ποιότητα αέρος στον χώρο των Φαιδριάδων, που έχει άμεση και καθοριστική επίδραση σε μια βραδύτερη οξείδωση του χαλκού.

Τόν άέρα τόν έν Δελφοίς πυκνόν όντα καί συνεχή καί τόνον έχοντα, διά τήν άπό τών όρών άνάκλασιν καί άντέρεισιν, έτι καί λεπτόν είναι καί δηκτικόν, ώς πού μαρτυρεί καί τάς πέψεις τής τροφής……. Π. του μη χρ.εμ. την Πυθίαν. ( 396 Α )

Ο πυκνός λοιπόν αλλά και τονισμένος αέρας των Δελφών, αποτελεί εχέγγυο στοιχείο, διατήρησης ανάμεσα στις Φαιδριάδες, ακόμη και σε εποχές ή ώρες αιχμηρού καύσωνα, ένός ευεργετικού πνεύματος λεπτού αέρος, και μιας ζωογόνας αύρας. Η διαφορετική κατά τον Χώρο, ιδιοσυστασία της ποιότητας του αέρα, τα τελευταία χρόνια, έχει γίνει αντικείμενο ενδιαφέρουσας μελέτης. Επι παραδείγματι, μια όμοια ποιότητα αέρος κατα-γράφηκε σε δύο διαφορετικά σημεία της Ευρώπης, το ένα στην Δωδώνη, και το άλλο στην Σουηδία. ( περ.ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ)


Με την ευκαιρία της αναφοράς στο αδελφό μαντείο της Δωδώνης, κρίνεται απαραίτητο να υπογραμμισθεί εδώ, το αρχικό όμοιο Αίτιον που οδήγησε την μετεωρολογική παρατήρηση, καταγραφή, και εν συνεχεία πρόγνωση του καιρού, σε μαντείο περιφανές.

Υπενθυμίζεται ότι οι λέβητες της Δωδώνης ήταν χάλκινοι, αλλά με κάθε πιθανότητα, κατά την κράση, πρόσθεταν κι άλλα στοιχεία. Δεν θα πρέπει να αποκλειστεί ο κασσίτερος, ο άργυ-ρος, και βεβαίως μικρή ποσότητα χρυσού, ακριβώς επειδή τα χρησιμοποιούσαν ως Σήμαντρα.

Ως δεδομένο πρέπει επίσης να θεωρείται, ότι όπως συμβαίνει και με την κατασκευή της σύγχρονης καμπάνας, ο χρόνος τήξης και χύτευσης ήταν εναρμονισμένος με την Πανσέληνο.

Οι λέβητες κατά την τοποθέτησή τους, σχημάτιζαν ένα τέλειο τετράγωνο.


Είχαν όλοι τις ίδιες διαστάσεις, και κρέμονταν απόλυτα ευθυγραμμισμένοι οριζόντια, σε πολύ μικρή απόσταση μεταξύ τους. Με την παραμικρότερη αύρα αέρος επερχόταν σύγκρουση.

Σημειώνεται λοιπόν, ότι ο ήχος της δόνησης των λεβήτων που εκδηλωνόταν εκεί, από την διάφορη προέλευση πνοής, και ταχύτητας του ανέμου, προέλεγε με σχετική ασφάλεια τις καιρικές συνθήκες της επόμενης μέρας. Η ουσιαστική λειτουργία, του δονούμενου Δωδωναίου μαντειακού κέντρου, δεν ήταν τίποτα περισσότερο από την παραγωγή ενός διάφορου ήχου που ήταν αποτέλεσμα της αλληλο-πρόσκρουσης των χάλκινων λεβήτων.

Με κάθε αέρα, με κάθε διαφορετικής κατευθύνσεως ή εντάσεως αέρα, οι λέβητες της Δωδώνης, σγκρουόμενοι, έβγαζαν και έναν διαφορετικό ήχο. Η διαφορετικότητα εκδη-λωνόταν όχι μόνον από την φορά και την ένταση του αέρα, αλλά και από ποικίλλους άλλους παράγοντες. Η τιμή της υγρασίας, και το εκάστοτε βαρομετρικό πεδίο, επηρρέαζαν και την ποιότητα αλλά και το εύηχο του ακουστικού κυματισμού. Ευνόητο γίνεται ότι σε καταστάσεις βροχόπτωσης ή χιονόπτωσης, ο ήχος άλλαζε και ρυθμό και οξύτητα.


Λίγο πριν παρατέθηκε το εξής :

Το διαφορετικό πέταγμα, και η ποικίλλη αιώρηση των πτηνών, γινόταν παράγοντας παρατήρησης και πρόγνωσης των ακόλουθων μετεωρολογικών συνθηκών. Η διαφορετικη κατεύθυνση πετάγματος, προέλεγε τον αέρα της επομένης ημέρας, και σε περιπτώσεις τον αέρα μεγαλύτερης χρονικής διάρκειας. Το κυμαινόμενο ύψος πετάγματος και αιώρησης, έδειχνε με σαφήνεια το βαρομετρικό χαμηλό ή υψηλό της κάθε άμεσα ερχόμενης χρονικής περιόδου.


Μ’ένα τέτοιο προηγούμενο, δεν θα ήταν μακρυά από την αλήθεια ότι, αν όχι το κύριο, τουλάχιστον ένα παράλληλο παρατηρήσιμο στις πελειάδες της Δωδώνης, να γινόταν μαρτυρία μετεωρολογικής πρόγνωσης. Η σωρευόμενη έτσι παρατήρηση και καταγραφή, γινόταν προάγγελος των καιρικών συνθηκών του επερχόμενου χρονικού διαστήματος.

Ένα αληθινό μαντείο γινόταν αποδεκτό, ότι λειτουργούσε σ’ εκείνον τον Χώρο….

Η πρόταση υποκρύβει μια μέγιστη αξία. Σταδιακά θα οδηγήσει στην ορθότερη κατανόηση της λειτουργίας, όλων των τελούμενων Τυπικών, σε όλα τα αρχαιοελληνικά Θρησκευτικά Κέντρα, για τα οποία έχουν διασωθεί σχετικές γραπτές παραδόσεις.

Σε κανένα αρχαιοελληνικό μαντικό Ιερό δεν λειτουργούσαν μέθοδοι εξαπάτησης, ή διάφορα εξωπραγματικά φαινόμενα, όπως πολύ εσφαλμένα μεταφέρεται και επικρατεί σήμερα. Το κάθε Σημείον και Τέρας εκεί ήταν μια φυσική διεργασία.

Το συμπέρασμα προήλθε από την τέλεια γνώση λειτουργίας του μαντείου του Τροφωνίου, που προέκυψε μετά από την ανασκαφή του αδύτου και την επισταμένη μελέτη του.



(* Και μόνον μ’ αυτό το προηγούμενο, ο μύθος που ήθελε τον επώνυμο χώρο, ως το Κέντρο του Κόσμου, θα ήταν ελεγχόμενης πιστότητας. Για τον λόγο αυτό, ο ευάλωτος μύθος αμφισβητήθηκε όπως είναι γνωστό, ήδη απο την αρχαιότητα, με χρησμό, που έδωσε το ίδιο το μαντείο :

‘’ούκ έστι γαίης μέσος όμφαλός, ούδέ θαλάσσης,

εί δ’ έστί, θεοίσι δήλος θνητοίσι δ’ άφαντος.’’ Πλούτ……

Μ’ ένα τέτοιο δεδομένο, θεωρείται κατάλληλος χρόνος, να τονιστεί ότι οι Δελφοί είναι αδύνατον να « σχηματίσουν ισόπλευρο ιερό τρίγωνο » με κάποιο άλλο αρχαιοελληνικό ιερό.


Τρείς πηγές νερού με μόνη δικαιολογία την διαφορά ύψους, ως προς το σημείο εκρροής, θα ήταν αρκετό στο να αποκλείσει κάθε τέτοια αυθαίρετη εικασία, που άλλωστε στερείται της όποιας δή ποτε φιλολογικής μαρτυρίας. Θα αποτελούσε κάτι περισσότερο από απλή έκπληξη, αν τρείς επ-ωνυμες πηγές, τριών αρχαιοελληνικών Θρησκευτικών Κέντρων σχημάτιζαν ένα τέλειο ισόπλευρο τρίγωνο. Ακόμη κι αν το ένα σημείο αναφοράς, φερόταν ότι είναι τεχνικώς κατασκευασμένο, όπως είναι το ιερόν φρέαρ της Αθηναϊκής λεγόμενης Ακρόπολης.)




Κ3


ΑΣΚΛΗΠΙΕΙΟΝ





ό Άσκληπιός ιατρεύσαι λέγεται έν

Δελφοίς.


Το εξαίρετο στοιχείο μεταξύ του κόσμου των Φαιδριάδων, είναι η εξεζητημένη άναπνοή του ύδατος. Έτσι την αποκαλεί ο Πλούταρχος. Ίσως όχι άδικα, αφού μια ολόκληρη σύνοδος κάθε είδους ‘’πνεύματος’’ εκδηλώνεται στο χώρο μέσα και γύρω από τους περίφημους βράχους. Από την αναπνοή του αέρος και του νερού, έως της θεϊκής πνοής των χρησμών. Τα τρία έργα του Πλούταρχου, που σχετίζονται με τους Δελφούς είναι άκρως διδακτικά, αλλά και απαραίτητα για την κατανόηση των πολισχιδών λειτουργιών που συμβαίνουν στον Χώρο. Όπως ήδη προειπώθηκε, η ανάβλυση νερού ανάμεσα στις Φαιδριάδες, οφείλεται στην επίδραση ισχυρού ηλεκτρο-μαγνητικού Μεσημβρινού, ο οποίος διατρέχει κατά μήκος τον κεντρικό ηπειρωτικό κορμό του Ελληνικού χώρου. Κατά τους χρόνους ακμής του Μεγάλου Ιερού, η πηγή έφερε πλούσιο διάκοσμο. Ωστόσο ακαθόριστο, και κατά συνέπεια άγνωστο παρέμεινε και ένα Ασκληπιείο, που αναπτύχθηκε πάνω ακριβώς από την Πηγή. Επιβεβαιώνεται, αλλά και αποδεικνύεται τόσο από τα σωζόμενα αρχιτεκτονικά στοιχεία, όσο και από κάποια υπολανθάνουσα φιλολογική μαρτυρία.

Τό ύδωρ τής Κασταλίας καί πιείν ήδύ «καί λούεσθαι καλόν»

Ένα εμβόλιμο παρατηρείται εδώ, το οποίο με σαφήνεια δείχνει, κατάχρηση και υπερβολή.Αν ένα νερό είναι πολύ ευχάριστο κατά την πόση, πώς θα ήταν ακα-τάλληλο για λούσιμο; Άρα η προσθήκη «και λούεσθαι καλόν» απολήγει τουλάχιστον ελεγχόμενη. Χωρίς βεβαίως να αγνοείται ή να υποβαθμίζεται η χρήση του σε λογής Καθαρμούς. Η πρώτη χρήση του νερού της Κασταλίας, που εδώ δεν αναφέρεται, και στάθηκε η γεννεσιουργός αιτία της «συμπλήρωσης» είναι άλλη.

Με αυξημένες πιθανότητες οδηγείται κάποιος στην αποδοχή κάποιου φαινομενικά ανίσχυρου, αλλ’ ωστόσο ενθαρρυντικού λόγου, αναζήτησης στον χώρο εκείνο, ενός εν ενεργεία κάποτε, και απλά εν δυνάμει σήμερα, Ασκληπιείου. Ο κύριος χαρακτήρας, και η κύρια χρήση του νερού της Κασταλίας, εδικά στον χώρο ανάβλυσης της Πηγής, ανάμεσα στις δειράδες, στην ρίζα του Φλεμπούκου, ήταν θεραπευτικός. Η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνεται, τόσο από τεκμαρτά, όσο και κυρίως αποδεικτικά στοιχεία. Από τα πρώτιστα, η επίπονη κατασκευή στον βράχο της Υάμπειας, που ασφαλώς δεν έγινε τόσο περίτεχνη για να ικανοποιεί ανάγκες είτε της Πόσης, είτε των παντοειδών Καθαρμών.


Αυτό τονίζεται γιατί το νερό της Πηγής αρχικά, έφτανε στην ομώνυμη Κρήνη, δίπλα στον δημόσιο δρόμο, σε κατασκευή που χρονολογείται ήδη κάπου ανάμεσα στο 600 – 590 π.Χ. Με αυτήν την προϋπόθεση τα δαπανηρά όσο και επίπονα έργα των Ελληνο – Ρωμαϊκών χρόνων μ’ αυτήν την ακολουθία, καταληγουν περισσότερο ακατανόητα απ’ όσο αδικαιολόγητα. Γιατί θα έπρεπε να καταργηθεί μια διαμορφωμένη ήδη κρήνη νερού, σε εύχρηστο και ασφαλέστερο χώρο, και να επιλεγεί μια θέση ασύμφορη και ακατάλληλη από κάθε άποψη, πολύ κοντά στο σημείο ανάβλυσης ; Μια τέτοια λογική δεν εξυπηρετεί Πόση και Λούσιμο. Εάν επρόκειτο να διεκπεραιωθούν μόνον οι ανάγκες της πόσης και των καθαρμών, θα ήταν πολύ λογικότερο να ανακαινιζόταν και να εμπλουτιζόταν η υπάρχουσα αρχαϊκή κατασκευή, δίπλα στο δρόμο. Ώστε η επίπονη, αλλά και δαπανηρότατη κατασκευή προοριζόταν για ειδική Χρήση.


Σύμφωνα με τις μελέτες :

« για να την φτιάξουν λείαναν με επιμέλεια τον βράχο σε πλάτος που ξεπερνουσε τα 11 μ. και σε ύψος που στη μια πλευρά έφτανε τα 12,50 μ. Στην επιφάνεια αυτή σκάλισαν κόγχες που έβαζαν αναθήματα για την νύμφη της πηγής, την Κασταλία. Μπροστά σκάλισαν, στο βράχο πάλι, μια στενόμακρη λεκάνη, πλάτους 0,50 μ. και μήκους 10 μ. (!!!)

Το νερό έφτανε εδώ απ’ την πηγή με κλειστό αγωγό σκαλισμένο στο βράχο. Η αριστερή άκρη της λεκάνης μπορούσε ν’ ανοίγει, οπότε χυνόταν το νερό και καθάριζαν τη λεκάνη. Όταν έκλειναν το άνοιγμα ανέβαινε η στάθμη του νερού, και τότε έτρεχε από 7 χάλκινους κρουνούς σε σχήμα ίσως λεοντοκεφαλής, που ήταν προσαρμοσμένοι στο εξωτερικό τοίχωμα της λεκάνης. Πεσσοί σκαλισμένοι στο βράχο χώριζαν τους κρουνούς μεταξύ τους. Η λεκάνη ήταν σκεπασμένη από πάνω κι έτσι αποκλειόταν η απευθείας άντληση του νερού…… Δεν είναι βέβαιο αν η κρήνη είχε στέγη, μερικοί το υποθέτουν βασιζόμενοι στις τρύπες που φαίνονται ψηλά στο βράχο.»

‘’ΔΕΛΦΟΙ’’ ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΠΕΝΤΑΖΟΣ – ΜΑΡΙΑ ΣΑΡΛΑ (Εκδ.Γιαννίκος- Καλδής)


Επίσης, στα Σχόλια του Παυσανία, από τον καθ. κ. Ν.Παπαχατζή προστίθεται το εξής :

«Με το νερό της Κασταλίας θα έπρεπε κάθε πρωί να πλύνονται όσοι υπηρετούσαν στον ναό του Απολλωνα. Το ίδιο και οι επισκέπτες προσκυνητές προτού μπουν στο τέμενος.

Αλλ’ αυτές οι δραστηριότητες, επανατονίζεται ότι δεν επιβάλλουν ειδικές, ακριβές κατασκευές. Πριν από την έκθεση, και ερμηνευτική προσέγγιση των αρχιτεκτονικών ιδιομορφιών που φέρουν αυτές οι συγκεκριμένες κατασκευές, κρίνεται απαραίτητο να παρατεθούν κάποια παλαιότερα συμπεράσματα.


« Πολύ σημαντικό στοιχείο, στην αναζήτηση του όποιουδήποτε Ασκληπιείου, είναι η κατά κανόνα αποφυγή ή παράληψη από τον Παυσανία κυρίως, αλλά και από τον Στράβωνα, ευθεία αναφορά στον όρο Ασκληπιείον. Εκτός από μια δυό φορές, η λέξη αυτή δείχνει σχεδόν άγνωστη στα εν λόγω κείμενα. Για τον Περιηγητή είναι αρκετός ένας απλός υπαινιγμός, ή έστω μια τυπική αναφορά σε ιερόν του Ασκληπιού, και σπανιότερα σε ναό, για την γνωστοποίηση της ύπαρξης και λειτουργίας εκεί κάποιου σημαντικού ή περίφημου καμιά φορά Ασκληπιείου.

( στην Αθήνα, τού δέ Άσκληπιού τό ίερόν ές τε τά άγάλματα έστιν θέας άξιον, έστι δ’ έν αύτώ κρήνη. Παυσ. 1,21,4. Στην Κω ένας μικρός ναϊσκος, και μια φειδωλή πηγή, απετέλεσαν το πρόπλασμα ενός δυναμικότατου Ασκληπιείου. έν δέ τώ προαστείω τό ’Ασκληπιείον έστι σφόδρα ένδοξον. Στράβων 14,657)

Η λατρεία του Ασκληπιού, και η συνακόλουθη θεραπευτική του δραστηριότητα, συμπεραίνεται ως συνέπεια της ύπαρξης και σχετικής μνείας στον χώρο,συνή-θως σ’ έναν χώρο με πηγές νερού, του αγάλματος του Θεού και της κόρης του Υγιείας.

Στάθης Βαλλάς ΤΟ ΑΣΚΛΗΠΙΕΙΟΝ ΤΗΣ ΛΕΙΒΑΔΙΑΣ σελ.53


Ο προορισμός λοιπόν κάποιων αρχιτεκτονικών κατασκευών του χώρου, στη νάπη των Φαιδριάδων, πάνω ακριβώς στην πηγή Κασταλία αναφαίνεται και εύλογος και εύγλωττος. Εμφανή προορισμό έχει εκείνη η ανερμήνευτη, και μη αναφερόμενη, μακρόστενη σκοτία, που είναι σκαλισμένη πάνω από την γούρνα, και που εκτείνεται στο ίδιο μήκος μ’ αυτήν. Ασφαλώς αποτελούσε την υποδοχή ικριώματος. Ασφαλώς εκεί είχε τοποθετηθεί μια επίπεδη, χωρίς δηλ. κλίση, ξύλινη εξέδρα.

Θα ήταν δυνατό να ερμηνευθεί ως στέγαστρο της γούρνας, αλλά οι κόγχες – βάθρα, που βρίσκονται εκεί αποτρέπουν τέτοια εκδοχή. Αντιθέτως την επιβεβαιώνουν ως δάπεδο. Στην σωζόμενη σκοτία, ήταν στερεωμένο δάπεδο. Ένα δάπεδο τόσου πλάτους, όσο είναι και το πλάτος της υποκείμενης δεξαμενής. Το προτεινόμενο επιβεβαιώνεται από την σταθερή Ακολουθία των απαραίτητων αρχιτεκτονικών κατασκευών, τα οποία λειτουργούν σε κάθε επιφανές Ασκληπιείο.

Τυπική ξύλινη εξέδρα εγκοιμήσεως φέρεται σε παράσταση Ρωμαϊκού νομίσματος.


Διατηρημένες σε άριστη κατάσταση διακρίνονται και οι βάσεις – υποδοχές, όπου είχε κατασκευασθεί μια ανάλογη ξύλινη εξέδρα πάνω από τον μικρό σκαλισμένο στον βράχο, ναϊσκο του Ασκληπιού, στο αντίστοιχο Ιερό της Λειβαδιάς. Η εξέδρα είναι αρχικό αρχιτεκτονικό στοιχείο του κάθε Ασκληπιείου, και αποτελεί μαζί με την στενή αύλακα την « καρδιά» του θεραπευτικού καθιδρύματος. Τόσο πάνω στην εξέδρα, όσο και στην κατάλληλα διαμορφωμένη επιμήκη στενή αύλακα, επιτελούσαν την εγκοίμηση. Μια διαφωτιστική λεπτομέρεια έρχεται από αναπάντεχη προέλευση.


« κατεκλίναμεν τον Πλούτον ώσπερ εικός ην, ήμών δ’ έκαστος στιβάδα παρεκαττίετο.» Αριστφν. Πλουτ. 660


Μια στιβάδα, μια απλή φυλλωσιά ήταν το στρώμα των συνοδών, ενώ η κατάκλιση του προσώπου το οποίο επρόκειτο να τύχει της χάρης του θεού Ασκληπιού, ήταν ιδιαίτερα φροντισμένη. Αυτό σημαίνει ότι η στρωμνή, το στρώμα του κατάκλι-νόμενου, και βεβαίως ο ειδικός χώρος όπου κατακλινόταν, είχαν την μεγάλη και ιδιάζουσα σημασία, για την επιζητούμενη θεραπεία του. Εάν επρόκειτο μια απλή διανυκτέρευση, ασφαλώς το στρώμα δεν χρειαζόταν ιδιαίτερη μνεία.

Κάτι πολύ σπουδαίο γινόταν εκεί. Η σπουδαιότητα θα αναφανεί στη συνέχεια.


Έχει ήδη παρατηρηθεί ότι σε όλα τα Ασκληπιεία να υπάρχει μια επιμήκης αύλαξ. Μια μεγάλου μήκους, όπως στα Ασκληπιεία της Επιδαύρου και των Αθηνών ρηχή γούρνα……

Σ’ αυτό λοιπόν το σημείο, στο δάπεδο που βρισκόταν στερεωμένο μέσα στην σκοτία των Δελφών, με κάθε βεβαιότητα στρωνόταν το αυτοσχέδιο κρεβάτι, η ειδική στρωμνή, το ιδιαίτερο στρώμα του κατακλινόμενου, ο οποίος επιζητούσε την ίαση από την πιθανή αρρωστία, ασθένεια, ή νόσο.



Απόδειξη επίδρασης, ή Επίδραση απόδειξης


Κυριολεκτικά δηλ. κοιμόταν λίγο πάνω στο νερό. Πάνω σ’ ένα αυλάκι με τρεχούμενο νερό, το οποίο έρρεε μόλις λίγα εκατοστά κάτω από το σώμα του. !!!


‘’Είναι γνωστό ότι ένα ηλεκτρομαγνητικό ρεύμα αναπτύσσεται κατά την αναπνοή και εν συνεχεία ροή νερού. Είναι επίσης γνωστό ότι το ηλεκτρομαγνητικό ρεύμα ακολουθεί το υδάτινο ρεύμα.

Αυτό λοιπόν το συνεχώς αναπτυσσόμενο και διατρέχον την στενή αύλακα νερού, ηλεκτρο-μαγνητικό πεδίο, γίνεται απολύτως κατανοητό ότι επηρρέαζε οπωσδήποτε, ποικιλλόμορφα, αλλά και ποικιλλότροπα, όποιον κατακλινόταν πάνω και μέσα σ’ αυτό.

Ένας ολονύκτιος ιονισμός επιδρούσε πάνω και μέσα στο ανθρώπινο σώμα.


Τα οκτώ τετράκις εκατομμύρια κύτταρα από τα οποία αποτελείται ο ανθρώπινος οργανισμός, υπο-κείμενα σε αυτόν τον ιονισμό, είναι ευνόητο ότι επηρρεάζονταν αποφασιστικά.

Υποβάλλονταν σε Επανάπλαση, σε Επαναπροσδιορισμό, και τελικά σ’ ένα είδος Αναγέννησης.

Βεβαιότατα τα κύτταρα όλη τη νύχτα ήσαν σε κατάσταση Ανακατάταξης. Το ανθρώπινο σώμα επαναρρυθμιζόταν.

Τα άρρωστα, ασθενή, ή νοσούντα κύτταρα ήταν έτσι σε θέση επισήμανσης.

Μιάς επισήμανσης καθαρά ιαματικής…..

‘’τών νόσων καί τών άλλων τών έν τοίς σώμασι, μελλόντων γίνεσθαι, φανερόν έν τοίς ύπνοις είναι καταφανή μάλλον ή έν τώ έγρηγορέναι,’’

Αριστλ.’’περί της καθ’ ύπνον μαντικής, μ τ 463 18 α )

( Απόσπασμα από Ιστοσελίδα της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Λεβαδείας, με τίτλο : ΤΟ ΑΣΚΛΗΠΙΕΙΟ ΤΗΣ ΛΕΙΒΑΔΙΑΣ. ) ‘’

Είχε ήδη περατωθεί η μελέτη και παράθεση των Στοιχείων, τα οποία υποστήριζαν την πρόταση περί ύπαρξης και λειτουργίας Ασκληπιείου στις Φαιδριάδες, όταν από Τύχη Αγαθή ήρθε μια αναπάντεχη επιβεβαίωση. Ποιος θα περίμενε ότι η ύπαρξη και δραστηριότητα Ασκληπιείου στους Δελφούς, ότι θα είχε και φιλολογική μαρτυρία !!!


Φλεγύαι γαρ έθνος Φωκίδος παρά

Δελφοίς ώκησαν, ή επεί οί Δελφοί Άπόλλωνος ίερόν Φλε

γυήον ίδρύσαντο, ή έπεί ό Άσκληπιός ιατρεύσαι λέγεται έν

Δελφοίς. Ό γαρ Άσκληπιός Κορωνίδος ήν υίός της Φληγύου

Θυγατρός Scholia in Nikandri theriaka 685 a 1


Φλεγύας ο Άρεος και χρυσής παίς, και έθνος Βοιωτίας.

Όμηρος ( Ν302 ) Herodianus de prosodia catholica 3,1,53


Τα Σχόλια των Θηριακών του Νίκανδρου, αποβαίνουν καταυγαστικά.




ό Άσκληπιός ίατρεύσαι λέγεται έν Δελφοίς


Αυτό κι αν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία. Στην ίδια ενότητα επιμαρτυρείται ότι η θυγατέρα του Φλεγύα Κορωνίδα, σύζυγος του Απόλλωνα είναι η μητέρα του Ασκληπιού. Κάποιο άλλο έμμεσο στοιχείο είναι ότι αυτοί οι επώνυμοι Φλεγύες, είναι ένα καθαρά Μινυακό Φύλο, με αποδεδειγμένη παρουσία τόσο στην Φωκίδα, όσο και στην Βοιωτία.

Οι κατηγορίες που τους αποδίδονται είναι βαριές


Από τον Όμηρο περιγράφονται ως :


Ίξες δ’ ές Φλεγύων άνδρών πόλιν ύβριστάων,

οί Διός ούκ άλέγοντες έπί χθονί ναιετάασκον

έν καλή βήσση Κηφισίδος εγγίθι λίμνης.

Ομ.Υμν. Απόλ.274


επίσης


οί Φλεγύαι, κάτοικοι περί την Δαυλίδα της Φωκίδος,

άσεβείς και ληστρικοί….ήσαν βίαιοι και ύβρισταί.

Ευστάθιος, Σχ.Ομ. 3. 474


Ωστόσο ίσως να ενυπάρχει και κάποια αντισταθμιστική αρετή.

Εκείνη η περίεργη φράση : οί Δελφοί Άπόλλωνος ίερόν Φλεγυήον ίδρύσαντο

επιβεβαιώνει ότι στους Δελφούς είχε ιδρυθεί ένα Ιερό με την επωνυμία Φλεγυήον.

Το γεγονός με αρκετή βεβαιότητα πείθει ότι αυτό το αδιευκρίνιστο Ιερό, ήταν καθαρά ιαματικό.

Αποτελούσε τον πρόδρομο του αναζητούμενου εδώ Ασκληπιείου. Όπως είναι γνωστό ο Ασκληπιός καθιερώθηκε ως θεός της ιατρικής πολύ αργότερα. Είναι πολύ πιθανό αυτό το αναφερόμενο εδώ Ιερό, να προϋπήρχε λειτουργικά στο σημείο, που τώρα εξετάζεται. Οπωσδήποτε κάπου ανάμεσα στις Φαιδριάδες. Η πηγή του νερού δηλώνει με σαφήνεια την αρχική θέση του Φλεγύηου στους Δελφούς.

Απλά το Φλεγύηον ήταν εκεί, γιατί δεν γίνεται να βρισκόταν κάπου αλλού.

Έτσι δείχνει πολύ λογικό στην συνέχεια να εξωραϊστηκε και να βελτιώθηκε με την κατασκευή της σωζόμενης έως σήμερα λαξευμένης αύλακας – γούρνας. Αυτό σημαίνει πως όταν έγιναν τα έργα ‘’ δίπλα στο δρόμο ‘’ γύρω στα 600-590, το αρχικό Ασκληπιείο, βρισκόταν ασφαλώς σε παράλληλη λειτουργία.

Μια ίδια συμμετρία συνέβη στην Επίδαυρο. Εκεί οι αρχικές ιάσεις, που εφάρμοζαν οι ιερείς με την Εγκοίμηση πάνω στο νερό, κατά το αρχικό στάδιο γίνονταν πάνω σε μια ξύλινη ανωδομή, (εξέδρα) στερεωμένη στο στόμιο του πηγαδιού. Πολύ αργότερα, όταν το περίφημο Ασκληπιείο έφτασε σε ακμή, κρίθηκε αναγκαία η μεταφορά νερού μέσω αύλακας, από το όρος Κυνόρτιο.


Οι «προασκληπιακές» λοιπόν εμπειρίες και δραστηριότητές των Φλεγυήων δείχνουν ότι είναι κληρονομικές. Μια πρωτόλεια, μια αρχική θεραπευτική και ιαματική δραστηριότητα, δείχνει ότι αποτελούν πάτρια αρετή, ή απλώς μια από ανάγκη σωρρευόμενη εμπειρία. Μια πάτρια ιατροθεραπευτική αρετή ως αντιστάθμισμα σ’ εκείνο το βαρύ : οί Φλεγύαι…. άσεβείς και ληστρικοί.




Άλλωστε ένα πολεμικό φύλο όπως οι Φλεγύες, έπρεπε να διατηρούν στο έπακρο ικανότητα επέμβασης και ίασης στα σωματικά βίαια τραύματα.

Με τέτοιες προϋποθέσεις γενιέται ένα πολύ σημαντικό ερώτημα :

Άραγε η προασκληπιακή ιατρική στο σύνολό της έχει Φλεγυακή πατρότητα ;

Θα ήταν άραγε δικαιολογημένη η αρχική ονομασία του κάθε Ασκληπιείου, σε Φλεγυείο ;

Δείχνει υπερβολικό αλλά ωστόσο πολλά είναι εκείνα που πείθουν ότι τα προασκληπιακά Φλε γυεία, έλκουν την καταγωγή από την εμπειρία, ενός «πολεμικού» σημείου εκκίνησης.


Τα αρχαιολογικά ευρήματα στο Ασκληπιείο της Γόρτυνας παρουσιάζουν ζωηρό ενδιαφέρον.

« κοντά στον ναό του Ασκληπιού, οι ανασκαφές αποκάλυψαν έναν αποθέτη αφιερωμάτων. Το περίεργο είναι πως μέσα είχε αποκλειστικά και μόνον αιχμές από βέλη και δόρατα. Ο Μέγας Αλέξανδρος είχε αφιερώσει εκεί το δόρυ και τον θώρακά του. Το ερώτημα που τέθηκε αμέσως ήταν εύλογο.

Μήπως το Ασκληπιείο είχε ειδικευθεί στην θεραπεία τραυμάτων από όπλα ;

Με δεδομένο ότι ο Ασκληπιός εκεί εικονιζόταν αγένειος, δείχνει ότι περισ-σότερο ταιριάζει σ’ έναν νεαρό πολεμιστή παρά στην μακάρια έκδοση του διαχρονικού ιατροφιλόσοφου….»


Με συναπτόμενο ενδιαφέρον η πληροφορία, ότι στην άλλη πλευρά του Παρνασσού, στην Τιθορέα, ο Ασκληπιός ονομαζόταν Αρχηγέτης. Μια τέτοια ιδιότητα οδηγεί σε απαρχές. Ίσως μάλιστα να είναι η πρωταρχική. Ως αρχηγός φυλετικής ομάδας, δεν γίνεται να είναι μόνον ιατρός. Ασφαλώς και πρωτίστως, εμφορείται από πολεμικές ικανότητες. Η πάγια πολεμική ταυτότητα, αυτόματα κληροδοτείται και στους απογόνους του. Τα παιδιά του ονομάζονται Μαχάων, Πολέμων, Πολεμοκράτης.

Εδώ τίθεται ένα άλλο σπουδαίο ερώτημα : Γιατί τα παιδιά, αλλά και τα αδέλφια του Ασκληπιού κοσμούνται από πολεμικές ιδιότητες και αρετές ;

Στον Μαραθώνα ο τοπικός ήρωας θραπευτής Αριστόμαχος, μεσω του Αμφιάραου, συγχωνεύεται με τον Ασκληπιό. Το ίδιο έγινε και με τον Αργείο Πολεμοκράτη. Στην Λειβαδιά ο αδελφός θεραπευτής του Ασκληπιού Τροφώνος, σύμφωνα με σωζόμενο χρησμό μετατρέπεται σε θεό του καταστροφικού πολέμου. Στην Μεσσηνία δεσπόζει ο θεραπευτής Νικόμαχος.


Από τις χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις η θεά Αθηνά.

Παρά το ότι στο Άστυ λατρεύεται ως θεά Υγιεία, έχει καθαρά και πολεμικό χαρακτήρα. Ένα πολεμικό μινυακό φύλο, οι Αλλαλκομένιοι, την αποκαλούν ‘’θυγατέρα του πολέμου.’’


Το αβίαστο συμπέρασμα που προκύπτει απ’ αυτό το «ξέτραχο απόγιορτο» είναι ότι όλοι οι θεοί και ήρωες που κοσμούνται από διάφορες θεραπευτικές επεμβάσεις στην ανθρώπινη κοινότητα, έχουν συγρόνως και την δυνατότητα να αφαιρούν την ανθρώπινη ζωή.

Ως δοτήρες Ζωής, είναι συγχρόνως και δοτήρες Θανάτου.

Η διπλή ιδιότητά τους επιμαρτυρείται από την διττή καταγωγή. Φέρονται μεν ως γιοί του επ-ουράνιου Απόλλωνα, παράλληλα όμως, είναι και θεοί του Κάτω Κόσμου. Είναι θεοί του Άδη.



Ένα αναμφισβήτητο Ασκληπιείο διαπιστώθηκε ότι λειτουργούσε στην Λειβαδιά.

Όλα πείθουν ότι ο χώρος όπου είχε αναπτυχθεί και λειτουργούσε, είναι εκείνος που περιγράφεται στον Ομηρικό Ύμνο. Μια καλή χαράδρα ( βήσσα καλή) υπάρχει εκεί, ο δε τοπικός ποταμός η Έρκυνα, «αφανίζεται» στην λίμνη του Κηφισσού. Την γνωστή μας αργότερα Κωπαϊδα.

Το Θεραπευτήριο και εκεί ήταν στην κυριότητα, του Φλεγύα και των Φλεγυών.


Αποδιδόταν στον τοπικό ήρωα Τροφώνιο, αλλά στα λατρευτικά άγάλματα του χώρου των πηγών, ήταν δύσκολο να προσδιοριστεί το εάν η εικονιζόμενη μορφή ήταν ο Τροφώνιος ή ο Ασκληπιός.

Υπάρχει μια μοναδική και απόλυτη ταύτιση. Σε κανένα άλλο Ασκληπιείο ο τοπικός ήρωας δεν ταυτίστηκε τόσο απόλυτα όσο στην περίπτωση της Λειβαδιάς.


‘’είσί δ’ έν τώ σπηλαίω του

ποταμού τε αί πηγαί και άγάλματα όρθά περιειλγ-

μένοι δε είσιν αύτών τοίς σκήπτροις δράκοντες. ταύτα

εικάσαι μέν αν τις Άσκληπιού τε είναι και Ύγιείας,

είειν δ’ αν Τροφώνιος και Έρκυνα, έπεί μηδέ τους

δράκοντας Άσκκληπιού μάλλον ή και Τροφωνίου νομί

ζουσιν ίερούς είναι.’’ Παυσ. 9, 39, 3

( Στο σπήλαιο του ποταμού (Έρκυνα) είναι οι πηγές και αγάλματα όρθια.

Πάνω στα σκήπτρα υπάρχουν περιτυλιγμένα φίδια.

Θα νόμιζε κάποιος ότι αυτά είναι του Ασκληπιού και της Υγιείας,

αλλά θα μπορούσε να είναι ο Τροφώνιος και η Έρκυνα, γιατι τα φίδια

του Ασκληπιού, δεν νομίζουν ότι είναι περισσότερο ιερά από εκείνα του Τροφώνιου.)


Παράλληλα ο Τροφώνιος με τον Ασκληπιό φέρονται ως αδέλφια. Είναι γιοί του Απόλλωνα και της Κορωνίδας, και είναι οι δύο από τους τέσσερις Ερμίες. ( Κικέρων de Nat.Deor.3,22,56)



************************



Επει δή ένας σύγχρονος άξιος λόγος για τους Δελφούς, στηρίζει την όποια σπουδαιότητά του, στην παραγωγή, και όχι την αναπαραγωγή χιλιοειπωμένων από ημεδαπούς, όσο και αλλοδαπούς κατά-γινόμενους, ένα τελευταίο επισημαινόμενο είναι το εξής :


‘’τό ύδωρ τή Κασταλία

δώρον είναι τού Κηφισσού…..βεβαιούνται δέ

ούχ ήκιστα οί Λιλαιείς, οί ές τού Κηφισσού τήν πηγήν

πέμματα έπιχώρια καί άλλα όπόσα νομίζουσιν άφίασιν

έν τισιν είρημέναις ήμέραις, καί αύθις έν τή Κασταλία

φασίν αύτά άναφαίνεσθαι. Παυσ. 10,8,10.’’


Το νερό της Κασταλίας είναι δώρο σ’ αυτή του Κηφισσού.το επιβεβαιώνουν

περισσότερο οι Λιλαιείς, οι οποίοι ρίχνουν σε ορισμένες μέρες στην πηγή

του Κηφισσού γλυκίσματα του τόπου τους, και ότι άλλο έχει καθιερώσει η συνήθεια

και λένε πως αυτά ξαναφαίνονται στην Κασταλία.( μετ. Ν.Παπαχατζή)


στα Σχόλια που ακολουθούν ο καθ. κ. Νικ.Παπαχατζής ταυτίζεται με την άποψη του Λήκ, ότι τα γλυκά που έρριχναν στις πηγές του Κηφισσού οι Λιλαιείς δεν μπορούσαν να φτάσουν ως την Κασταλία, γιατί το υψόμετρό της είναι μεγαλύτερο από των πηγών του ποταμού.

Ο Βιτρούβιος στο ‘’περί Αρχιτεκτονικής’’ περιγράφει διεξοδικά κάτω από ποιες διεργασίες το νερό αναβλύζει σε τόπους υψηλούς.

Τα νερά όλων των ορεινών πηγών προέρχονται από τις πεδιάδες.


Το φαινόμενο έχει την εξήγησή του, τόσο στην ισχυρότερη πίεση των χαμηλών πεδίων, όσο και την μαγνητική επίδραση των μεσημβρινών.

Οι ορεινές πηγές δεν έχουν την δεξαμμενή ψηλότερα από αυτές, αλλά στην πεδιάδα.


Ασφαλώς η Κασταλία είναι δώρο του Κηφισσού.

Και βέβαια μια επαλήθευση, πάντα είναι δυνατή.


Η μελαγχολία και ο δισταγμός, που κυριαρχούν σ΄αυτό το σημείο, και τα οποία παράγονται από την αδυναμία παράθεσης ακαταμάχητων στοιχείων απόδειξης, περί υπάρξεως ενός ‘’ εν Δελφοίς Ασκληπιείου’’ έχουν όπως όλες οι καταστάσεις και την αντίθετη πλευρά τους.

Ασφαλώς ο δισταγμός διασκεδάζεται, αφού αυτόματα κυριαρχεί η σκέψη, ότι τα επιχειρήματα, και τα στοιχεία των διαφωνούντων, υπολείπονται τόσο σε ποσότητα, όσο και σε ποιότητα……









Κ4


ΟΙ ΘΥΣΙΕΣ




‘’ Πίνδαρος δελφόσε έρωτηθείς τί πάρεστι θύσων,

Π α ι ά ν α είπε. ’’



Ένα από τα πρώτα σημειούμενα εδώ, είναι οι Θυσίες στις οποίες ήταν απαραίτητο να καταφύγει όποιοσδήποτε επισκεπτόταν τους Δελφούς. Οι Δελφοί ήταν πάνω απ’ όλα τόπος Θυσίας.

Από την πολυδάπανη εκατόμβη, έως τον μνημονευόμενο Παιάνα του Πίνδαρου. Μάλιστα μ’ αυτήν την αφορμή επικράτησε να λέγεται ότι ‘’άκαπνα θύουσιν άοιδοί’’ καταδείχνοντας το ευρύ φάσμα των διάφορων θυσιαστικών προσφορών, αφού άλλωστε το κύριο επιζητούμενο ήταν η Κάθαρση.

Το κατ’ εξοχήν κατηγόρημα του θεού της δάφνης των Φαιδριάδων, ήταν ο Απόλλων Καθάρσιος.

Μια δεύτερη παράμετρος, που με πολύ πειθώ δείχνει ως σταθερή συνοδεία της όποιας Θυσίας, στην πετρήεσσα Πυθώ, είναι ο θεσμός της Ορχήσεως. Το προτεινόμενο τεκμαίρεται από την μαρτυρία : ‘’ότι τελετήν ούδεμίαν άρχαίαν έστίν εύρείν άνευ όρχήσεως… εν Δήλω δε γε, ουδέ αί θυσίαι ‘ανευ ορχήσεως.’’ ( Λουκιαν.Περί Ορχ. 15). Ο δεύτερος στίχος γεννάει συνειρμό.





Η Δήλος υπήρξε η γενέτειρα του θεού, και ασφαλώς αποτελεί προηγούμενο Επανάληψης.

Ώστε παραδοσιακή όρχηση, τόσο στον Απόλλωνα, όσο και στον Δελφικό Διόνυσο, δεν θα ήταν κάτι ασυνήθιστο, ή σπάνιο επακόλουθο, σχετικό με τις θυσιαστικές δραστηριότητες.

Ένας προοιμιακός λόγος Εισαγωγής στις Θυσίες έχει τη σπουδαιότητά του.

Ο θεσμός που υπαγόρευσε και τελικά επέβαλε τις παντοειδείς Θυσίες, ακόμη και τις ακραίες ανθρώπινες, παραμένει συγκεχυμένος. Αξιοπερίεργο είναι ότι ένα ίδιο Φαινόμενο Θυσίας παρατηρείται σε Παγκόσμια κλίμακα. Σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης οι άνθρωποι ανεξάρτητα από Φυλή, Εθνότητα, ή Χρώμα, θυσίαζαν και θυσιάζουν μ’ έναν ίδιο τρόπο, και το σπουδαιότερο, για τις ίδιες ακριβώς προσδοκίες. Τα ερωτήματα που γεννιώνται από την φιλοσοφία τέλεσης μιάς Θυσίας επιδέχονται μεγάλο εύρος απαντήσεων, χωρίς βέβαια να εξασφαλίζουν και την ορθώτερη απάντηση. Η δύσκολία ερμηνείας και κατανόησης της αρχαίας Θυσίας, είναι αποτέλεσμα άγνοιας.

Ένα μεγάλο κενό άγνοιας, μεσολαβεί, το οποίο πολύ απλά συνοψίζεται ως ένα φιλολογικό Παρακολούθημα, μιας χαμένης Γνώσης.


( Για την αποκόμιση ωστόσο μιας διαυγέστερης εικόνας, πάνω στο ακανθώδες αυτό θέμα, προτείνεται ένα συμπλη-ρωματικό Σημείωμα, ανηρτημένο ήδη στο Διαδίκτυο με τον τίτλο :ΑΝΘΡΩΠΟΘΥΣΙΑ ΣΤΟ ΛΑΦΥΣΤΙΟΝ ΟΡΟΣ. )


Ένα τυπικό παράδειγμα «χαμένης γνώσης» ήδη από την αρχαιότητα, διαπιστώνεται σ’ ένα απόσπασμα του Κάσιου Δίωνα :

‘’.εθύοντο ούν αί θυσίαι καί

τάλλα όσα οί άνθρωποι πρός τε τήν τού παρόντος δεινού σφίσιν

άκεσιν καί πρός τήν τού ύποπτευομένου διάφευξιν είώθασιν ποιείν,

έγίνετο. άλλά, καί γάρ φιλούσιν οί πολλοί τοίς τοιούτοις παρά τό

κρείττον έλπίζοντες πιστεύσαι, καί τότε, εί καί μάλλον διά τό τού

προσδοκώμενου κινδύνου μέγεθος ένόμιζον ότι καί τό τραχύτατον

αύτοίς συμπέσοι, όμως ήλπιζον μή ήττηθήσεσθαι.’’

Cassius dion Μ.151



Η διαζευκτική ερμηνεία του αποσπάσματος, επιβεβαιώνει ήδη μια πρώιμη άγνοια.Κάποιες θυσίες γίνονταν για την αποφυγή επικείμενου ή ‘’ύποπτευομένου δεινού άκεσιν,’’ άλλες επειδή έτσι έπρεπε, ‘’φιλούσιν οί πολλοί,’’ ενώ στην χειρότερη περίπτωση ‘’ ήλπιζον μη ήττηθήσεσθαι.’’

Σε μερικές ωστόσο περιπτώσεις, είναι δυνατόν να εξαχθούν κάποια λογικά συμπεράσματα.

Γίνεται σχετικά εύκολη η αιτία και το αποτέλεσμα για τον υποβαλλόμενο από το μαντείο, θάνατο του Λεωνίδα στις Θερμοπύλες. Σύμφωνα με τον χρησμό, αν ο βασιληάς σκοτωθεί, οι Πέρσες δεν θα φτάσουν στην Σπάρτη. Η μεγάλη Θυσία προστατεύει την Πόλη. Ένα από τα πρώτα συναισθή-ματα, που εκδηλώνονται αμέσως μετά την συνειδητοποίηση της Θυσίας είναι η οδύνη. Οδύνη και Θρήνος. Ένας διάχυτος Σπαραγμός που υποβάλλεται από την πολυτιμία της Θυσίας, κυριολεκτικά κατατονίζει την Κοινότητα.Το διαπιστούμενο επιβεβαιώνεται από την εξής αλληλουχία.

Αν οι Πέρσες παρέβλεπαν τον χρησμό, και έμπαιναν τελικά στην Σπάρτη, τότε θα ήσαν υπόλογοι φοβερού άγους. Ενός άγους, με επικίνδυνες συνέπειες.Παράλληλα όμως, ο θάνατος, η Θυσία του βασιληά, είχε τέτοια επίδραση, που ο χθεσινός κατατονισμός αντέστρεφε.

Ο κάθε πολίτης φορτιζόταν με διπλάσιο σθένος, με ανατονισμένο φρόνημα, αλλά και κατάθεση δύναμης περίπου ανυπέρβλητης.


‘’καί διότι τά μαντεία πάντα τοίς άνθρώποις προστάττει

κατά τά πάτρια ποιείσθαι τάς θυσίας…

τώ κοινώ τής πόλεωςσυμφέρον έσται κατά τά

πάτρια τών ίερών θυομένων, καί ότι πρός εύτολμίαν

λυσιτελεί τοίς πολίταις, έπεί συμπομπευόντων όπλιτών

ίππέων ψιλών εύτολμότεροι γένοιντ’ άν οί πολίται φιλο-

τιμούμενοι περί ταύτα.’’ Αναξιμένης


Το φαινόμενο γινόταν μια προσθετη αιτία, που μαζί με το άγος απέτρεπε την εχθρική επιβουλή.

Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, ο τρόμος που είχε κυριεύσει τους πολίτες από την είδηση του βασιλικού θάνατου, εξωτερικεύεται, υλοποιείται, κατευθύνεται, και αυτή τη φορά λειτουργεί με αντίστροφα αποτελέσματα. Μεταφέρεται στο στρατό των εχθρών. Η θυσιαστική προσδοκία πραγματώνεται.

Θυσίες αυτού του είδους καταγράφονται ως πράξεις και επιδιώξεις Αποτροπής.

Ζωηρό γνωστικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η εξής ακατανόητη με σημερινά κριτήρια περίπτωση. ‘’Έρεχθεύς ό Άττικός, και Μάριος ό Ρωμαίος τάς έαυτών έθυσάτην θυγατέρας’’

Η λογικότερη εξήγηση είναι ότι πρόκειται για θυσίες αποτρεπτικές ενός ευρύτερου Κακού. Δεν έχουν περιορισμένη εμβέλεια ωφέλειας. Ασφαλώς ένας πατέρας δεν θα πάθαινε χειρότερη βλάβη. Όμως η υπέρτατη Θυσία, η οποία ήταν αποτέλεσμα χρησμοδοσίας, απέβλεπε στην προστασία και ωφέλεια της ευρύτερης Κοινότητας. Η φράση : ‘’θυσιάστηκε για την Πατρίδα’’

είναι χαρακτηριστκή. Καλύπτει ένα ευρύ φάσμα εκούσιων και μη θανάτων. Χαρακτηριστικός είναι και κάποιος συναφής Βωμός, πάνω στον οποίο πραγματοποιούνται Θυσίες τέτοιου είδους. Στους μεταγενέστερους είναι γνωστός ο ‘’Βωμός της Ελευθερίας.’’


Εύκολα έτσι οδηγείται κάποιος στο συμπέρασμα, όπως ήδη προειπώθηκε, ότι η γνωριμία, και η ερμηνεία απαρχής των θυσιών, παρουσιάζουν θαμπή εικόνα, ακριβώς επειδή το κενό άγνοιας είναι υπέρμετρο. Ένα κενό άγνοιας, που ασφαλώς οφείλεται σε χαμένη Γνώση. Κενό μιας χαμένης Γνώσης, που κυρίως αφορά τις ανθρωποθυσίες. Οι άλλες, οι απλούστερες ασφαλώς στηρίζονται σ’ ένα είδος κατάθεσης και λήψης, που κι αυτό με την σειρά του έχει παρεξηγηθεί, όσο και παραποιηθεί. Στηρίζονται στην απλή παρατήρηση, ότι χωρίς Θυσία δεν υπάρχει αποτέλεσμα.

Ο διαιωνιζόμενος σημερινός θρησκευτκός Λόγος το επιβεβαιώνει :

Ένα αντί-δωρον προκύπτει από τα προσφερόμενα στην θεότητα τίμια δώρα.


Ωστόσο η κύρια επιδίωξη στο προκείμενο δεν είναι η φιλοσοφική προσέγγιση των Θυσιών, αλλά μια επιδαψίλευση του Χώρου στον οποίο γίνονταν μαρτυρημένες θυσίες στους Δελφούς.

Και σ’ αυτήν την περίπτωση τα πράγματα ακολούθησαν την παρατηρημένη πορεία.

Στο μεγάλο Ιερό, όλα ακολουθούσαν μια πάτρια ιερή πρακτική, και έτσι, πάμπολλα είναι εκείνα τα οποία επειδή ήσαν γνωστά σε όλους, κανείς δεν υποβλήθηκε στον κόπο, να τα περιγράψει. Ειδικά κάποιες λεπτομέρειες σχετικά με τις πολυειδείς Δελφικές Θυσίες.

Σε μια ευρύτερη θεώρηση διαπιστώνεται ότι, ήδη από την κλασσική εποχή η αρχική, η αληθινή αιτία και το αποτέλεσμα της Θυσίας, είχε κιόλας παρανοηθεί ή στην κοινότερη αποδοχή της

περιοριζόταν απλά σ’ ένα εκφυλλισμένο και κοινότυπο πρακτικό δοσοληψίας, μεταξύ ενός πολιτικοποιημένου πλέον θεού από τη μια, και ενός πολίτη που απλά εκτελούσε καθιερωμένα θρησκευτικά θέσφατα. Με περισσή μάλιστα αναισχυντία, και αντιθεϊκή αυθάδεια : ‘’τούτον τόν ίσχυρόν θεόν / έγώ ποιήσω τήμερον δούναι δίκην / ότιεί καταλύει περιφανώς είς ών μόνος / τήν δημοκρατίαν. ούτε τήν βουλήν πιθών / τήν τών πολιτών, ούτε τήν έκκλησίαν.’’


Ο θεός κατά τον Αριστοφάνη θα δικαζόταν από τον πολιτικοποιημένο άνθρωπο, επειδή παρεξ- έκλινε της δημοκρατίας, και δεν υπάκουε υποτασσόμενος, στην Βουλή, και τον όχλο !!! (Δήμο)

Ο κλήρος από εμπειρία, είχε πλήρως συνειδητοποιήσει την απορρέουσα δύναμη από την τέλεση των μυστηρίων, και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις καταγραφής ιερέων, υπόλογων για χρηματισμό.

Ο Αριστοτέλης, μέγιστος μεταφυσικός θεολόγος, ( στην κορυφαία Πραγματεία Μετά τα Φυσικά, σαφώς περιγράφεται ότι θεολογεί γούν Άριστοτέλης έν αύτή) όριζε κάποια περιθώρια, και τέλεσης και προσήνειας των Θυσιών. Με την φράση : ‘’ ούδέν κολοβόν προσφέρομεν πρός τούς θεούς’’ (fr,108,1495,b8) περισσότερο τόνιζε την αναγκαιότητα, και πολύ λιγότερο κατέθετε απλά μιά συμβουλευτική παραίνεση. Προστασία από παρέκκλιση περιέχει ο λόγος : ‘’ τάς θυσίας προς τους θεούς αίσίως κατά τά πάτρια έξωμεν.’’ r. 1446,39,a. Επιβεβαιώνει ότι οι ίδιοι οι θεοί επιχαίρουν με τις Θυσίες.’’τούς θεούς χαίρειν ταίς εύσεβείαις των θυόντων. ( r,1423,b 28)

Μεταξύ άλλων, ένας σφαιρικός και μακρύγορος λόγος Περί Θυσιών, παρατίθεται από τον Θεόφραστο, στην Μονογραφία του : ‘’ Περί ευσεβείας ‘’


Πάντα όμως προέχουν τα γύαλα των Φαιδριάδων, και ως Ποιητικόν Αίτιον το ύδωρ, το νερό, ένα αληθινό σημείο αναφοράς, όλων των δρώμενων του χώρου, όπου είχε αναπτυχθεί και λειτουργούσε το Μεγάλο Θρησκευτικό Κέντρο..

Το τελευταίο απόσπασμα του Παυσανία, κάνοντας λόγο για είρημένες ημέρες, κατά τις οποίες οι Λιλαιείς γλυκαίνουν την Πηγή της Κασταλίας, γίνεται έναυσμα και συνδετικός κρίκος, τόσο του Χώρου, όσο και του Χρόνου, των Θυσιών. Τουλάχιστον υποκειμενικά και βεβαίως αναπόδεικτα.

Μια κατάθεση όμως επήρρειας, εκτός από το ότι προκύπτει αυτόματα και αυθόρμητα στον κάθε καταγινόμενο με την πιθανή ερμηνεία αρχαίων δεδομένων, σε τελική ανάλυση δεν βλάπτει.


Το καίριο, αλλά και κύριο λοιπόν ερώτημα, έχει ως εξής :

Πού θα ήταν δυνατόν να πραγματοποιούνται οι Θυσίες στους Δελφούς ;


Μήπως αποκλειστικά στον Βωμό του μεγάλου ναού του Απόλλωνα ; Και πριν ιδρυθεί ο επώ-

νυμος ναός ; Οι ερωτήσεις εδράζονται στην βαθειά πεποιήθηση που θέλει την Θυσία, ειδικότερα της εκατόμβης, να περατώνεται σε άμεση τελείωση με το νερό. Σε άμεση σχέση, με Πηγή, Ποτα-μό, ή Θάλασσα. Μια παράδοση που μεταφέρει ο Ομηρικός Ύμνος, θέλει τον Απόλωνα, να φτάνει στους Δελφούς, από την θάλασσα. Όπως λίγο αργότερα περιγράφεται το εκχυνόμενο θυσιαστικό αίμα, έπρεπε να συγκερασθεί με το νερό, και από κεί να φτάσει στον μεγάλο Ωκεανό, τον γεννή-τορα πάντων. Αν ο τόπος των Θυσιών είχε έναν παραδοσιακό Βωμό, που ακολουθούσε την δι-αιώνιση της παραδοσιακής αρχικής Καλύβης, κατά την διαδοχική ‘’ανανέωση’’ και αυτός ο βωμός βρισκόταν μπροστά στον μεγάλο έσχατο πέτρινο ναό, τότε δείχνει πολύ λογική η παρ-ουσία μιάς αρχιτεκτονικής κατάσκευής, που χρησιμοποιήθηκε για την μεταφορά του νερού της Καστ-αλίας γύρω από τον ναό του Απόλλωνα, ίχνη της οποίας πιστοποιθηκαν από τις ανασκαφές.

Ο ειδικός Χώρος, ο ειδικός Τ-όπος, όπου έρρεε ο οπός-αίμα της Θυσίας, και όχι μόνον στους Δελφούς, έχει αξία μεγαλύτερη κι από την ίδια την Θυσία. Ακολουθεί αναπόφευκτη φλυαρία.



Με δεδομένο ότι, η άφιξη στους Δελφούς

50 εκδρομικών λεωφορείων, επιφέρει το

αδιαχώρητο, τι εικόνα θα παρουσίαζαν άραγε, μόνον τα 100 βόδια μιάς Εκατόμβης ;


Μια εκατόμβη ιερείων πάνω σ΄ένα συμβολικό ίδρυμα, όπως αναμφίλεκτα είναι ο Βωμός, δεν δείχνει ότι παράγει προσδοκώμενο αποτέλεσμα. Μια Θυσία σε συμβολικό χώρο, δεν μπορεί παρά να παρέξει, και συμβολικό αποτέλεσμα. Το αίμα γίνεται φανερό ότι περίπου χύνεται για το τίποτα.

Τον κατάλληλο χώρο της αιματηρής Θυσίας, δείχνει με φειδώ, και πολύ έντεχνα ο Όμηρος.

Η Κίρκη στέλνει τον Οδυσσέα στην «άκρη» του Ωκεανού. «Εκεί που τελείωνε όλος ο Κόσμος.»

Τον συμβουλεύει ν’ ανοίξει έναν πηγούσιον βόθρον, εκεί που τελειώνει η θάλασσα, και να προκαλέσει Ψυχαγωγία (ανάκληση ψυχών), σφάζοντας μαύρα πρόβατα. Απόδειξη ότι ο κάθε χώρος δεν ήταν ενδεδειγμένος. Τουλάχιστον για αιματηρές Θυσίες.

Κατηγορηματικά λοιπόν οι Θυσίες στο Δελφικό έδος, είχαν και καθορισμένο Τόπο, αλλα και καθορισμένο Χρόνο. Ασφαλώς ήταν καθιερωμένο να γίνονται σε δέοντα χρόνο. Η όλη λειτουργία της Ιερής Ακολουθίας, στους Δελφούς, και όχι μόνο, εναρμονιζόταν με τον Κοσμικό ρυθμό. Η αρχική προπολιτισμική αγνή και ανόθευτη από πολιτικές σκοπιμότητες ιεροτελεστία, που φανερώνει και την ειδιποιό διαφορά, επιμαρτυρείται στον ακόλουθο στίχο : πρότερον άπαξ τού ένιαυτού έθεμίστευεν ή Πυθία, αρχικά η Πυθία χρησμοδοτούσε μια φορά κάθε έτος.

Οι παντοειδείς λοιπόν Θυσίες στους Δελφούς, έπρεπε να ακολουθούν ορισμένες, άγνωστες χωρο-χρονικές συντεταγμένες, έτσι ώστε ευδόκιμα να υλοποιήσουν, την ανάλογη προσδοκία.

Θα ήταν ανώφελο να πραγματώνονται μηχανικά και χωρίς άμεσο αντίκρυσμα. Με έλλειψη του άντευποιείν. Με μια έλλειψη αντίδωρου. Η βασική προϋπόθεση είναι ότι χωρίς Θυσία, δεν προκύπτει αποτέλεσμα. Κι επειδή οι Δελφοί δεν είναι ένας συμβολικός χώρος, αλλά αδιαμφι-

σβήτητα, ένας πρότυπος, ένας αληθινός Τ-όπος ιεροφανειών, η όποια Θυσία εκεί, συνεπαγόταν άμεση και καθοριστική ωφέλεια. Οι αιματηρές Θυσίες στους Δελφούς, τουλάχιστον εκείνες των πολλών ιερείων και της εκατόμβης, ακόμη κι αν γίνονταν στον Βωμό του μεγάλου ναού του Απόλλωνα, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο η τέλεσή τους γινόταν ‘’ανάμεσα στις Φαιδριάδες.’’

Στην συνέχεια από την όμοια με μήτρα κοίλη βήσσα των δίδυμων βράχων, ένας κοκκινωπός ποταμός, αραιότερης ή πυκνότερης αμάτινης σύγκρασης έφτανε μέχρι τον μεγάλο Ωκεανό.


Ακόμη επιμεριστικά, ένα άλλο σημείο Θυσίας, θα ήταν η κορυφή. Αιτία της πιθανότητας είναι μια σειρά από σκαλιά, σκαλισμένα στον φυσικό βράχο, σε όλη την ανηφορική διαδρομή, που αρχίζει δυτικά από το Στάδιο, και φτάνει ως το σημείο που οι δυό βράχοι των Φαιδριάδων συγκλίνουν.

Ο δρομίσκος, το μονοπάτι, έχει ερμηνευθεί ως η οδός προς το Κωρύκειο άντρο, αλλά κάτι τέτοιο ως αποκλειστικό, είναι μάλλον απίθανο. Ίσως εξυπηρετούσε και τις Βακχικές δραστηριότητες, όπως αυτές που περιγράφει ο Ευριπίδης, αλλά δεν είναι απίθανο να χρησίμευε ως δρόμος βατός, για τα ζώα της Θυσίας, αλλά και της πρόσβασης εκεί των υποβαλλόμενων σε κατάκρήμνηση…

Ωστόσο η περίπτωση θυσίας στην κορυφή των Φαιδριάδων, προσκρούει σε ανυπέρβλητα εμπόδια αποδοχής. Είναι η μεγάλη δυσκολία διαχείρησης του ιερείου-σφάγειου, που παρουσιάζεται μετά την θυσία. Πώς άραγε θα «κατέβαιναν» εκατό θυσιασμένα ήδη βοοειδή, από την κορυφή των Φαιδριάδων ;



Εκείνο που εν κατακλείδι εδώ υποστηρίζεται είναι η βεβαιότητα ότι το αίμα των θυσιαζόμενων ζώων, κατέληγε μέσω της χαράδρας του Πλείστου στην πεδιάδα. Βεβαίως κάτι τέτοιο συνέβαινε είτε άμεσα, είτε έμμεσα. Σε τί θα ήταν δυνατόν άραγε να συμβάλλει το αίμα της Θυσίας, κατά την συρροή του με το νερό της Πηγής ; Με τι είδους ιδιότητες εμπλουτιζόταν το νερό κατά την συγκέραση με το αίμα ; Ο Όμηρος και ο Σχολιαστής του γίνονται διαφωτιστικοί.

Στο 23 της Ιλιάδας ο Πελίας υπόσχεται μια εκατόμβη, στον Σπερχεό, και πενήντα ένορχα μήλα.


‘’τοίς ποταμοίς καθ’ Όμηρον δηθά πολείς ίερεύετε ταύρους ( ταύρον Άλφειώ )

δυνάμεως και αύξήσεως το ύδωρ όθεν ένορχα

θύουσιν, οίονεί τά εύθαλέστερα και δυνάμει προύχοντα τοίς αίτίοις

του δύνασθαι.’’


Πενήντα ευθαλέστερα και προεξέχοντα στη δύναμη κριάρια, ένορχα, σε πλήρη δηλ. ερωτική ακμή και έξαψη, θυσιάζονται όχι για το θεαθήναι, ή ως απλή υπόσχεση σε ευχάριστο συμβάν, αλλά για την ενδυνάμωση του νερού. ‘’τοίς αίτίοις τού δύνασθαι.’’ Ως αίτια δυνάμεως.




Έμμεσα έτσι προκύπτει και ο χρόνος τέλεσης μιας τέτοιας Θυσίας. Η ερωτική διάθεση του κριού είναι παροιμιώδης, μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο.

Στο Ιερό της Λειβαδιάς μια αντιστοιχη Θυσία κριού, συμβαίνει κατά τον Όρθρο της Πανσελήνου, η οποία μεσολαβεί κατά τους σημερινούς μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο.

Ο Εκατομβαιών, που ονομάστηκε έτσι από τις θυσιαστικές εκατόμβες ιερείων, ήταν ο πρώτος μήνας του αρχαίου ημερολογίου, και άρχιζε την νέα Σελήνη, στα μέσα περίπου του σημερινού Ιουλίου. Αμεσώτερα από όσο ίσως συγκεχυμένα σήμερα εννοείται, η ενδυνάμωση του νερού με αίμα καθορισμένης Θυσίας, ασφαλώς ευεργετεί την Κοσμική Αρμονία.


‘’και Νέστωρ δε βόας θύει Ποσειδώνι παρά τη θαλάσση.

ίερεύσιν ένορχα τοίς ποταμοίς και Ποσειδώνι δε,

διά τό έκ τού ύγρού τήν γένεσιν, Ωκεανού καί θεών.’’


Άμεσα και ονομαστικά στον Ποσειδώνα, αλλά και με νομοτελειακή συνέπεια, στον ίδιο τον μεγάλο Ωκεανό, το ενδυναμωμένο με πλούσια πρόσθετα στοιχεία αίμα, ήταν ίσως η μέγιστη των

Θυσιών οφειλόμενη προσφορά, αλλά και αιτία αντικαταπεμπτικής ευεργεσίας.

Επειδή από το υγρό Στοιχείο γεννήθηκε ο Ωκεανός, αλλά και οι θεοί.

‘’διά τό έκ τού ύγρού τήν γένεσιν, Ωκεανού καί θεών.’’

Ο ανθρώπινος οργανισμός κατά τα τρία τέταρτα, αποτελείται από νερό.

Η ευεργεσία φτάνει και καλύπτει μέχρι και τους θεούς, αφού : κατά τον Πλάτωνα : ό θεός ζώον άθάνατον. και κατά τον Αριστοτέλη : ζώον άοίδιον άριστον. Ένας λόγος Σχολιστού γίνεται περισσότερο ευκρινής : : ό θεός ζώον είναι σύνθετον έκ σώματος καί ψυχής…


Απολύτως βέβαιο πρέπει να να θεωρείται ότι η επιτυχής πραγμάτωση, όσο και η αποτελεσματικότητα της Θυσίας, στηριζόταν στην δύναμη του ένυλου Λόγου, ο οποίος συνόδευε το όλο δρώμενο. Ο λόγος της (προς) ευχής μεταστρεφόμενος, μεταστοιχειούμενος, σε ύλη οδηγούσε την Θυσία στα πλέον ευοίωνα και επιθυμητά αποτελεσματα. ‘’ ύλη του λόγου ή φωνή,’’ κατά τον Αριστοτέλη.


Ο ευχετικός λόγος ως ύλη, είχε και έχει την αποτελεσματικότητα μιας φυσικής δράσης, και επίδρασης. Μ’ αυτό το προηγούμενο έχει καταστεί παροιμιώδης. ’Πρόσεχε τί εύχεσαι’’ εφιστά η περίπτωση.

’’τά εύκτά παρά θεών ήτησάμην’’είναι ένα ενδεικτικό φθέγμα που διέσωσε ο Σοφοκλής. Το κάθε ιερείον, το κάθε σφάγιο, ακολουθούσε μια ευχή.

Μια διαφορετική Ευχή ακολουθούσε την Θυσία του κάθε ζώου – ιερείου

Είναι εύκολο να υποτεθεί ποιό ήταν το αποτέλεσμα εκατό ευχών, κατά την Εκατόμβη.

Ακόμη εκπληκτικότερο δείχνει το αποτέλεσμα μιας χιλιόμβης !

‘’ ότι ού μόνον έκατόμβαι, άλλά και χιλιόμβαι, ήσαν παρά τοίς παλαιοίς.’’ Εύστ.1,109,20

Χιλιόμβη θυσίαζαν κατά την τέλεση της Ολυμπιάδας.

Μία όμως συγγενέστερη με το θέμα, Θυσία χιλίων ζώων, καταδείχνει πειστικότερα το αποτέλεσμα της επακόλουθης ευχής.

‘’ έν τη Μιλτιάδου νίκη / χιλίας χιμαίρας Άθηναίοι τή άγροτέρα Άρτέμιδι έθυσαν….

καί / έθυον κατά έκτην Θαργηλιώνος μηνός. καθ’ όν δή μήνα, πολλά τοίς Άθηναίοις / έγένοντο / άγαθά. ότι δέ τό χίλια ζώα ύποσχέσθαι, κατά χιλίων εύξασθαι ….’’Ευστ.ο.α.

Χίλιες ευχές ζητήθηκαν κατά την Θυσία χιλίων γιδών στην αγροτέρα Άρτεμη, οι οποίες όπως επιμαρτυρείται, είχαν ως αποτέλεσμα μιάν ωφέλεια από πολλά άγαθά, για τους Αθηναίους.

Ήταν ο Πλάτωνας (Ορ. 415 Β) που είχε ήδη αφήσει παρακαταθήκη ότι η θυσία:


Όσιον θεράπευμα θεού άρεστόν θεώ.

Θυσία θεώ δόμα (δώρον) θύματος.

Εύχή αίτησις άνθρώποις άγαθών ή δοκούντων παρά θεών.


Τελειώνοντας ίσως δεν θα ήταν ανώφελο να προστεθεί εδώ, ένας επεξηγηματικός λόγος της αρχαίας Ελληνικής Θεολογίας, διαπιστωμένος μετά από πολυχρόνια παρατήρηση και διατύπωση, η οποία ήταν συνολικός καρπός των επιφανέστερων αρχαιοελλήνων Φυσικών επιστημόνων.

Ένας λόγος που εξηγεί απόλυτα την δύναμη της (προς) ευχής.


‘’ εί δέ σοί άπιστον καταφαίνεται πώς φωνής άκούει το άσώματον και ως αίσθήσεως προσδεήσεται, και δή ώτων τά λεγόμενα ύφ’ ήμών έν εύχαίς, έκών έπιλανθάνη της των πρώτων αίτιών περιουσίας έν τε τώ είδέναι και τώ περιέχειν έν έαυτοίς τά ύφ’ έαυτών πάντα…… …..ούτε δή ούν διά δυνάμεων ούτε δι’ όργάνων είσδέχονται είς έαυτούς οί θεοί τάς εύχάς, έν έαυτοίς δε περιέχουσι τών αγαθών τάς ένεργείας των λόγων…. ( Ιάμβλ. π. Μυστ. 15,46 )


Εάν σου φαίνεται απίστευτο, πώς το ασώματο ακούει τη φωνή, και ότι αυτά που λέγονται από εμάς στις προσευχές, θα χρειαστούν αίσθηση και αφτιά, σκόπιμα ξεχνάς την αφθονία ( περι-ουσία) των πρώτων αιτίων τόσο στη γνώση, όσο και στο να περιέχουν μέσα τους όλα τα κατώτερά τους…….

.επομένως ούτε με δυνάμεις ούτε με όργανα προσλαμβάνουν μέσα τους οι θεοί τις προσευχές, αλλά περιέχουν μέσα τους τις πραγματοποιήσεις των αγαθών που ζητούν τα λόγια…..

(μετ. εκδ.ΚΑΚΤΟΣ



(Ένας λεπτομερέστερος λόγος σχετικός με το θέμα, γίνεται σε Σημείωμα με τον τίτλο:

ΔΕΛΦΟΙ ΟΙ ΑΙΜΑΤΗΡΕΣ ΘΥΣΙΕΣ)




Κ5




ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑΘΗΜΑΤΩΝ



‘’τί θεός ; ό,τι τό πάν’’

Πίνδαρος




Είναι περιττό να υπομνησθεί το αποτέλεσμα της επίδρασης του ένυλου ευχετικού λόγου, όχι μόνον στα έμψυχα που βίωναν την θυσία στους Δελφούς, αλλά ακόμη και στα άψυχα.

‘’ τών άναθημάτων τά

ένταυθοί ( έν Δελφοίς ) μάλιστα συγκινείσθαι καί συνεπισημαίνειν τή

τού θεού προνοία, καί τούτων μέρος μηδέν είναι κενόν

μήδ’ άναίσθητον, άλλά πεπλήσθαι πάντα θειότητος.

ού γάρ άρκεί τόν θεόν είς σώμα

καθειργνύναι θνητόν άπαξ έκάστου μηνός, άλλά καί λίθω

παντί καί χαλκώ συμφυρασάμενον αύτόν, ώσπερ ούκ έχοντες

άξιόχρεων τών τοιούτων συμπτωμάτων τήν τύχην δημιούρ-

γόν καί ταύτόματον

( Πλούτ. ‘’περί του μη χ.εμ.την Πυθίαν’’ 398 Α )

‘’ τα εδώ αναθήματα κινούνται κατ’ εξοχήν μαζί και δίνουν σημάδια με την πρόνοια του θεού, και κανένα μέρος τους δεν είναι κενό, ούτε αναίσθητο, αλλά όλα είναι γεμάτα από το θείο.

Δεν αρκεί να φυλακίζει κανείς τον θεό μια φορά κάθε μήνα σε σώμα θνητό, αλλά θα τον ανακατέψουμε σε κάθε πέτρα, σε κάθε χάλκινο αντικείμενο, λες και δεν αποτελούν για μας αιτίες παρόμοιων συμπτώσεων η τύχη και το αυτόματο.’’ (μετ, Εκδ. ΚΑΚΤΟΣ)


Η απορία που γεννιέται από μια τέτοια πρόταση θεωρείται λογική , όμως η ίδια η λογική ,ως επιστήμη αυτή τη φορά, προσκομίζει δικαιολογητικά της άποψης θαυμαστά. Για το πώς, και κάτω από ποιες διεργασίες τα διάφορα άψυχα αναθήματα γεμίζουν από θειότητα, θα γίνει κατανοητό αν προσεχθούν κατάλληλα όσα αφηγείται ο Πλούταρχος στην πραγματεία: Περί τού μή χράν έμμετρα νύν τήν Πυθίαν.(394 C)

Από την σύγρονη Θρησκειολογία, έχει ήδη καταγραφεί το Φαινόμενο της αμφισημίας του ιερού. Το κάθε αντικείμενο το οποίο χρησιμοποιείται μέσα σ’έναν Ιερό τόπο, αποκτάει ιερές ιδιότητες, απλά και μόνον επειδή χρησιμοποιείται εκεί. Αλλά και αντίστροφα. Ο Τόπος, μετατρέπεται και αναδεικνύεται ως Ιερός, επειδή εκεί χρησιμοποιούνται ιερά αντικείμενα.


Ωστόσο αυτή η σημερινή διαπίστωση, παύει να έχει αιωρούμενη πιστότητα, αφού στηρίζεται στο είδέναι, στην γνώση δηλ. των απόλυτα φυσικών διεργασιών.


‘’ υπάρχει κατά συνέπεια κάτι που κινεί χωρίς να κινείται, και αυτό είναι αιώνιο, ουσία και ενέργεια. Με αυτόν ακριβώς τον τρόπο κινεί το ποθητό και το νοητό, που κινούν χωρίς να κινούνται….το τελικό Αίτιο λοιπόν κινεί ως ερώμενο (ποθητό) ενώ τα άλλα κινούν επειδή κινούνται.’’ Αριστλ. Μετ.Φυσικ. Λ 1072 α 25 κ.ε.


Κατά τους έσχατους λοιπόν χρόνους, καταγράφηκαν μερικά αξιοσημείωτα γεγονότα, τα οποία επιβεβαιώνουν και του λόγου το αληθές.

Λίγα ενδεικτικά ακολουθούν αμέσως.

Ο Ιέρωνας από τις Συρακούσες είχε αφιερώσει στους Δελφούς έναν στητό χάλκινο κίονα.

Λέγεται ότι την ημέρα κατά την οποία ο Ιέρωνας πέθανε ο κίονας έπεσε .

ό κίων τής ήμέρας έκείνης έπεσεν αύτομάτως


Ένας άλλος Ιέρωνας ή Έρμωνας από τη Σπάρτη, που πολέμησε και σκοτώθηκε στη μάχη των Λεύκτρων (371π.Χ) έχει έναν παραπλήσιο μύθο. Πρίν από την μάχη έπεσαν από τον ανδριάντα του τα μάτια και οι αστέρες με τους οποίους τον είχε τιμήσει ο στρατηγός Λύσανδρος μετά από τη νικηφόρα ναυμαχία στους Αιγός ποταμούς. ότι πρό τής έν Λεύκτροις αύτώ γενομένης τελευτής έξέπεσον οί όφθαλμοί του άνδριάντος, οί δε άστέρες ήφανίσθησαν. Αλλά και στον ίδιο τον ανδριάντα του Λύσανδρου φύτρωσε χορτάρι, που έφτασε να καλύψει το πρόσωπό του. Κατά την ατυχή εκστρατεία των Αθηναίων στη Σικελία οι διοσημείες ήταν εξίσου δυσοίωνες. Ένα πλήθος από κοράκια έπεσε στους Δελφούς και ραμφίζοντας αποσπούσαν τους χρυσούς καρπούς του χάλκινου φοίνικα, και την ασπίδα του Παλλαδίου περιέκοπτον , από το αναθηματικό σύμπλεγμα των Αθηναίων αφιέρωμα στο Ιερό μετά τη διπλή νίκη στον Ευρυμέδοντα.


μίμνησκον, οία δή τού Έρμωνος μέν τού Σπαρτιάτου

ότι πρό τής έν Λεύκτροις αύτώ γενομένης τελευτής έξέ-

πεσον οί όφθαλμοί τού ανδριάντος, οί δε άστέρες ήφανί-

σθησαν, ούς Λύσανδρος άνέθηκεν άπό τής έν Αιγός ποτα-

μοίς ναυμαχίας, ό δ’ αύτού τού Λυσάνδρου λίθινος

άνδριάς έξήνθισεν άγρίαν λόχμην καί πόαν τοσαύτην τό

πλήθος, ώστε κατακρύψαι τό πρόσωπον. έν δέ τοίς Σικε-

λικοίς των Άθηναίων άτυχήμασιν αί τε χρυσαί τού φοίνι-

κος άπέρρεον βάλανοι, καί τήν άσπίδα τού Παλλαδίου

κόρακες περιέκοπτον ό δέ Κνιδίων στέφανος, όν Φαρσα-

λία τή όρχηστρίδι Φιλόμηλος ό Φωκέων τύραννος έδωρή-

σατο μεταστάσαν αύτήν έκ τής Έλλάδος είς Ίταλίαν

άπώλεσεν έν Μεταπντίω παίζουσαν περί τόν νεών τόν

Άπόλλωνος. Όρμήσαντες γάρ έπί τόν στέφανον οί νεα-

νίσκοι καί μαχόμενοι περί τού χρυσίου πρός άλλήλους

διέσπασαν την άνθρωπον.


‘’Εγώ πάλι έφερνα ταυτόχρονα στη μνήμη μου τα παρόμοια περιστατικά , όπως για παράδειγμα ,την περίπτωση του Έρμωνος από τη Σπάρτη , που πρίν από τη θανή του στα Λεύκτρα έπεσαν τα μάτια του αγάλματος , όσο για τα αστέρια , που ο Λύσανδρος είχε προσφέρει ως αναθήματα μετά τη ναυμαχία στους Αιγός ποταμούς , εξαφανίστηκαν , αλλά και ο πέτρινος αδριάντας του ίδιου του Λύσανδρου φύτρωσε άγριες λόχμες και χόρτα τόσα πολλά ,ώστε να του κρύψουν τελείως το πρόσωπο , ενώ κατά τη Σικελική καταστροφή των Αθηναίων έπεφταν τα χρυσά βαλανίδια από τον φοίνικα και την ασπίδα του αγάλματος της Παλλάδας (Αθηνάς) τσιμπούσαν τα κοράκια όσο για το στεφάνι των Κνιδίων , που είχε δωρίσει στη χορέυτρια Φαρσαλία ο Φιλόμηλος , ο τύραννος των Φωκέων ,την έκανε να πεθάνει αφού ταξίδεψε από την Ελλάδα στην Ιταλία ,στο Μεταπόντιο , και την ώρα που ερμήνευε τον ρόλο της κοντά στον ναό του Απόλλωνα , καθώς όρμησαν οι νεαροί για να πάρουν το στεφάνι και μάχονταν μεταξύ τους για το χρυσάφι , διαμελίστηκε η γυναίκα .


Ο ύστερος λόγος με τον οποίο κλείνει η προηγούμενη Ενότητα, καταδείχνει με ζωηρό τρόπο την αναμφισβήτητη πιστότητα των περιστατικών. Η πιστότητα είναι όντως αναμφισβήτητη, γιατί τα όσα εξιστορούνται, παύουν ν’ αποτελούν εξωπρα-γματικά Φαινόμενα. Στο σύνολό τους εντάσσονται ως συνέπειες μιας αποδεδειγ-μένης Φυσικής Διεργασίας.


‘’Ο θεός δ’,εί μη συνείρξειε φέρων ‘εαυτόν είς άπαντα μήδ’άνακερασθείη πάσιν, ούκ αν σοι δοκεί κινήσεως αρχήν και πάθους αίτίαν παρασχείν ούδενί των όντων.’’

Περί τού μή χράν έμμετρα νύν τήν Πυθίαν 398 Β


‘’ ο θεός όμως αν δεν κινούνταν, κλεινόταν στα πάντα, και δεν αναμειγνυόταν με όλα, δεν σου φαίνεται πως δεν θα μπορούσε να αποτελεί α ρ χ ή κ ί ν η σ η ς και α ι τ ί α π α θ ή μ α τ ο ς για κανένα από τα όντα ; ‘’ μετ. Εκδ.ΚΑΚΤΟΣ


Μ’ αυτές τις προϋποθέσεις, ο αρχαίος Ελληνικός θρησκευτικός ορθολογισμός αποδεχόταν όχι μόνον αβίαστα, αλλά εντελώς φυσιολογικά, τις εξαιρετικές θεϊκές ιδιότητες των αψύχων. Περιθώρια αμφισβήτησης δεν υπήρχαν.


Ο θεός ως αρχή κινήσεως βρισκόταν μέσα σε όλα.



Όλα ήσαν αποτέλεσμα νομοτελειακών αρχών. Όλα πριν γίνουν αποδεκτά ως θρησκευτικά Στοιχεία με βέβαιωμένη αιτία και αποτέλεσμα ωφελιμιστικής παροχής, υποβάλλονταν στην βάσανο μιας αποδεικτικής επιστήμης. Ήταν οι βιολογικές αρχές του φυσικού μεταβολισμού, που οδηγούσαν απ’ ευθείας στο γνήσιο Ιερό, και απέκλειαν κάθε είδος, ανώφελης ειδωλολατρείας.

Σήμερα είναι περισσότερο, αφέλεια και λιγότερο ασέβεια, να μέμφεται όποιοσδήποτε σύγχρονος την αρχαία Ελληνική Θρησκευτική Συνείδηση, ότι κατά το όποιο Δρώμενο, μετερχόταν είδωλα και ομοιώματα.


Οι πολέμιοι της αρχαίας Ελληνικής θρησκείας, με προεξάρχοντα τον Κλήμη (μή γάρ οίου λίθους μέν είναι ίερά και ξύλα και όρνεα και όφεις….10,104) δεν έχουν το παραμικρό έρεισμα δικαίωσης. Οι πολέμιοι της αρχαίας Ελληνικής θρησκείας σφάλλουν. Η διαπίστωση γίνεται επαχθέστερη, επειδή αυτό το διαπιστούμενο σφάλμα, μερικές φορές επαναλαμβάνεται και αθέλητα, αλλά και ηθελημένα. Μιά δογματική θέση, υποτονθορίζεται απέναντι στην Φυσική Απόδειξη. Όχι, ασφαλως όχι. Οι αρχαίοι Έλληνες δεν « νόμιζαν ως ιερά, τις πέτρες, τα ξύλα, τα πουλιά, και τα φίδια » Τα χρησιμοποιούσαν λόγω ιδιοτήτων και κατηγορημάτων. Δεν τα λάτρευαν, όπως έτσι θέλουν να το ερμηνεύουν οι δογματικοί της νέας θρησκείας. Το αποδεικνύει ο Ορθολογισμός και το αποτέλεσμα. Θα είναι σαν κάποιος να αντιτείνει ότι ο σύγχρονος πιστός προσκυνάει και ασπάζεται το άψυχο ξύλο, και όχι την σύγχρονη Εικόνα. Την νοητή Ουσία που μεταφέρεται στην Εικονογραφία. Κάποια εικόνα Αγίου, πολλές φορές αληθινά θαυματουργή….



Μία τελευταία μαρτυρία έχει την αξία της πριν από την τελική πρόταση υποστήριξης της ιερότητας των αψύχων. Των εν Δελφοίς αψύχων. Έλεγαν λοιπόν ότι η πρώτη Σίβυλλα, που έφτασε στους Δελφούς ξεκινώντας από τον Ελικώνα, δεν έπαψε να μαντεύει, ακόμη και μετά τον θανατό της.


Σίβυλλα δέ μαινομένω στόματι’ καθ’

Ήράκλειτον (fr.92) ’αγέλαστα καί άκαλλώπιστα καί

άμύριστα φθεγγομένη χιλίων έτών έξικνείται τή φωνή

διά τόν θεόν.( Plut. De Pyth. Or. 394d-409d )


Ο συνεχής λόγος, είχε νομοτελειακή επίδραση στο συγκεκριμένο Τέμενος του ευρύτερου έδους των Δελφών. Είχε αποδεδειγμένη επίδραση μέσα σε κάθε έμψυχο, ή άψυχο αντικείμενο, το οποίο βρισκόταν μέσα στον Ιερό Τόπο, είτε ως προσφορικό ανάθημα, στην ευεργεσία της θεότητας, είτε ως δηλωτικό μύησης. Δηλωτικά μυήσεως είναι τα δύο επώνυμα τεμένη, Φυλάκου κατύπερθε τού ίρού τής Προνίης, Αύτονόου δέ πέλας τής Κασταλίης, ύπό τή Ύαμπεία κορυφή ( Ηρ.8,39), καθώς και η ομάδα ναών του λεγόμενου ‘’μυκηναϊκού χώρου,’’ συμπεριλαμβανομένης και της Θόλου – Ροτόντας. Τα μνημεία αυτά δεν πρέπει να συγχέονται και συγχρωτίζονται με τον χαρακτήρα των άλλων ιδρυμάτων τα οποία βρίσκονταν μέσα στο Ιερό Περίβολο. Τα πρώτα χρησιμεύουν σε τελετουργίες και μυήσεις, ενώ τα δεύτερα είναι αναθήματα αποδοτικά Ευχαριστίας και τιμής στον Απόλλωνα.






Τα χρηστικά έμψυχα του Δελφικού Ιερού, όπως οι ιερείς και οι Πυθίες, είτε τα προς θυσία ζώα, εμφορούμενα από χρησμοδοτική διάθεση και υλοποίηση μαντείας, ασφαλώς εξασκούσαν καταλυτική επίδραση στα « άψυχα » του Χώρου.


Όλα εκεί ήταν χρησμοδοτικά. Όλα εμφορούνταν από θεϊκή παρουσία. Σε όλα υπηρχε και εκδηλωνόταν χρονική συνκίνηση. Από τα σπλάχνα των ιερείων έως τα άψυχα αγάλματα και άμορφα αναθήματα. Κάτω από έναν τέτοιο γνώμονα λειτουργίας, αναμφίλεκτα ακόμη και τα ε ί δ ω λ α μέσα στο τέμενος των Δελφών, μέσα στο τέμενος όποιου δή ποτε αρχαίου Ελληνικού Ιερού Χώρου, αποκτούσαν ιδιότητες εξαιρετικές. Ιδιότητες που αποκρυπτογραφούν πλήρως, τα όσα παρά προσδοκίαν ερμηνεύονται από τους πολυϊστορες μεταγενέστερους, ως « γραφικά και ανεξήγητα.» Πολλοί είναι εκείνοι που προφανώς αδυνατούν να κατανοήσουν αυτό που υπαινίσεται ο Αριστοτέλης στην Θεολογία του, και με σαφήνεια αποδίδει αργότερα ο Ιάμβλιχος :


‘’ εί δέ σοί άπιστον καταφαίνεται πώς φωνής άκούει

το άσώματον και ώς αίσθήσεως προσδεήσεται, και δή

ώτων τά λεγόμενα ύφ’ ήμών έν εύχαίς, έκών έπι-

λανθάνη τής των πρώτων αίτιών περιουσίας έν τε τώ

είδέναι καί τώ περιέχειν έν έαυτοίς τά ύφ’ έαυτών

πάντα. έν ένί γάρ δήπου συνείληφεν έν έαυτοίς όμού

τά όλα. ούτε δή διά δυνάμεων ούτε δι’ όργάνων

είσδέχονται είς έαυτούς οί θεοί τάς εύχάς, έν έαυτοίς

δε περιέχουσι τών άγαθών τάς ένεργείας τών λόγων, καί μάλιστα έκείνων οίτινες διά τής ίεράς άγιστείας

ένιδρυμένοι τοίς θεοίς καί συνηνωμένοι τυγχάνουσιν.

άτεχνώς γάρ τηνικαύτα αύτό τό θείον πρός έαυτό συν-

εστι, καί ούδ’ ως έτερον πρός έτερον κοινωνεί τών έν

ταίς εύχαίς νοήσεων.’’ ( Ιάμβλ. π. Μυστ. 1,15,46 )



Αν μάλιστα σου φαίνεται απίστευτο πώς το ασώματο ακούει τη φωνή, και ότι αυτά που λέγονται από εμάς στις προσευχές, θα χρειαστούν αίσθηση και αφτιά, σκόπιμα ξεχνάς την αφθονία των πρώτων αιτίων τόσο στη γνώση, όσο και στο να περιέχουν μέσα τους, όλα τα κατώτερά τους. γιατί βέβαια έχουν συμπεριλάβει ενιαία μέσα τους το σύνολο των όντων. Επομένως ούτε με δυνάμεις ούτε με όργανα προσλαμβάνουν μέσα τους οι θεοί τις προσευχές, αλλά περιέχουν μέσα τους τις πραγματοποιήσεις των αγαθών που ζητούν τα λόγια, και προπάντων εκείνα που μέσω της ιερής τελετουργίας συμβαίνει να είναι εδραιωμένα και ενωμένα με τους θεούς. Γιατί τότε ακριβώς το ίδιο το θείο συνυπάρχει με τον εαυτό του και δεν επικοινωνεί με τα νοήματα των προσευχών, ως διαφορετικό με κάτι διαφορετικό. (μετ. Εκδ. ΚΑΚΤΟΣ)








Κ6



ΟΙ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΠΡΩΤΟΙ ΝΑΟΙ





τόν ναόν τώ Άπόλλωνι τό άρχαιότατον δάφνης φασί,

καλύβης δ’ άν σχήμα ούτος γε άν είη

δεύτερα δε λέγουσιν οί

Δελφοί γενέσθαι ύπό μελισσών τόν ναόν άπό τε τού

κηρού τών μελισσών καί έκ πτερών. Παυσ. 10,5,9




Από την παρούσα ερασιτεχνική θεώρηση του Μεγάλου Ιερού, ημιτελής εικόνα θα φάνταζε, ένας ελλείπων λόγος σχολιασμού, σχετικός με τους τέσσερις διαδοχικούς ναούς του Απόλλωνα.

Κατά την παράδοση, ο πρώτος ναός ήταν φτιαγμένος από κλαδιά δάφνης. Δάφνης που είχε μεταφερθεί εκεί από τα Τέμπη. Ασφαλώς στο θρησκειολογικό υπόστρωμα διαφαίνεται μια αρχική φυτολογική Επιφάνεια του Απόλλωνα.

Είναι ο ίδιος ο Απόλλωνας που ως φυτική υπόσταση σχηματίζει με γυρτά κλαδιά δάφνης μια πρώτη έννοια καλύβης, στον χώρο των Δελφών. Προφανώς λίγο μετά την αναπνοή του νερού.

Η ίδια ακριβώς διαδικασία συμβαίνει και κατά την Επιφάνεια εκεί του Διόνυσου. Είναι η ίδια έννοια καλύβας την οποία νέμονται εκ περιτροπής τόσο ο Απόλλωνας, όσο και ο Διόνυσος.

Ο Απόλλωνας στους Δελφούς έχει μια καλύβη, και ο Διόνυσος μια σκηνή, ή το αντίθετο.

‘’ούκέτι Φοίβος έχει καλύβην. ( του Άπόλλωνος έστιν οίκοδόμημα καλούμενον σκηνή. Παυσ.2,31,8. Ησ. Lexica Segueriana 292,13 )


Η ερμηνεία που αφορά το δεύτερο είδος ναού, ο οποίος φέρεται να είναι από κερί μελισσών, στηρίζεται σε τελείως φανταστικά προσδόκιμα, αλλά έχει το ελαφρυντικό, ότι υποβλήθηκε από την παρατήρηση του αείζωου Ιερού Δέντρου, στο επίσης μυκηναϊκό Τέμενος της Λειβαδιάς.

Θεωρείται λοιπόν ως πολύ φυσικό, ένα σμάρι μελισσών, να κρεμμάστηκε μια δεδομένη στιγμή, σε κάποιο κλαδί Δάφνης, το οποίο στην συνέχεια μετέτρεψε σε κυψέλη.

Σε μια περισσότερο φανταστική περίπτωση αυτή η αναφερόμενη κυψέλη, ίσως να έγινε στο σημείο που τα κλαδιά της δάφνης σχημάτιζαν την πρωτόλεια καλύβα.

Αυτή η αρχική καλύβα ασφαλώς δεν ήταν εναέρια. Κάποιου είδους δάπεδο θα είχε ως στήριγμα. Το πιθανότερο με τα σχετικά κριτήρια είναι μια βώμειος έδρη. Μια θέση – έδρα πάνω στον αρχικό βωμό. Η πρόταση παύει να βρίσκεται εκτεθειμένη στο έπακρο, αφού το αρχικό λατρευτικό δυώνυμο, επιβεβαιώθηκε ότι ήταν το Δέντρο, και ο Βράχος. Σε λειτουργική σύμπλεξη.

Μια τέτοιου είδους Δάφνη, μια ξεχωριστή Επιφάνεια του θεού, για να είναι εν δυνάμει και ενεργεία, παραγωγής ιερού έργου, έπρεπε να ορθώνεται πάνω από κάποιον σημαίνοντα Βράχο.

Ένα ξόανο του Τροφώνιου υπήρχε πάνω σε μια έως σήμερα άριστα διατηρημένη, βώμειο έδρη, ανάμεσα στον Βράχο και το Δέντρο, στο μυηκηναϊκό τέμενος της Λειβαδιάς.




Μ’ αυτήν την ακολουθία θα ήταν δυνατόν να ερμηνευθεί ο δεύτερος ναός ότι έγινε ‘’ύπό μελισσών άπό κηρού.’’ Στη συνέχεια τα πράγματα απλουστεύονται. Εκείνος που με βεβαιότητα θα μπορούσε να κατοικεί μέσα σε μια κυψέλη μελισσών, δεν θα ήταν άλλος από έναν θεό.

Όλοι οι θεοί έχουν το μέλι ως βασική τροφή. Ακομη και ο σύγχρονος : ‘’ οί δέ έπέδωκαν αύτώ ίχθύος όπτού, καί άπό μελισσείου κηρίου. ( Ευαγ.κατ. Λουκ.24,42)


‘’τόν τρίτον τών ναών έγένετο έκ χαλκού θαύμα ούδέν’’

(ότι ο τρίτος ναός ναός έγινε από χαλκό, δεν είναι καθολου παράξενο)


Η αναπόφευκτη αυθαιρεσία σχετικά με τους δύο πρώτους ναούς στο σημειο αυτό αναστρέφει.

Για την τρίτη μαρτυρία υπάρχει λόγος εύστοχου σχολιασμού, ισχυρός.

Ο Περιηγητής αναφερόμενος στο χάλκινο ναό, τρίτο κατά την διαδοχή, θεωρεί την ίδρυση όχι ως κάτι πρωτοφανές. Εντάσσει την παράδοση σε συνήθη ακολουθία, υποστηρίζοντας την άποψή του, με την πληροφορία, ότι εκτός από τον χάλκινο θάλαμο του Ακρίσιου, και στην Σπάρτη, ‘’Λακεδαιμονίοις δέ Άθηνάς ίερόν Χαλκιοίκου έτι λείπεται’’

Η παράλληλη υπενθύμιση δεν λύνει την απορία, για το εάν γνώριζε τις ιδιότητες και την επήρεια μιας χάλκινης κατασκευής, ως απλής στέγης, ιδιαίτερου περιβλήματος, ή άλλης επιλεκτικής δομικής χρήσης. Αλλ’ ακόμη κι αν γνώριζε, οπωσδήποτε η πάτρια σιωπή γύρω από την εφαρμογή της ιερατικής τέχνης στο δρώμενο, εμπόδιζε τον όποιονδήποτε, στον όποιονδήποτε υπαινιγμό. Ωστόσο πέρα από κάθε δισταγμό, η πεποιήθηση ότι ο χάλκινος ναός του Απόλλωνα στους Δελφούς, δεν ήταν τυχαίας, αλλά εξεζητημένα σκόπιμης ίδρυσης, ζωηρεύει από την συμμετρία.

Και πρώτα ο περιβόητος Θάλαμος του Ακρίσιου. Αναφέρεται μάλιστα από τον Περιηγητή, στην ίδια ενότητα του χάλκινου ναού των Δελφών.

τά δ’ ές τον τρίτον των ναών

ότι έγένετο έκ χαλκού, θαύμα ούδέν, εί γε Άκρίσιος

μέν θάλαμον χαλκούν τη θυγατρί έποιήσατο, Λακε-

δαιμονίοις δε Άθηνάς ίερόν χαλκιοίκου και ές ήμάς

έτι λείπεται Παυσ. 10,5,11


Όταν ο μυθικός βασιληάς του Άργους Ακρίσιος, έμαθε από χρησμό ότι θα σκοτωθεί από τον εγγονό του, έκλεισε την κόρη του Δανάη, σ’ ένα χάλκινο Θάλαμο, και μάλιστα υπόγαιο.

Το περισπούδαστο εγχείρημα δείχνει ότι προφανώς είχε γνώση των αντιηλεκτρομαγνητικών ιδιοτήτων του μετάλλου. Μια μοναδική περίπτωση προσβολής και εξουδετέρωσης του χαλκού, αποδείχτηκε στην συνέχεια ότι ήταν, ο ακατανίκητος χρυσός.

Σύμφωνα με τον μύθο ο Δίας μεταμορφωμένος - μεταλλαγμένος σε χρυσή βροχή, πέρασε το αντιηλεκτρομαγνητικό φράγμα ενώθηκε ερωτικά με την Δανάη, και γέννησε τον Περσέα…..


Άκρίσιος γαμεί Ευρυδίκην τήν Λακεδαίμονος, τών δέ γίνεται Δανάη. Χρωμένω δε αύτώ περί άρσενος παιδός έχρησεν ό θεός έν Πυθοί, ότι αύτός μέν ούκ έσται παίς άρσην,έκ δέ τής θυγατρός πρός ού αύτόν δεί άπολέσθαι. ό δ’ έπανελθών είς Άργος, θάλαμον ποιεί χαλκούν έν τή αύλή τής οίκίας κατά γης. ένθα τήν Δανάην είσάγει, όπως έξ αύτής παίς μή γένηται. Έρασθείς δέ Ζεύς τής παιδός, έκ τού όρόφου χρυσός παραπλήσιος ρεί. ή δε ύποδέχεται τώ κόλπω, καί εκφήνας αύτόν ό Ζεύς τή παιδί μίγνυται, τών δέ γίνεται Περσεύς.

Pherecydes Hist. fragm. 26,5. Scholia Apollonii Rhodii 1, 305,12.κ.α.


Από κάποια άτεγκτη επιστημονική προσέγγιση, δεν θα ήταν απίθανη μια θεώρηση, των όσων εδώ κατατίθενται περίπου ως φληναφήματα, ή έστω υπερβολές.

Πολλοί επιστήμονες θα είχαν ίσως και φαινομενικά εύλογες αντιρρήσεις.


Ωστόσο υπάρχει μια αντιηλεκτρομαγνητική ασπίδα σ’ αυτό το « ξέτραχο απόγιορτο.»

Είναι ο γόνος του Περσέα που επισφραγίζει διττώς την πιστότητα και εφαρμογή δεδομένων, της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας. Απλούστατα ο γιός του Περσέα ονομάζεται Ηλεκτρύων !!!

Στο προκείμενο όποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα και πράγματα δεν είναι τυχαία.


‘’Προίτος, ού Άκρίσιος, ού Δανάη, ής Περσεύς,

ού Ήλεκτρύων, ού Άλκμήνη, ής Ήρακλής…….

Scholia in Aeschylum 1,774,c.’’


Μια δεύτερη συμμετρία προκύπτει από γεγονότα τα οποία καταγράφηκαν σε Ιστορικούς Χρόνους.

Ο μηδίσας βασιληάς Παυσανίας, μέλλων να συλληφθεί καταφεύγει ως ικέτης στο ιερό της χαλκιοίκου Αθηνάς στην Σπάρτη.


‘’ πρός τό ίερόν τής Χαλκιοίκου χωρήσαι δρόμω καί προκαταφυγείν, ήν δ’ έγγύς τό τέμενος. καί

ές οίκημα ού μέγα ό ήν τού ίερού έσελθών ήσύχαζεν. οί δε παραυτίκα μέν ύστέρησαν

τή διώξει, μετά δέ τούτο τού τε οίκήματος τόν όροφον άφείλον καί τάς θύρας έσω αποκο-δόμησαν….. ό δέ θεός ό έν Δελφοίς τόν τε τάφον ύστερον έχρησε τοίς Λακεδαιμονίοις μετενεγκείν, καί ώς άγος όν τό πεπραγμένον, δύο σώματα άνθ’ ένός τη Χαλκιοίκω άποδούναι…..Θουκ. Α,134.


‘’έτρεξε στο ιερό άλσος της Χαλκιοίκου και κατέφυγε μέσα.γιατί ήταν κοντά το τέμενος, και μπαίνοντας σ’ ένα μικρό χτήριο, που ανήκε στο ιερό, κάθισε χωρίς να κάνει άλλο. Και αυτοί ( οι διώκτες ) στην αρχή καθυστέρησαν την καταδίωξη, αργότερα όμως έβγαλαν την στέγη του χτιρίου,,,έβγαλαν τις θύρες και τις έχτισαν απ’ έξω…..ο Δελφικός θεός όμως, (να ένας Μάρτης σε Σαρακοστή) έβγαλε χρησμό να μεταφέρουν τον τάφο του και σαν να μην ήταν άγος αυτό που έπραξαν πρόσταζε ο θεός ν’ από-δώσουνε στην Χαλκίοικο δύο σώματα αντί για το ένα το δικό του. μετ. Ελλης Λαμπριδη.’’


Το χτίσιμο των θυρών έχει μια λογική ακολουθία, αλλά εκείνο τόν όροφον άφείλον, το βγάλσιμο της χάλκινης στέγης σε τι χρησίμευε, σε τι ακριβώς απέβλεπε ;

Μήπως στο προκείμενο δεν αιωρείται ένας σκεπτικισμός……


************


Μαρτυρημένη και αποδεικτική χρήση χαλκού, συνέβαινε στο Τροφώνειο.

Ερμηνεύτηκε ήδη ότι η προστατευτική παρουσία του χαλκού, στο εσωτερικό του όποιου ιδρυμένου κτίσματος, είναι μέγιστης και καθοριστικής σημασίας, κατά την τέλεση του Δρώμενου.


Σε Σημείωμα με τον τίτλο : ’’ Ένας αντιηλεκτρομαγνητικός Κλωβός Faraday στην αρχαία Ελλάδα’’ ανηρτημενο στο Διαδίκτυο, παρατίθεται το εξής ;


Με την χρήση χαλκού, επιδιώκεται η προστασία του χώρου, από τις επιδράσεις εξωτερικών ηλεκτρικών πεδίων.

Εξασφαλίζεται έτσι η ηλεκτρική θωράκιση του εσωτερικού

όπου η ένταση του ηλεκτρικού πεδίου είναι μηδέν.’’

Στο εσωτερικό εξασφαλίζεται η νηνεμία μιας Ουδέτερης κατάστασης.

Μιάς τέλειας δηλαδή αρμονικής κατάστασης, για την παρουσία και δράση του θεού.

Ο Θεός από την Φύση του, είναι Ουδέτερος. Δεν είναι ούτε έτερος, ούτε εκάτερος.

Προσυπάρχει οπουδήποτε με τον χαρακτήρα του Ουδέτερου.

Δεν επιλέγει. Επιλέγεται.

Καλείται, προσκαλείται, παρακαλείται, αλλά πάντα σε Προστακτική Έγκλιση.

Ουσιαστικά εξαναγκάζεται σε παροχή έργου. ‘’άνάγκη τι έν καί άοίδιον ό θεός.’’


Ένα απλώς ενδεικτικό απόσπασμα από την μελέτη σχετική με το άντρον του Τροφωνίου :

‘’Η κυκλική διάταξη του χάλκινου περιφράγματος – κλωβού, προστάτευε τον χώρο του γήινου, καλυμμένου από λευκόπετρα ύψους δυο πήχεων τάφου, από όποιαδήποτε επίδραση ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας. Είτε απ’ ευθείας από τον Ήλιο, είτε έμμεσα από την ανάκλαση των ιονισμένων και υπεριονισμένων ακτίνων, που έφταναν εκεί, μέσω της Πανσελήνου. (οι αρχαιότερες ονομασίες του Ήλιου ήταν Υπερίων, και Υπεριονίδης, που σαφώς επιμαρτυρούν την πρώιμη παρατήρηση και διαπίστωση των αρχαιοελλήνων Φυσικών Επιστημόνων, σχετικά με τον υπερ-ιονισμό του άστρου). Δεν θα πρέπει να διαφεύγει ότι η Κατάβαση στο Τροφώνειο, ήταν μια τελετουργία νυκτέλιος, αλλά σε μερικές περιπτώσεις επεκτεινόταν σε ολόκληρα ημερονύκτια.(Τίμαρχος – Απολλώνιος)

Η επηρρεαστική έκθεση του τάφου κατά συνέπειαν, ήταν υπαρκτή ημέρα και νύχτα. Μ’ αυτήν την προϋπόθεση, μέσα στον τάφο εξασφαλιζόταν ένα απολύτως α ν ε π η ρ ρ έ α σ τ ο κ ε ν ό. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ, Το άντρον του Τροφωνίου σελ.304’’


Μ’ αυτές τις προϋποθέσεις οι συνειρμοί γίνονται πολύ γλυστεροί.

Αναπόφευκτο απολήγει το συμπέρασμα, ότι και στους Δελφούς συνέβαινε ίδια Ακολουθία.

Στον τρίτο χάλκινο ναό των Δελφών, επώνυμο του Απόλλωνα, θεού της καθημερινής ηλεκτρο-πληξίας, θα ήταν παράλογο να μη γίνει αποδεκτή, μια εκδήλωση ίδιων Φαινομένων.

Κατά συνέπεια, σφάλμα δεν είναι η επιμονή στην άποψη της εξασφάλισης ανεπηρρέαστου κενού στο εσωτερικό του χάλκινου ναού, σφάλμα και μάλιστα σοβαρό θα ήταν η επιπόλαιη θεώρηση και απόρριψη αυτής της πιθανότητας. Οι αρχαίες μαρτυρίες υποβάλλουν ήδη την ιδέα.

Το διαιωνιζόμενο έως σήμερα έθος, απλά επιβεβαιώνει την αρχαία παρακαταθήκη.

Υπάρχουν πάρα πολλοί σύγχρονοι ναοί, μέσα στην Ελλάδα, αλλά κατά κανόνα όλοι οι ναοί, στις Ανατολικότερες και Βορειότερες χριστιανικές Χώρες, που έχουν την σκεπή του Τρούλου, επικαλυμμένη με καθαρό χαλκό. Δεν χρειάζεται διατύπωση επιφανειακής απορίας.

Σύμφωνα με τα όσα προηγουμένως παρατέθηκαν απλά δηλώνουν τόσο την Κατοικία, όσο και το Ουδέτερον του Θεού.

Ο Υπέρτατος διαχρονικός θεός βρίσκεται εκεί ως εικόνα, φάσμα, μίμηση, είκελον και ομοίωμα.

Κάτω από τον χάλκινο τρούλο, εξασφαλίζει την Ουδέτερη παρουσία του. Εναπόκειται στην ικανότητα του ιερατείου να τον μετατρέψει από έν δυνάμει, στην έν ένεργεία κατάσταση……


Ο σύγχρονος χάλκινος αντιηλεκτρομαγνητικός κλωβός, εξασφαλίζει στο εσωτερικό, μια πλήρως ουδέτερη και απρόσβλητη κατάσταση.

Παράλληλη πίστη προκύπτει από την παρατήρηση των παραδοσιακών περιφραγμάτων.

Γιατί άραγε τα λεπτά σύρματα της περίφραξης είναι πλεγμένα με φορά αντίθετης γείωσης ;

Γιατί περιβάλλουν τον όποιονδήποτε χώρο με σχήμα χιαστί ;

Μήπως επειδή η αντίθετη γείωση εξουδετερώνει τα φορτία των αντίθετων πόλων ;

Γιατί τα παλαιότερα χάλκινα, μπρούτζινα, ή από χυτοσίδηρο κρεβάτια, με έκταση των τεσσάρων στηριγμάτων σχημάτιζαν μια επίστεγη παστάδα ; Μήπως επειδή πιστευόταν ότι λόγω αποτροπής έντονου ιονισμού, εξασφάλιζαν ένα γαλήνιο ύπνο, μακρυά από κακά όνειρα ;


Ο τέταρτος ναός

‘’τέταρτος δέ ύπό Τροφωνίου μέν είργάσθη καί Άγαμήδους, λίθου δέ αύτόν ποιηθήναι μνημονεύουσι. Παυσ.10,5,13’’

‘’Τον τέταρτο ναό τον έχτισαν ο Τροφώνιος και ο Αγαμήδης και αναφέρεται πως ο ναός αυτός ήταν λίθινος.’’


Ένας ακόμη υποκειμενικός συσχετισμός δεν θα σώρρευε δεινά βαρύτερα.

Είναι γνωστό πως ο πέμπτος ναός που ακολούθησε μετά την καταστροφή από πυρκαϊά του τέτα-ρτου, ότι είχε σκαλισμένο στην πρόσοψη το πασίγνωστο ΕΙ.

Πασίγνωστο αλλά συγχρόνως αινιγματικό, ακόμα και για τους Έλληνες της κλασσικής περιόδου.

Ακολουθεί ένα απόσπασμα σχετικό με το Δελφικό ΕΙ, από παλαιότερη δημοσίευση.




Κ7


ΕΙ



…………ώ ίέ Παιάν.

Ένθ’ άπό τριπόδων θεο-

κτήτων, χλ[ω]ρότομον δάφναν

σείων, μαντοσύναν έποι-

χνείς, ίή ίέ Παιάν,

φρικώεντος έξ άδύτου

μελλόντων θέμιν εύσεβή

χρησμοίς εύφθόγγου τε λύρας

αύδαίς, ώ ίέ Παιάν.


[Αρ]ιστόνοος Νικοσθένους Κορίνθιος [Α]πόλλωνι



‘’Είναι κάτι παραπάνω από σχεδόν βέβαιο ότι το περίφημο ΕΙ, που ήταν γραμμένο στο ναό των Δελφών, σημαίνει: «Η παρουσία του θεού» Με βάση αυτή την παρατήρηση – που άλλωστε είναι μια από τις εκδοχές που αναφέρει ο Πλούταρχος , όντας και ο ίδιος ιερέας στους Δελφούς – είναι δυνατό να γίνει κάποια λογική τουλάχιστον υπόθεση.

Το ΕΙ ασφαλώς ήταν ένα παραδοσιακό στοιχείο στο ναό των Δελφών, αφού άλλωστε είναι ομολογημένο ότι στην αρχαία Ελλάδα αγνοούσαν την πραγματική σημασία του. πράγμα που οδηγεί στη σκέψη, ότι είναι πολύ πιθανό να έχει έναν πρόδρομο τύπο γραμμικής απόδοσης. Να εκφράζεται δηλ. αρχικά με κάποιο σύμβολο των λεγόμενων Γραμμικών γραφών Α ή Β.

Σοβαρός αντίλογος ότι το περίφημο ΕΙ είναι ένα γραμμικό σύμπλεγμα δεν γίνεται να σταθεί με αξιώσεις . Λογικά λοιπόν αυτό το ΕΙ, πρέπει σύμφωνα με τη ιδεογραφική φιλοσοφία έκφρασης των γραμμικών γραφών να δείχνει, να φανερώνει το πρόσωπο και συγχρόνως την κατοικία του θεού.

Το γιατί έπρεπε συνέχεια κατά κάποιο τρόπο, να δηλώνεται ο θεός και η κατοικία του επιμαρτυρείται από τη διάφορη κατά καιρούς κατοικία του θεού και πολύ ειδικά μάλιστα στους Δελφούς. Το περίφημο και σκοτεινό συνάμα ΕΙ, προέκυψε ως ανάγκη δήλωσης της εκάστοτε θεϊκής κατοικίας, ακριβώς επειδή αυτή η κατοικία, παρ’ ότι συνεχής, εμφανιζόταν λειτουργικά στο λατρειακό προσκήνιο, με τέσσερις διαφοροειδείς ναούς. Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση, ο πρώτος ναός ήταν φτιαγμένος από κλαδιά και φύλλα δάφνης, ο δεύτερος από κερί μελισσών, που κατασκεύασαν οι ίδιες οι μέλισσες, ο τρίτος από χαλκό και ένας γνωστότερος τέταρτος από πέτρα, που φέρεται ότι καταστράφηκε το 458 π.Χ. από πυρκαγιά.



Την κατασκευή του τελευταίου ναού, που αναφέρεται από τον Όμηρο, απέδιδαν σε δύο μυθικά πρόσωπα τους γνωστούς αρχιτέκτονες Τροφώνιο και Αγαμήδη.

Εάν λοιπόν η αρχική διάθεση ήταν πραγματικά, μια διηνεκής δήλωση του θεού και της κατοικίας του, είναι βέβαιο ότι από την παρακαταθήκη της Γραμμικής Β γραφής, που ήταν και γνωστότερη, θα επιλεγόταν το σύμβολο που πολύ αργότερα σχημάτιζε το γνωστό Ε ή ΕΙ.


Είναι το συλλαβόγραμμα αρ. 37 και το οποίο μεταφράστηκε ως «τι» . Ίσως η πρώτη συλλαβή του υψίκορφου σχήματος τι-πι, τε-πε. Αναμφίβολα όμως μια οπτική εικόνα του γνωστού τέγους, που είναι επίσης γνωστό αργότερα ως α έ τ ω μ α .

Σε ολοκληρωμένη μορφή όμως το σύμπλεγμα φαίνεται ότι δεν ήταν μόνο το Ε, αλλά το ΕΙ, είχε δηλ. ακόμη ένα σχηματοποιημένο ιδεόγραμμα που με πολύ ισχυρές πιθανότητες θα μπορούσε να ερμηνευθεί ότι είναι μια μορφή Καυλού. Εάν η υπόθεση είναι ορθή, γίνεται πιο εύκολο να εννοηθεί τι σημαίνει αυτό το αινιγματικό ΕΙ Ι του Δελφικού ναού .

Δείχνει το αρχικό τέγος ένα σχήμα Λ και έναν καυλό Ι. Έτσι δεν είναι τυχαίο που τόσο ο Απόλλωνας όσο και ο Διόνυσος, έχουν ως μαρτυρημένη κατοικία πότε μια σκηνή και πότε μια καλύβη. Και τα δύο αυτά είδη προϋποθέτουν ένα είδος αετωματικής στέγης, σαν κι αυτό που σκέπαζε τον κοινό ναό του Απόλλωνα και του Διονύσου στους Δελφούς, στην πρόσοψη του οποίου ήταν γραμμένο το περίφημο ΕΙ.


Με την ευκαιρία αναφοράς μιάς πιθανής αετωματικής στέγης στον διαχρονικό ναό των Δελφών, αξιοπρόσεκτο και άκρως ενδιαφερον αναφαίνεται ένα ευμέγεθες φυσικό πέτρινο μόρφωμα, που σχηματίζεται πάνω ακριβώς από τις Φαιδριάδες. Από την θέση όπου η Ιτέα και το Γαλαξείδι, διακρίνεται σ’ εκείνο το σημείο, πάνω από τους δίδυμους βράχους, πάνω από την κοίλη πέτρα, ένα τέλειο φυσικό αέτωμα !!! Ο Τ-όπος, εκεί κοσμείται από πολλά ακόμη άγνωστα εξαιρετικά χαρί-σματα. Η Θεοφανειακή ταυτότητα του ευρύτερου Χώρου, είναι αδιαμφισβήτητη.








Κ8


ΠΡΟΝΑΙΑ ΑΘΗΝΑ



‘’Πίνδαρος δελφόσε έρωτηθείς τί πάρεστι θύσων,

Π α ι ά ν α είπε.’’



Ένας πρωτοφανής, όσο και προφανής συγχρόνως επιθετικός προσδιορισμός, κοσμεί την Αθηνά των Δελφών.

Προφανής, γιατί λογικά ή παραδοσιακά, ερμηνεύεται ως :’’η Αθηνά προ του ναού.’’

Πρωτοφανής, επειδή από την αρχαιότητα, αυτή η περίεργη και μη ικανοποιητική επωνυμία, οδήγησε μερικούς στο να προτείνουν, πως μάλλον πρόκειται, η Αθηνά Πρόνοια, και κατά παραφθορά Προναία.

Ουσιαστικά ο χώρος του μνημείου, δεν βρίσκεται « μπροστά σε ναό.»

Και βεβαίως μια παρουσία θεάς με ναό, απλώς μπροστά από κάποιον άλλο ναό, απλά ως προάγγελος, θα αποτελούσε το λιγότερο, τον καθ’ αυτό ορισμό του Παράδοξου.

Προναία με την έννοια,’’ως πρό του ναού, θα ήταν εάν παρουσιαζόταν εκεί με την μορφή αποκλειστικά απλού, απλούστατου ξόανου, ή έστω Βωμού. Εάν υπήρχε κάποια παράδοση υπάρξεως σ’ εκείνον τον χώρο, ενός είδους ξόανου. Και μάλιστα ελαϊκού, που είναι και το Ιερό Δέντρο της Αθηνάς. Εντύπωση κατά συνέπεια, προκαλεί μια πληροφορία, περί υπάρξεως στον χώρο εκείνο ενός δικαιολογητικού αγάλματος Προναίας.


Προναία Άθηνά. Άγάλματοςς όνομα έν Δελφοίς

πρό τού ναού τού Άπόλλωνος ίδρυμένου.

Μέγ.Ετυμολ.



Η μαρτυρία θα ήταν σφάλμα να παραβλεφθεί, όπως επίσης σφάλμα θα είναι να μην ερμηνευθεί κυριολεκτικά. Δεν συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι, ώστε να αμφισβητείται ένα άγαλμα της θεάς, αλλά όπως αναφέρει το κείμενο : πρό τού ναού τού Άπόλλωνος ίδρυμένου. Ένα απλό άγαλμα πρό του ναού του Απόλλωνος, και όχι ένας ναός Προναίας. Ένας ναός Προναίας, ως προναίων κάποιου άλλου ναού.

Από τα πρώτα στοιχεία αμφισβήτησης, είναι και τα εύλογης υπόθεσης ευρήματα,

τα οποία έφεραν σε φως οι ανασκαφές, σ’ εκείνον τον μυκηναϊκό χώρο.

Τόσο τα κινητά, όσο και τα ακίνητα. Εξετάζονται αμέσως μετά.





Παρατίθεται αμέσως ένα βραχύ, αλλά καθοριστικό απόσπασμα από μιαν επίκαιρη ξενάγηση στον χώρο των Δελφών. Αποτελεί αναμφίβολα την πλέον επίσημη θέση και άποψη της σύγχρονης Αρχαιολογίας.


‘’ Προτού φτάσουμε στον καθαυτό δελφικό χώρο, σ’ ένα στενό πλάτωμα που βρίσκεται αριστερά από τον δρόμο και βλέπει κάτω στην κοιλάδα του Πλείστου, συναντούμε το ιερό της Προναίας Αθηνάς. σήμερα το λένε Μαρμαριά. Σ’ αυτή τη θέση πανάρχαια πρέπει να ήταν η λατρεία μιας θεάς, όπως μαρτυρούν τα πολλά μυκηναϊκά ειδώλια που βρέθηκαν εκεί και εικονίζουν τη θεά με απλωμένα χέρια. Αργότερα το ιερό αφιερώθηκε στην Αθηνά. Αυτή, μαζί με τον τοπικό ήρωα Φύλακο, στεκόταν φύλακας του ιερού του Απόλλωνος και του ναού του, γι’ αυτό την ονόμασαν Προναία.’’ ( Μανόλης Ανδρόνικος ΔΕΛΦΟΙ.σελ.26,επιτ. έκδ.εφημ.ΤΑ ΝΕΑ 2009. )


Το να γίνει ωστόσο αποδεκτό ότι μια μορφή γυναικείου ειδωλίου με υψωμένα τα χέρια επέχει την θέση και την ιδιότητα Φύλακος του Χώρου, παρουσιάζει μια σειρά από εύλογες αντιρρήσεις.

Και πρώτα πρώτα τα ίδια τα ειδώλια.

Πώς είναι βέβαιο ότι εικονίζουν θεότητα ; Τί νόημα θα πρέκυπτε από μια προσφορά, κατά τον περιοδικό εορτασμό της θεάς, και σύγχρονη εναπόθεση εκεί, αμέτρητων ειδωλίων ; Ποια ωφέλεια θα προέκυπτε από την συνάθροιση εκεί ενός τυποποιημένου έκτυπου της θεάς ; Η σώρευση επώνυμων εικόνων, στο επώνυμο Ιερό της όποιας θεότητας, δεν έχει νόημα. Ακόμη επιβαρυντικότερο όμως είναι ότι ένα ειδώλιο με απλώς υψωμένα χέρια, δεν γίνεται να στέκεται εκεί με την ιδιότητα φύλακος.


Σε μια τέτοια έγγυα παρουσία, θα έπεπε να σημειώνονται και ευδιάκριτα στοιχεία φυλακής. Η Αθηνά, και τουλάχιστον αυτή, θα έπρεπε να εικονίζεται ένοπλη. Ο πολεμικός χαρακτήρας ιδιαίτερα της μυκηναϊκής Αθηνάς, γίνεται γνωστός μέσα από διαιωνιζόμενους στίχους ραψωδιών. Μέσα από διαιωνιζόμενους στίχους, οι οποίοι « κατεβαίνουν » από το έδοξο και ηρωικό μινω-μυκηναϊκό παρελθόν.

‘’Κλύθ’ Άλαλά, πολέμου θύγατερ,’’ θα υπενθυμίσει ο Θηβαίος λυρικός, αναφερόμενος διθυραμβικά στην Αθηνά των Αλαλκομενών της Κωπαϊδας. (Πίνδ.fr.sel.46,56) Αλαλκομένιοι, και Ορχομένιοι, είναι οικογένειες του ίδιου Φύλου, που κατοικεί γύρω από την μεγαλύτερη Ελληνική λίμνη.


Από τα ειδώλια λοιπόν, ελλείπουν τα γνωρισματικά στοιχεία που θα υποστήριζαν μια τέτοια άποψη. Μια άποψη Προναίας Αθηνάς, με θέση φύλακα του ναού του Απόλλωνα. Η Θρησκειολογία παράλληλα διδάσκει ότι όλες οι μορφές φυλακής των Ιερών Χώρων, παρουσιάζονται ξιφήρεις, ενώ κατά κανόνα, έχουν περισσότερο χαρακτήρα ερρινύας, παρά πραγματικού τιμωρού οποιουδήποτε παρείσακτου και ιερόσυλου. Οι μορφές προστασίας του κάθε Ιερού Χώρου, εικονίζονται σαφώς οπλισμένες. Ένα παράδειγμα είναι η αποτρεπτική Έρκυνα της Λειβαδιάς. Ως προστάτις του Ιερού Χώρου από τον Καλλίμαχο ( Αλ.163) περιγράφεται ως : ‘’ ‘Ερκυν’ έρρινύς, Θουρία, ξιφηφόρος. ’’


Με την ευκαιρία, έχει σημασία να τονιστεί κάτι που αποδυναμώνει ακόμη περισ-σότερο, την εκδοχή της Αθηνάς Προναίας, ως θεάς πρό του ναού. Οι όποιοι φύλακες Ιερών, στην αμφισημία, του Ιερού, δεν προστατεύουν τους ουσιαστικά ανύπαρκτους ‘’θησαυρούς’’ του Χώρου. Προστατεύουν και εμποδίζουν (έρκος) τον κάθε επιπό-λαιο επισκέπτη από μιάν ανίερη και βέβηλη ρήξη του Ιερού Χώρου, η οποία συνεπ-άγεται μύριους όσους κινδύνους….. Ο Ιερός Χώρος ποτέ δεν διατρέχει κίνδυνο.





Αντίθετα εκείνος που κινδυνεύει είναι ο παρείσακτος. ο αμύητος, ο ανευλαβής, ή έστω εκείνος που προσεγγίζει τον κάθε Ιερό Χώρο, χωρίς να έχει λάβει τις προαπαιτούμενες προφυλλάξεις. Έτσι κάθε ανίερη ρήξη του Χώρου ενεργοποιεί αυτόματα την εμφιλοχωρούσα εκεί αμφιλογία του Ιερού. Έτσι έλκει την καταγωγή η αντιθετική ερμηνεία από την οποία περιβάλλεται το όσιον.


Τόση λοιπόν σπουδαιότητα, μιας υποβαθμισμένης θέσης. Τέτοια χθαμαλή ταξινόμηση μιας υπέρτατης θεάς, ως απλής φύλακος, όπωσδήποτε δεν δικαιολογείται.


Η Αθηνά Προναία στους Δελφούς δεν εικονίζεται ένοπλη.

Δεν αποτελεί οποιουδήποτε είδους αποτρεπτικό έρκος, ή φράγμα.

Η Αθηνά των Δελφών, δεν είναι φύλακας του Ιερού Χώρου.


Κατά συνέπεια, ο χαρακτήρας της ως Προναίας, θα πρέπει να αναζητηθεί και αλλοιώς, και αλλού. Και παρά το ότι, σύμφωνα με τον καθηγητή κ. Ανδρόνικο, πολλές και διαφορετικές είναι οι μέχρι σήμερα προταθείσες ερμηνείες, εκείνη η οποία έχει επικρατήσει περισσότερο, ουσιαστικά είναι, παρά απλώς δείχνει άστοχη.

Ο ειδικός Τ-όπος, γίνεται υπόλογος εύλογης αναζήτησης.


Είναι πολύ πιθανόν αυτή η εξαιρετική επωνυμία, να υποβάλλεται από την Θέση της ίδρυσης εκεί ακριβώς, στην ρίζα της Υάμπειας.


Άλλωστε δεν είναι και λίγες οι περιπτώσεις, όπου τοπικά χαρακτηριστικά έχουν επιδράσει προσδίδοντας ιδιωματική επωνυμία, σε θεούς ή ήρωες, σ’ έναν επώνυμο λατρευτικό χώρο. Μια αναλυτική προσέγγιση του επίμαχου όρου, σε σχέση με τον συγκεκριμένο Χώρο των Φαιδριάδων, και ειδικότερα της Υάμπειας, θα αποβεί τουλάχιστον ωφέλιμη. Ως μετοχικά ναίουσα, και με τις εννέα περίπου ερμηνείες, σημαίνει : ‘’ η κατοικούσα, η δια-μένουσα, εκείνη που βρίσκεται σ’ έναν ορισμένο τόπο.’’ Ο πολύ κοντινός τύπος : νάουσα, σημαίνει : ‘’η ρέουσα.’’

Ώστε ο επιθετικός προσδιορισμός Προναία, δικαιολογείται από την ανεξάρτητη Θέση, από τον ιδιωματικό, και κατηγορηματικό συγχρόνως, Τ-όπο.*1 Κατηγορείται ως ‘’συνέχεια’’ του πελώριου Βράχου, ή τουλάχιστον ότι έχει άμεση συνάρτηση και σχέση με αυτόν τον Βράχο. Έναν Τ-όπο που ασφαλώς δεν προ-ϋποθέτει μιάν ακατανόητη ύπαρξη προναίοντος ναού.

Προναίει, στην πλησιέστερη ερμηνεία γίνται αποδεκτή ως ‘’εκείνη που προσυπάρχει, που παραβρίσκεται.’’


Το αμέσως επόμενο είναι να διακριθεί, εάν εκεί πλησίον, υπάρχει κάτι εξαιρετικά σημαντικό, κάτι ιδιαίτερα σημαίνον, ώστε να δικαιολογεί την παρουσία της θεάς, με ένα τέτοιο ιδίωμα. Η αλήθεια είναι, ότι ο ειδικός και συγκεκριμμένος εκείνος Ανατολικός Χώρος, όπου έχει ιδρυθεί η Αθηνά Προναία, έχει περισσότερα από ένα, ε ξ α ι ρ ε τ ι κ ά σ τ ο ι χ ε ί α.

Στοιχεία, τα οποία, όχι μόνον υποκρύβουν την αινιγματική επωνυμία, αλλά και που συγχρόνως οδηγούν σε μιαν υποπτεύσιμη ερμηνευτική εκδοχή.





Μερικοί στίχοι από τον Ομηρικό Ύμνο Απόλλωνος, μεταφέρουν βαρύνουσα πληροφορία.


‘’ ίκεο δ’ ές Κρίσιν ύπό Παρνησσόν νιφόεντα / κνημόν πρός ζέφυρον τετραμμένον, αύτάρ ύπερθεν /πέτρη έπικρέμαται, κοίλη δ’ ύποδέδρομε βήσσα / τρηχεί….


‘’κι ήρθες στην Κρίσα κάτω από τον χιονισμένο Παρνασσό

που στρέφεται στον Ζέφυρο η δασοπλαγιά του κι από πάνω

βραχόπετρα κρεμνιέται ενώ από κάτω απλώνεται βαθουλωτή χαράδρα.’’

Μετ. ΠΑΠΑΔΙΤΣΑΣ - ΛΑΔΙΑ


Το απόσπασμα περιγράφει βέβαια έναν πολύ γνωστό χώρο, και αυτό επιβεβαιώνεται από το όνομα του βουνού. Αν αυτό το τοπωνύμιο, ο Παρνασσός δηλαδή, εξαιρεθεί, η αναφορά δεν θα διέφερε σε τίποτα, ως περιγραφή ενός εξωπραγματικού και υπερσυμβολικού Τ-όπου Κρίσεως.

’’ίκεο δ’ ές Κρίσιν.’’

Ένα δεύτερο,περισσότερο διαφωτιστικό στοιχείο, που οδηγεί με σχετική ασφάλεια στην γνώση της αληθινής Προναίας Αθηνάς, και ίδρυσης εκεί επώνυμου μνημείου της, είναι εκείνη η όντως ζοφερή εικόνα της Κρεμαστής Πέτρας, πάνω από τον συγκεκριμμένο τόπο της Κρίσης.

‘’ύπερθεν πέτρη επικρέμαται.’’

Πριν από κάθε συνέχεια, ως υποβοηθητικό της προτεινόμενης ερμηνείας, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, η Αθηνά Προναία, είναι θεά με θρυλούμενη παρουσία, εμφάνιση, και παροχή βοήθειας, σε κάθε περιστατικό Ηρωϊκής Μύησης.

Μιάς ηρωικής μύησης. Που πάντα είναι στενά δεμμένη με δίδυμους Βράχους.


Με αληθινό Δρώμενο σε επώνυμο ζευγάρι Βράχων. Επιγραμματικά :

Όλοι οι επώνυμοι Ήρωες έχουν ευεργετηθεί από την Αθηνά.

Όλοι οι επωνυμοι ήρωες, την στιγμή που βρίσκονται μπροστά σε δυώνυμους βράχους, ακριβώς τότε ευεργετούνται από την Αθηνά.

Και μάλιστα κατά το κρισιμότερο στάδιο της όποιας συγκεκριμμένης δράσης. Του όποιου συγκεκριμμένου Δράματος. Ενός δράματος,το οποίο σε τελευταία ανάλυση, σχετίζεται άμεσα με μια Αθηνά, που κοσμείται από τον χαρακτήρα της Προναίας. Η εν λόγω πρόταση θα γίνει απολύτως κατανοητή στην συνέχεια. Αρκεί κάποιος μεταξύ άλλων, ενδεικτικά να θυμηθεί τον Ηρακλή, τον Οδυσσέα, τον Ιάσονα, και μάλιστα στην εγγύτερη σχέση τους, με αναφερόμενες εξωπραγματικές και επώνυμες Πέτρες.

Με πέτρες σαν κι αυτήν που μνημονεύεται στον Ομηρικο Ύμνο.

Με Πέτρες, που σύμφωνα με τα κείμενα ανορθώνονται αναπόφευκτα σε κάθε μυητικό Άθλο, Με επώνυμες Πέτρες που βρέθηκαν απαραίτητα μπροστά σε κάθε ήρωα , κατά την επιδίωξη της Ενάρετης Πράξης.

Με επώνυμες Πέτρες, που βρίσκονται μπροστά στο καθένα, κατά την αποζήτηση της Αρετής.


Ένα απόσπασμα του Σιμωνίδη,καταδείχνει και την πιστότητα της πρότασης, αλλά και την βασική ζεύξη, το βασικό σύμπλεγμα, τέτοιων Βράχων και της Αρετής.

‘’ έστι τις λόγος

Τάν Άρετάν ναίειν δυσαμβάτοισ’ έπί πέτραις,

νυμφάν δέ μιν θοάν χορόν άγνόν άμφέπειν,

ού δέ πάντων βλεφάροις θνατών έσοπτος,

ώ μη δακέθυμος ίδρώς ένδοθεν μόλη,ίκη τ’ ές άκρον άνδρεία.’’

Σιμωνίδης,απ.37 Diehl.



‘’ Yπάρχει μια παράδοση ότι η Αρετή κατοικεί (ναίει) στα βράχια,όπου είναι δύσκολο ν’ αναρριχηθείς και την τριγυρίζει η ιερή συντροφιά των γοργών Νυμφών, κι ούτε μπορούν θνητών μάτια να την δούν – μόνον εκείνος που ο ιδρώτας, ανεβαίνοντας από το ίδιο το μεδούλι , του τρώει τα σωθικά, κι έχει φτάσει πιά στην κορυφή της ανδρειοσύνης.’’ Μετ.Ι.Ν.Καζάζης.







1193 – 1184. **2

Η φαιδρότερη ιστορική χρονολόγηση.



Μ’ ένα τέτοιο «δεδικασμένον» τι νόημα θα παρουσίαζε

μια συνεχώς άτεγκτη επιστημολογική προσέγγιση, αν δεν μεσολαβούσαν μερικές ‘’φαιδρές,’’ ή έστω πεζές υποθέσεις ;



Η ακόλουθη υποθετική και αυθαίρετη παραγωγή, αποκρυπτογραφεί ικανοποιητικά τουλάχιστον αν όχι εντελώς ορθά, τον αναζητούμενο χαρακτήρα της θεάς :


Τάν Άρετάν ναίειν δυσαμβάτοισ’ έπί πέτραις,


Τάν Άθηνάν προναίειν δυσαμβάτοισ’ έπί πέτραις.


Ακολουθεί ο Ησίοδος :

Της δ’ άρετής ίδρώτα θεοί προπάροιθεν έθηκαν

αθάνατοι. μακρός δέ καί όρθιος οίμος ές αύτήν

καί τρηχύς τό πρώτον. έπήν δ’ είς άκρον ίκηαι

ρηδίη δή έπειτα πέλει, χαλεπή περ έούσα. ( Ερ.Ημ.2899.2899-292 )


‘’Αλλά μπροστά στην αξία του ανθρώπου οι αθάνατοι θεοί έχουνε βάλει τον ιδρώτα. Μακρύς κι ορθός ανήφορος και τραχύς είναι στην αρχή ο δρόμος που οδηγάει σ’ αυτή. Μα όταν φθάσεις στην άκρη του, εύκολη τότε φαίνεται, όσο και νάναι πολύ δύσκολη. ’’ μετ. Π.Λεκατσά.



Αναμνηστική αναλαμπή στον Λουκιανό :


‘’…..πονείν τά πάντα καί μοχθείν καί τό σώμα καταναγκάζειν ΄ρυπώντα καί αύχμώντα καί πάσι δυσαρεστούντα καί λοιδορούμενον, συνεχές έπιρραψωδών τά πάνδημα έκείνα τού Ησιόδου περί τής άρετής έπη, καί τόν ίδρώτα, καί τήν έπί τό άκρον άνάβασιν.’’

( Nec.3.4 αλλά και Rhet.Pr.3,4,7. )


Άραγε η Αθηνά ως π ρ ο ν α ί ο υ σ α ,’εκείνη που κατοικεί εκεί πριν από την ναίωση,’’ αλλά και με τις ενέα διαφορετικές ερμηνείες του όρου ναίω, παραβρίσκεται αρρωγός στην επιδίωξη της αναρρίχησης, στις Δυσάμβατες Πέτρες ;

Και ποιες είναι αυτές οι δυσάμβατες πέτρες ; Ειδικότερα στους Δελφούς.

Ένας σαφής υπαινιγμός αναφέρεται ήδη στον Ύμνο Απόλλωνος.

Ωστόσο για την πληρέστερη γνωριμία του θέματος, κρίνεται απαραίτητο να σκιαγραφηθούν εδώ οι επωνυμες Πέτρες, των τριών επώνυμων ηρώων, οι οποίοι προαναφέρθηκαν.


Ο Ιάσονας έχει τις επώνυμες Συμπληγάδες του, τις οποίες οι ’’ θεοί μάκαρες καλέουσιν Πλαγκτάς, ’’Ομ. οδ.μ, 61, ενώ οι Έλληνες τις ονόμασαν Κυανές, τις οποίες μάλιστα εταύτισαν με δυό νησίδες,στα παράλια της Ανατολικής Θράκης,στον Εύξεινο Πόντο : ‘’ τάς Κυανέας καλευμένας,τάς πρότερον πλαγκτάς Έλληνες φασί. Ηρ.4,85 ‘’


Σ’αυτές τις διάσημες Πέτρες,σημειώνεται καταλυτική παρουσία και δράση της Αθηνάς.

‘’ και τότ’ ‘Αθηναίη στιβαρή άντέσπασε πέτρης σκαιή,δεξιτερή δε διαμπερές ώσε φέρεσθαι.’’

Απολ.Ροδ.ΑΡΓΟΝΑΥΤΙΚΑ Β,598-99


Τότε ακριβώς το αριστερό χέρι της Αθηνάς πρόβαλε αντίσταση στο δυνατό βράχο και τον κράτησε,και το δεξιό της με μια δυνατή σπρωξιά,πέταξε το πλοίο (την Αργώ) προς τα εμπρός. μετ. Αν.Βολτης





Ο Οδυσσέας φέρεται ότι πέρασε από τις πασίγνωστες, Σκύλλα και την Χάρυβδη.

Ο Ηρακλής σύμφωνα με τα ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΑ του Νόννου,στερρεώνει τις μυθικές με την αγριεληά και το φίδι θαλασσοπλάνητες, Αμβρόσιες Πέτρες στην μακρυνή Τύρο,πατρίδα του Κάδμου. (Νόν. ‘’ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΑ’’X.L.465-500)


Μ’ αυτά τα δεδομένα,γίνεται εύκολος ένας δρόμος πρόσβασης στον αληθινό επιθετικό προσδιορισμό της Αθηνάς των Δελφών. Η θεά παραβρίσκεται εκεί σύμβουλος και σύμμαχος στον Αγώνα. Σ’ έναν αγώνα, ως Τ-όπο και Πράξη.

Ως Τ-όπος νοούνται οι περίφημες Φαιδριάδες – όπου κατά τα Ιστορικά χρόνια και Δίκη εκεί απέτιαν οι κατακρημνιζόμενοι – ενώ ο Αγώνας δεν ήταν άλλο τι, παρά η επίπονη αναρρίχηση. Μια υπαγορευμένη Ανάβαση,κατά την οποία ‘’ο δακέθυμος ιδρώτας έτρωγε το μεδούλι από τα σωθικά εκείνου που επιχειρούσε.τον άθλο.’’




Είναι αληθινό εκείνο που τουλάχιστον συγκεντρώνει αποδείξεις.



Ώστε η Προναία Αθηνά, μπροστά στις δυσάμβατες Φαιδριάδες ασφαλώς βρισκόταν εκεί, με την έννοια της ‘’προσυπάρχουσας,’’. Ασφαλώς βρισκόταν μπροστά σ’ έναν Τ-όπο Κρίσεως. Και βέβαια αυτός ο Τ-όπος, είχε ως έπαθλο, την επιζητούμενη Αρετή.



Έτσι μόνον δικαιολογείται το συνοδό μνημειακό πλήθος.

Ένα πλήθος μνημείων με βέβαιη μυκηναϊκή ταυτότητα.

Ο (Η) Θόλος, η Σκηνή, ή Καλύβη, το Γυμνάσιον, ακόμη και ο χώρος όπου κατά τον Ευριπίδη, φέρεται ότι πραγματοποιήθηκε το Συμπόσιο του Ίωνα. Τα μνημεία αυτά στην ουσία είναι άγνωστης χρήσης. Είναι ακόμη απροσδιόριστο, τι ακριβώς διεκπεραίωναν. Πώς ακριβώς, ή έστω περίπου τα χρησιμοποιούσαν, και βεβαίως για τι είδους Τελετουργικές Πράξεις.

Με βέβαιες Τελετουργικές Πράξεις.

Ένας έμμεσος υποτονικός λόγος για Θυσίες μέσα σε μια παρόμοια με των Δελφών, Θόλο των Αθηνών, είχε την τύχη να διασωθεί, μεταφέροντας το εξής εκπληκτικό :

Θόλος έστί και θύουσί τε ένταύθα οί πρυτάνεις. (Παυσ.1,5,1)


Ο αινιγματικός Θόλος των Δελφών, θα εξετασθεί σε ιδιαίτερο Κεφάλαιο.


Οι αναζητούμενες όμως αποδείξεις μιάς Ηρωικής Μύησης, με την παρουσία και βοήθεια της θεάς Αθηνάς, βρίσκονται μέσα στον ύστερης ιδρύσεως. (κατασκευής) ναό της Προναίας.



Ο Παυσανίας ήδη κατά την αρχική περιγραφή των Δελφών αναφέρει κάτι άκρως σημαντικό, που ωστόσο φαίνεται ότι δεν έτυχε της κατάλληλης ερμηνείας :


‘’ Είσελθόντι δε ές την πόλιν είσίν έφεξής ναοί.καί ό μέν πρώτος αύτών έρείπια ήν,ό έπί τούτω δε καινός και άγαλμάτων και ανδριάντων.ό δε αύτών τρίτος και ό τέταρτος,ό μέν των έν Ρώμη βασιλευσάντων είχεν ού πολλών τινών είκόνας,ό τέταρτος δε Αθηνάς καλείται Προναίας.’’

Παυσ.Χ,8,6


‘’Μπαίνοντας κανείς στην πόλη συναντά μια σειρά ναών.ο πρώτος απ’ αυτούς ήταν σε ερείπια.ο επόμενος δεν είχε ούτε αγάλματα θεών,ούτε ανδριάντες.ο τρίτος περιείχε πλαστικές εικόνες μερικών Ρωμαίων αυτοκρατόρων.ο τέταρτος λέγεται της Προναίας Αθηνάς.’’

μετ.Ν.Παπαχατζής


Σήμερα, και μετά τις ανασκαφές, οι εν λόγω ναοί που αναφέρονται στην παράγραφο έχουν ταξινομηθεί απόλυτα.

Ο ερειπωμένος ναός – πρώτος από τα ανατολικά – είναι ο αρχικός πώρινος της Αθηνάς – ενώ δεύτερος ακολουθεί ο αναφερόμενος ως κενός, γνωστότερος ως ‘’ΔωρικόςΘησαυρός,’’

Ακολουθεί ο τρίτος δίπλα ακριβώς από την Θόλο,ο οποίος εξ αιτίας του ιδιόμορφου Αιολικού καλαθόσχημου κιονόκρανου, με δύο σειρές μακρών φύλλων φοινικιάς λυγισμένων προς τα έξω στο πάνω μέρος τους, ονομάστηκε από τους ανασκαφείς ως ’’ Θησαυρός των Μασαλιωτών.’’

Θεωρήθηκε ότι ίσως χτίστηκε από τους Έλληνες της Μασαλίας.

Τέλος, ο δυτικότερος, από την άλλη πλευρά της Θόλου, είναι ο νέος ναός της Αθηνάς Προναίας, που ιδρύθηκε σε αντικατάσταση του αρχικού ερειπωμένου πώρινου.


Μια λεπτομέρεια περνάει απαρατήρητη.

Μια λεπτομέρεια που αποκρυπτογραφεί την σημασία και λειτουργία, όλων των μνημείων,που βρίσκονται γύρω από τον, ή την Θόλο.


Ο Θησαυρός των Μασαλιωτών ομολογείται ότι περιείχε ‘’ πλαστικές εικόνες μερικών Ρωμαίων αυτοκρατόρων.’’ Έτσι τουλάχιστον ερμηνεύεται.

Ωστόσο η ορθότερη εκτίμηση παράγεται από το διαφωτιστικό αρχαίο κείμενο.


Εδώ εντοπίζεται κάτι το άκρως σημαντικό :

‘’ο τρίτος ναός είχεν ού πολλών τινων είκόνας, των έν Ρώμη β α σ ι λ ε υ σ ά ν τ ω ν.’’

Σ’ αυτήν ακριβώς την φράση εντοπίζεται και η αποκρυπτογράφηση της σημασίας, της αποστολής,και της χρήσης,όλων των μνημείων του ειδικού αυτού Χώρου.

Και της αινιγματικής Θόλου, αλλά και του νέου ναού της Αθηνάς Προναίας.

Μια προσεκτικότερη παρατήρηση δείχνει πως ό,τι υπάρχει στο εσωτερικό του ‘’Θησαυρού των Μασαλιωτών,’’ το ίδιο ακριβώς βρίσκεται και στο εσωτερικό του ναού της Αθηνάς Προναίας. Εκεί υπάρχουν Βάθρα.


Εκεί μέσα υπάρχουν σε ασφυκτική διάταξη ευμεγέθη πέτρινα Βάθρα.


Είναι εκείνα πάνω στα οποία είχαν αναρτηθεί οι ’εικόνες τών έν Ρώμη βασιλευσάντων.’’

Εκεί βρίσκονταν εικόνες μερικών Ρωμαίων βασιλέων. Ειδικότερα ‘’βασιλευσάντων.’’

Ο όρος επαναπροσδιορίζει, ότι όλοι οι βασιλείς δεν βασίλευαν.

Υπήρχαν Βασιλείς, απλώς μυημένοι στο ύπατο αυτό αξίωμα.

Ο Άρχων Βασιλεύς της αρχαίας Αθήνας, εξασκούσε διοικητική πρακτική ως Άρχων, ενώ ως βασιλεύς,σύμφωνα και με γραπτή μαρτυρία ήταν υπόλογος των μυστηρίων :


Έπιμελητής τών μυστηρίων,παρ’ Άθηναίοις ό βασιλεύς.

Ό δέ βασιλεύς πρώτον τών μυστηρίων έπιμελείται.


Αρποκρατίων.λ.Επιμελητής


Άλλωστε ο βασιλεύς δεν είναι βαθμός ιεραρχίας, αλλά επίζηλος Τίτλος, που κερδιζόταν μετά από μια σειρά ηρωικών κατορθωμάτων και μυήσεων.

Μακρυνός ξεθωριασμένος απόηχος αυτής της Ακολουθίας, εντοπίζεται στην Μεσαιωνική Κοινωνία των επιφανών Ιπποτών. Ήταν αρκετά τα ηρωικά κατορθώματα, που καταξίωναν έναν Ιππότη. Η κληρονομική Ευγένεια δεν αρκούσε.


Εκείνοι λοιπόν οι οποίοι είχαν αναγορευθεί βασιλείς, τοποθετούσαν στους Δελφούς όχι ένα απλό ενθύμιο επίσκεψης του μεγάλου Ελληνικού Ιερού, αλλά ασφαλώς άφηναν στον ‘’Θησαυρό,’’ μιαν απόδειξη Μύησης.

Μια απόδειξη μύησης, η οποία είχε επιτελεστεί, σ’ εκείνον τον εξαιρετικό Δελφικό Τ-όπο.

Οι εικόνες ήταν μια ταυτότητα Βασιλέως μυημένου.



Πυθίαν ίερόκτιστον

ναίων Δελφίδ’ άμφί πέτραν

άεί θεσπιόμαντιν έ-

δραν, ίή ίέ Παιάν,

Άπολλον…


[Άρ]ιστόνοος Νικοσθένους Κορίνθιος [Ά]πόλλωνι




(το γιατί επαναλαμβανόταν η αναρρίχηση στις Πέτρες,είναι Στάδιο μιάς ολόκληρης αληθινής Εντελέχειας. Εναρμονιζόταν με την ευρυθμία του Χρόνου, και με την ιερότητα του Τ-όπου.

Ενός Τ-όπου στον οποίο ένας εξαιρετικός Οπός έρρεε, κατά το Στάδιο της απαραίτητης Θυσίας.

Μια μύηση, που αν επιτρεπόταν να κοινοποιηθεί, θα μας ήταν ήδη γνωστή.

Οι επιγενόμενοι δεν έχουμε καν την γνώση, όχι μόνον του οφέλους μιας θυσιαστικής εκατόμβης στους Δελφούς προς τιμήν του Απόλλωνα, αλλά και κάτι πολύ απλούστερο.

Ακαθόριστος παραμένει ο ειδικός χώρος στους Δελφούς, που γινόταν αυτή η εκατόμβη.)


*1

Με το αναφαίρετο δικαίωμα, ακόμη και ηθελημένης συμμετοχής στο Λάθος, υποκειμενικά ο όρος τ-όπος ερηνεύεται, ως ένα σημείο από το οποίο ρέει ένας εξαιρετικός οπός. Πιο συγκεκριμμένα.

Το Τ υποβάλλει την εντύπωση ότι μεταφέρει και συγχρόνως απεικονίζει,το μυκηναϊκό ιδεόγραμμα αριθμ.52 της κλίμακας Vendris.

Είναι ένα δικόρυφο τέγος - βέλος, που σκεπάζει ένα σχήμα σταυρού, και μεταφράζεται, ως ένα συλλαβόγραμμα με τη ερμηνεία ρο.

Παράλληλα, μερικές από τις 13 διαφορετικές ερμηνείες του όρου τόπος σημαίνουν, « κάτι που ρέει ».

Στους Δελφούς, αλλά και σε κάθε επώνυμο Ιερό Χώρο, Τ-όπο, πολλά είναι εκείνα που ρέουν.

Ο πολυσχιδής οπός του κισσού είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.

Στην Αττική ασφαλώς υπήρχε κισσός. Ωστόσο οι εξ Αττικής Μαινάδες, επιλέγουν την δικόρυφη Πλάκα των Φαιδριάδων .

Είναι ο πολύς Ευριπίδης που υπογραμμίζει την σπουδαιότητα του εν Δελφοίς κισσού.

Ο μεγαλύτερος Βάκχειος Βότρυς της Ελλάδας σείεται και ρέει τις αμέσου δράσεως κωματοφόρες ιδιότητές του, στους Δελφούς.

Στους Δελφούς,ό βάκχειος κλάδος, δεν ήταν ένας συμβολικός θύρσος,σαν αυτούς που χρησιμοποιούσαν στο Θέατρο της Πόλης.Στους Δελφούς υπήρχε και βεβαίως υπάρχει ακόμη διαιωνιζόμενος, έν δυνάμει κωματοφόρος κισσός. Οι Μαινάδες,δεν πήγαιναν στους Δελφους,για να επιτελέσουν μια μίμησιν πράξεως, αλλά για να τελέσουν ένα πρότυπο Δρώμενο…



μανία δέ καί τούτ’ έστί Διονύσου πάρα. έτ’ αύτόν όψηι κάπί Δελφοίσιν πέτραις πηδώντα σύν πεύκαισι δικόρυφον πλάκα, πάλλοντα καί σείοντα βακχείον κλάδον, μέγαν τ’ άν Έλλάδ’…..

(Ευρ.Βάκχαι 305- 9)


**2

Υπενθυμίζεται ότι αυτήν την δεκαετία, όλη η Ελλάδα με 1184 καράβια πολιορκούσε ένα Κάστρο, μέσα στο οποίο οι Τρώες, και οι σύμμαχοί τους, δεν χωρούσαν ούτε όρθιοι.


Ο, Η Θόλος περιγράφεται σε ιδιαίτερο Σημείωμα.







Η πρώτη των Επιστημών είναι η Θεολογία.

Όλες οι Ιεροπραξίες επιτελούνται,

με την χρήση Φυσικής και Χημείας.



Αξιοπρόσεκτο είναι το εξής :

Βασικοί όσο και οικείοι όροι των λεγόμενων Φυσικών Επιστημών, θεωρούνται η ύλη και οι ιδιότητές της, ο χώρος και οι στρεβλώσεις του, και βεβαίως ο χρόνος, και η καμπυλότητα.

Πολλοί είναι οι επιστήμονες που μιλώντας με εμφανή στοιχεία απόδειξης, πάνω στα αισθητά αυτά δεδομένα, επαίρονται για την υπεροχή τους, απέναντι σε θρησκευτικές συντεταγμένες.

Ωστόσο με βεβαιότητα μπορεί να προταθεί ότι ένας καθόλου ανασταλτικός σκεπτικισμός, γεν-νιέται από την παρατήρηση και των στοιχείων, και των λειτουργιών στο μεγάλο Ιερό των Δελφών.


Και βέβαια όχι μόνον των Δελφών, αλλά όλων των Ιερών του Ελλαδικού χώρου, τα οποία ασφα-λώς στήριζαν τη λειτουργία τους στην ζεύξη του Χώρου και του αρμόζοντος χρόνου.

Εκεί ο άνυλος λόγος μετατρεπόταν σε ύλη, ( ύλη γάρ του λόγου η φωνή Αριστλ.) ενώ με την χρήση της όποιας δυναμικής ωδίας, ( υμνωδίας, μελωδίας, ραψωδίας, χορωδίας, ψαλμωδίας κ. α.) κατά την τελετουργία, ο ενδυναμωμένος ένυλος λόγος, οδηγούσε αυτό το τέλειον έργον ( τελετουργία) σε αποτελέσματα αυταπόδεικτα και κατά συνέπειαν αποδεκτά.


Ο χρόνος στο Μεγάλο Ιερό κάποτε υπάκουε σε ρυθμούς τελειότερους από την σημερινή αποδοχή.

Εναρμονιζόταν μ’ έναν πλήρη Σεληνιακό κύκλο.

Όλες οι δραστηριότητες του Ιερού, ρυθμίζονταν από την σεληνιακή περιοδικότητα.

Έτσι το κάθε μυστήριο, λειτουργούσε σε πλήρη αρμονία με τον χώρο και τον χρόνο.

Κάτω από τέτοιες συνθήκες ευνόητο, ή υποθέσιμο γίνεται ότι διαφορές, και μάλιστα ουσιαστικές, ήταν δυνατό να παρατηρηθούν κατά την αυστηρή χρονική Επανάληψη του Δρώμενου.

Αυτό οφειλόταν στην εκδήλωση διαφορετικών κάθε φορά συνθηκών, κυρίως μετεωρολογικών, που με βεβαιότητα επηρρέαζαν τον Χώρο. Πώς και με ποιόν τρόπο ;


Έχει αποδειχτεί ότι, όταν σ’ έναν χώρο συγκεντρωθεί μεγάλη ποσότητα μάζας, και συγχρόνως εξασκηθεί ισχυρή βαρυτική πίεση, τότε ο χώρος υπόκειται σε στρέβλωση. Τότε ο χώρος επαναπροσδιορίζεται, ή χρειάζεται επαναπροσδιορισμό.

Θα ήταν δυνατόν άραγε ένα τέτοιο σύμπτωμα να παρατηρηθεί στους Δελφούς ;

Θα ήταν δυνατόν να καταγραφή ένας δεκαδικός αριθμός, μετά από μια μακρά σειρά μηδενικών, ο οποίος να δείχνει μιάν απειροελάχιστη τιμή στέβλωσης μέσα στις Φαιδριάδες ;

π.χ. ( ο, οοοοοοοο…………..οοοοοοοο2 )

Αν ναι τότε τότε η πλευρά υπεροχής στον αιώνιο « Πόλεμο Θρησκείας και Επιστήμης» θα χρειαστεί επανεκτίμηση. Σε θέση υπεροπλίας βρίσκεται η παλαιότερη Θρησκεία.

Το συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα.

Αυτό που σήμερα ονομάζεται Θρησκεία, κάποτε ήταν η αληθινή Επιστήμη.


Ήταν Επιστήμη γιατί το περιεχόμενο της, περιείχε όχι μόνον όλα τα νοητά και αισθητά, αλλά και το ειδέναι. Την γνώση μιας νομοτελειακής παρουσίας στον ανθρώπινο παράγοντα….

Μια Γνώση που γινόταν εφαρμόσιμη, και απέφερε τα όποια αιρετά ωφελήματα.

Υπογραμμίζεται ότι ή περιουσία τών πρώτων αίτίων, είναι τό περιέχειν καί τό είδέναι.

Το περιεχόμενο και η γνώση του περιεχομένου.

Ουσιαστικά η γνώση του Καθόλου. Πολύ απλούστερα το περιεχόμενο, και η γνώση κάθε άρχοντος και υπάρχοντος, είτε αυτό είναι νοητόν είτε αισθητόν. Η Πραγματεία του Αριστοτέλη Θεολογία, που πολύ αργότερα άλλοι ονόμασαν : Μετά τά Φυσικά, στην πραγματικότητα είναι ένας συγκερασμός από τον εκπληκτικότερο θεολογικό Κόσμο που κληροδότησαν στην ανθρωπότητα όλοι οι αρχαίοι Ελληνες Φυσικοί Επιστήμονες, ήδη από την προσωκρατική εποχή. Σ’ αυτό το έργο μπορεί κάποιος να πάρει μιαν Ιδέα, ( άλλωστε ο μεγάλος σοφός σε αντίθεση με ότι παρεξηγημένα μεταφέρεται, στην πραγματικότητα ήταν υποστηρικτής των Ιδεών του Πλάτωνα. Άριστοτέλης είδη μέν καί ίδέας κατέλειπεν, ού μήν κεχωρισμένας τής ύλης ούδέ έξω γεγονυίας τού νού τού θεού) εκείνου που εδώ προτείνεται ως η γνώση του Όλου. Ακόμη και απαντήσεις σε σύγχρονα ερωτήματα, που έχουν προκύψει από τις τελευταίες παρατη-ρήσεις των αστροφυσικών επιστημόνων.

Η αρχική διατύπωση : τό πάν άεικίνητον, και η άναπνοή τού αιθέρος, εξηγούν ακόμη και την σημειούμενη σήμερα Διαστολή του Σύμπαντος, η οποία συνοφρυώνει τους αστροφυσικούς.

Αφού λοιπόν χώρος κενός δεν γίνεται να υπάρχει τότε το Σύμπαν σε τι χώρο διαστέλλεται ;

Η Αριστοτελική αναπνοή διασκεδάζει το αδιέξοδο. Απλά ερμηνεύοντας μια κανονική διόγκωση, η οποία σε δεύτερο χρόνο θα λειτουργήσει ως Συστολή του Σύμπαντος.

Στο σημείο αυτό έστω και με δυσκολία, δεν γίνεται να αντιπαρέλθει κάποιος, και να μην αναγνω-ρίσει την αληθινή υπεροπλία της αρχικής Θεολογίας, έτσι όπως αντιπαρατίθεται σήμερα απέναντι στην σύγχρονη «Επιστήμη.» Αληθινή Επιστήμη ήταν η αρχική Θεολογία. Οι σημειούμενες σήμερα επώνυμες Θεολογίες, βρίσκονται ήδη πολύ μακρυά από τη θέση εκκίνησης, και απλώς διαιωνίζουν την σωρευόμενη σύγχυση και επιδεινώνουν την άγνοια.

Όσο για την σύγχρονη άποψη της Δημιουργίας από έναν Θεό Δημιουργό, εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι απόψεις των Επιστημόνων οι οποίες προέκυψαν από την τελευταία έρευνα της λεγόμενης σκοτεινής ροής, και την χρησιμότητά της στην μελέτη ενός Πολυσύμπαντος.


Πολυσύμπαν


Η θεωρία του πολυσύμπαντος είναι μια θεωρία, που περιγράφει τον συνεχή σχηματισμό συμπάντων μέσα από την κατάρρευση γιγαντιαίων άστρων και τον σχηματισμό μαύρων τρυπών. Σε κάθε μία από τις μαύρες τρύπες υπάρχει ένα νέο σημείο χωροχρονικής ανωμαλίας και κατά συνέπεια, ένα νέο πιθανό σύμπαν.

Όπως επισημαίνει ο γνωστός Άγγλος κοσμολόγος και αστροφυσικός Martin John Rees, υποστηρικτής της θεωρίας του πολυσύμπαντος, το σύμπαν μας είναι ενδεχομένως ένα μόνο στοιχείο, ένα άτομο, σε μια απειράριθμη συλλογή, σ’ ένα κοσμικό αρχιπέλαγος. Κάθε σύμπαν ξεκινά από την δική του Μεγάλη Έκρηξη, αποκτά διακριτά χαρακτηριστικά ( και τους δικούς του φυσικούς νόμους ) καθώς ψύχεται και χαράσσει τον δικό του κοσμικό κύκλο. Σ’ αυτό το πλαίσιο η μεγάλη έκρηξη που δημιούργησε το σύμπαν μας, ήταν ένα συνηθισμένο συμβάν που έλαβε χώρα μέσα σε μια κολοσιαία κοσμική δομή, η οποία εκτείνεται σε αποστάσεις αδιανόητα μεγάλες, απείρως μεγαλύτερες απ’ αυτές που θα μπορούσαν να παρατηρήσουν τα τηλεσκόπιά μας. Τα διάφορα σύμπαντα που υπάρχουν μέσα στο πολυσύμπαν αναφέρονται και ως παράλληλα σύμπαντα. Η δομή του πολύ-σύμπαντος, η φύση του κάθε περιεχομένου σ΄αυτό σύμπαντος, καθώς και η σχέση ανάμεσα στα περιεχόμενα σύμπαντα, εξαρτάται από το συγκεκριμένο μοντέλο πολυσύμπαντος που μελετάται.



Όπως εξηγεί ο Aurelien Barau, Γάλλος αστροφυσικός που ασχολείται με θέματα αστροσωμα-τιδιακής φυσικής και κοσμολογίας ( LPSC ) του Γαλλικού Εθνικού Κέντρου Επιστημονικής Έρευνας ( CNRS ) και στο Πανεπιστήμιο Josef Fourier ( UJF ), η ιδέα του πολυσύμπαντος δεν είναι πλέον επιστημονική φαντασία. Προκύπτει με φυσικό τρόπο μέσα από αρκετές θεωρίες, και ως εκτούτου, αξίζει να ληφθεί σοβαρά υπόψη, ιδιαίτερα υπο το φως των νέων ανακαλύψεων αναφορικά με την ύπαρξη σκοτεινής ροής, Η θεωρία του πολυσύμπαντος έχει πολλές συνέπειες. Μια από αυτές αφορά τη μοναδική σύνθετη, κοσμική διεργασία από την οποία γεννήθηκε το δικό μας σύμπαν, καθώς και το γεγονός ότι πολύ εύκολα θα μπορούσε (το σύμπαν μας) να ήταν διαφορετικό. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι από τα ενδεχομένως εκατομμύρια ή δισεκατομμύρια σύμπαντα , το δικό μας υπήρξε ιδιαίτερα ξεχωριστό ώστε να αναπτυχθεί η ζωή, η οποία από μόνη της είναι μοναδική. Μπορεί να υπάρχουν και άλλα σύμπαντα στα οποία η ζωή να έχει αναπτυχθεί με κάποιον άλλον τρόπο, ωστόσο γνωρίζουμε ότι το δικό μας σύμπαν είναι τουλάχιστον ξεχω-ριστό, από την άποψη ότι φιλοξενεί τη ζωή, όπως την παρατηρούμε στη Γη.

Αν έστω και ένας από τους βασικούς φυσικούς νόμους ήταν λίγο διαφορετικός, τότε δεν θα υπήρχε κανείς από εμάς για να θαυμάσει την ομορφιά που μπορούμε να δούμε στη φύση. Σ’ αυτό το πλαί-σιο, αν κάθε σύμπαν ξεπήδησε μέσα από κάποιο άλλο σύμπαν, το έσχατο κοσμολογικό ερώτημα που θα μπορούσε να τεθεί είναι από πού ξεκίνησε όλη αυτή η κοσμική επανάληψη ; Στη σύγχρονη επιστήμη φαίνεται ότι δεν υπάρχει χώρος για κάποιον Δημιουργό, ή τουλάχιστον το πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύσσεται η σύγχρονη επιστήμη παρακάμπτει επιμελώς οτιδήποτε παραπέμπει ή μπορεί να παραπέμψει σε θεολογικά θέματα. Ωστόσο το σύνθετο σύστημα φυσικών νόμων, αρχών και δυνάμεων που κατέστησαν δυνατή την ανάπτυξη ζωής, αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο για την παρουσία ενός Δημιουργού.



Περ. ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

Απρίλιος 2009 τ. 336





vallas.eustathios@gmail.com





































Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο